Ο Αντώνιος είχε παντρευτεί δύο φορές και τις δύο με Ελληνίδες. Η πρώτη ήταν κόρη ενός παπά. Την είδε σ’ ένα γάμο, την ερωτεύθηκε «κεραυνοβόλως» και την άρπαξε μέσα από το γάμο. Την χώρισε από τον άντρα της – άγνωστο με ποια μέσα – και την παντρεύτηκε. Τη μυθιστορηματική αυτή περιπέτεια την αναφέρει ο σύγχρονος του Αντωνίου ιστορικός Λαόνικος Χαλκοκονδύλης. Η κόρη του παπά και «Δούκισσα της Αθήνας» πέθανε πρόωρα.
Ο Αντώνιος παντρεύτηκε μια δεύτερη Ελληνίδα, τη Μαρία Μελισσηνή, κόρη του άρχοντα της Ιθώμης και της μισής Μεσσηνίας. Ούτε από την πρώτη γυναίκα του, ούτε από τη δεύτερη, είχε παιδιά και υιοθέτησε δύο πρώτα του ξαδέλφια, το Φράγκο και Νέριο Ατζαγιόλι. Ο πρώτος εγκατεστάθηκε στην Ελλάδα. Ο δεύτερος προτίμησε την κερδοφόρο Τράπεζα της Φλωρεντίας και την ήσυχη ζωή.
Περίοδος ησυχίας και προόδου.
Ο Αντώνιος Ατζαγιόλι έμεινε τριάντα χρόνια άρχοντας στο Δουκάτο. Η περίοδος της ηγεμονίας του είναι η καλύτερη για την Αθήνα της Φραγκοκρατίας. Απερίσπαστος από εξωτερικές περιπέτειες, αφιερώθηκε στην εσωτερική διοίκηση του κρατιδίου του. Στην εξωτερική ησυχία είχε συντελέσει η εμφάνιση του αρχηγού των Μογγόλων Ταμερλάνου στη Μικρά Ασία. Οι τουρκικές δυνάμεις στη Βαλκανική, που αποτελούσαν το μεγαλύτερο κίνδυνο για το Βυζάντιο και το Δουκάτο της Αθήνας, αναγκάστηκαν να αποσυρθούν, για να αντιμετωπίσουν τους Μογγόλους, που απειλούσαν τις κτήσεις τους στη Μικρά Ασία. Στην πολύνεκρη μάχη της Αγκύρας (1402) αναμετρήθηκαν οι Τούρκοι με αρχηγό τους το σουλτάνο Βαγιαζήτ, με τους Μογγόλους του Ταμερλάνου. Ο τουρκικός στρατός έπαθε πανωλεθρία και ο Βαγιαζήτ πιάστηκε αιχμάλωτος. Ο Ταμερλάνος τον έβαλε μέσα σ’ ένα κλουβί και τον γύριζε σαν άγριο θηριο. Στο κλουβί πέθανε σε λίγο ο Βαγιαζήτ. Η καταστροφή των Τούρκων στην Άγκυρα θα ανακόψει τα κατακτητικά σχέδια των σουλτάνων και θα αναβάλει για μισόν αιώνα την πτώση του Βυζαντίου και του Δουκάτου της Αθήνας. Με τους διαδόχους του σουλτάνου Βαγιαζήτ ο Αντώνιος φρόντιζε να τα έχει καλά, χρησιμοποιώντας εναλλάξ τη διπλωματία και το χρήμα. Και όπως γράφει ο Χαλκοκονδύλης, «εθεράπευέ τε χρήμασι τας βασιλεώς θύρας … και συνήθως τους αμφί τον βασιλέα». Η δωροδοκία ήταν από τότε καθιερωμένη στη σουλτανική Τουρκία. Αλλά και με τους Παλαιολόγους του Βυζαντίου, ο Δούκας της Αθήνας διατηρούσε φιλικές σχέσεις, ώστε το κρατίδιό του, το μόνο που είχε απομείνει από τη φραγκοκρατούμενη Ελλάδα, να μπορεί να επιζεί μεταξύ δύο ισχυρών γειτόνων: των Τούρκων και των Βυζαντινών. Με την ιδιαίτερη πατρίδα του Φλωρεντία είχε κάνει και εμπορική συνθήκη.
Τα ανάκτορα των Προπυλαίων.
Οι ιστοριογράφοι αναφέρουν ονόματα μεγάλων Φλωρεντινών και άλλων Ιταλών (Μεδίκων, Πίττι, Μακκιαβέλλι), που φιλοξενήθηκαν στα ανάκτορα του Ατζαγιόλι στην Ακρόπολη. Είχε προσθέσει ένα δεύτερο όροφο στο παλαιότερο παλάτι των Προπυλαίων και είχε κάνει και άλλες διασκευές και προσθήκες. Ο Αντώνιος προσπάθησε να δώσει στο ανάκτορο των Προπυλαίων τη λαμπρότητα που είχαν άλλοτε τα παλάτια των Ντελαρός και των Σαιν Ομέρ στη Θήβα. Επιχειρούσε με τους φιλοξενουμένους του εκδρομές και κυνήγια στις γραφικές τοποθεσίες της Αττικής. Ονομαστοί ήταν και οι σταύλοι που είχε, με τα καλύτερα σε ράτσα άλογα. Φαίνεται ακόμη πως ο Αντώνιος είχε επισκευάσει παλιούς δρόμους, κατασκεύασε νέους και ασχολήθηκε και με άλλα δημόσια έργα. Ο Χαλκοκονδύλης γράφει ότι, «ήτο ανήρ ευδοκιμών και ευδαιμόνως βιοτεύων, εξοικονομών τε την αρχήν επί τω ως κάλλιστα έχειν … και σωφρονών … και την πόλιν ως οίον τα μάλιστα κοσμών». Οι πληροφορίες που μας δίνουν οι περιηγητές που είδαν την Αθήνα τα τελευταία χρόνια της Φραγκοκρατίας είναι περιορισμένες, όπως και στις παλαιότερες εποχές. Ο σημαντικότερος από αυτούς Kyriaci Pizzicolli, που ήλθε στην Αθήνα το 1436 και το 1444, ασχολήθηκε κυρίως να μαζέψει αρχαίες επιγραφές. Αναφέρει τα ανάκτορα του Ατζαγιόλι που ήταν στα Προπύλαια, ότι φιλοξενήθηκε στο σπίτι του φίλου του Αντωνίου Βαλδουίνου και ότι ο Πειραιεύς ήταν ερημωμένος. Διατηρούνταν ακόμη στον Πειραιά τα θεμέλια των αρχαίων τειχών, δύο ερειπωμένοι στρογγυλοί πύργοι και το μαρμάρινο λιοντάρι στο λιμάνι. Περιγράφει τα αθηναϊκά μνημεία που σώζονταν, όχι όμως με τοπογραφική σαφήνεια και αναφέρει με μεγάλο θαυμασμό τον Παρθενώνα.
Πνευματικό και εθνικό ξύπνημα των Αθηναίων.
Από τα σωζόμενα στοιχεία των περιηγητών και από μεταγενέστερες πληροφορίες φθάνουμε στο συμπέρασμα ότι, η Αθήνα την εποχή των τελευταίων Ατζαγιόλι ήταν σε πολύ καλύτερη κατάσταση από τα βυζαντινά χρόνια ή τα παλαιότερα της Φραγκοκρατίας. Σημειώνεται μάλιστα και κάποια πνευματική κίνηση, αν κρίνουμε από μερικούς ανθρώπους των γραμμάτων, Αθηναίους, που διακρίθηκαν τότε: τους τρεις Χαλκοκονδύληδες, Γεώργιο, Δημήτριο και Λαόνικο, τον Αντώνιο Λογοθέτη, το Μιχαήλ Καλοφρενά, τον Κοσμά Κάμηλο, το Νικόλαο Αγιομνήτη και άλλους, που αναφέρει στη μελέτη του «Αθηναίοι βιβλιογράφοι» ο Σπυρίδων Λάμπρος.
Γενικότερα, όπως αναφέραμε και προηγουμένως, παρατηρείται ένα ξύπνημα του ελληνικού στοιχείου της Αττικής και ιδιαίτερα των Αθηναίων, για την απελευθέρωσή τους από τους Φράγκους. Η κίνηση αυτή θα γίνει εντονώτερη μετά το θάνατο του Αντωνίου Ατζαγιόλι. Και είχαν δίκιο οι Έλληνες να ζητούν την απαλλαγή τους από το φραγκικό ζυγό, που τους κρατούσε στη θέση του δουλοπαροίκου, εκτός από τις άλλες συμφορές, που είχαν ερημώσει την Αττική από τον πληθυσμό της. Μία από τις χειρότερες ήταν οι θάνατοι από επιδημίες. Το 1423 σημειώνεται μεγάλος «λοιμός», που ανάγκασε και αυτόν τον Αντώνιο να εγκαταλείψει την Αθήνα και να πάει για αρκετό καιρό στα Μέγαρα. Στην ερημωμένη Αττική γίνονται, επί Αντωνίου Ατζαγιόλι, επανειλημμένες μεταναστεύσεις και εγκαταστάσεις Αλβανών. Η σημαντικότερη σημειώνεται μεταξύ 1418 – 1425. Τότε εγκατεστάθηκαν στα χωριά γύρω από την Αθήνα οι Αλβανοί, που εξελληνίστηκαν με τον καιρό, αλλά διατήρησαν τη γλώσσα τους και σε νεώτερα χρόνια.
Για τα ανάκτορα των Προπυλαίων βλέπε λεπτομερώς εις Ι. Τραυλού «Πολεοδομική εξέλιξις των Αθηνών» 1960. Παραστατική περιγραφή της Αθήνας στα τελευταία χρόνια της Φραγκοκρατίας, βασισμένη σε ιστορικά στοιχεία, δίδει ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος στο βιβλίο του «Γεννήθηκα στο χίλια τετρακόσια δύο». Αθήναι 1957.