Οι νίκες του Ιφικράτη στην Πελοπόννησο, η δράση του αθηναϊκού στόλου και οι επιτυχίες των άλλων συμμάχων και ιδιαίτερα των Θηβαίων, έπεισαν τους Σπαρτιάτες ότι μόνο με τη βοήθεια του Περσικού κράτους θα μπορούσαν να κερδίσουν τον πόλεμο. Διόρισαν τον Ανταλκίδα αρχηγό του πελοποννησιακού στόλου και του αναθέσαν να έλθη σε διαπραγματεύσεις με τους Πέρσες.
Και δεν εδίστασαν να ξεπουλήσουν την Ελλάδα στα Σούσα. Με τα περσικά χρήματα οι Σπαρτιάτες έκαναν στόλο ανώτερο από τον αθηναϊκό και πέτυχαν συγχρόνως να φυλακίσουν οι Πέρσες τον Κόνωνα. Σε αντάλλαγμα δέχτηκαν τη λεγομένη «Ανταλκίδειο ειρήνη». Την είχε φιλοτεχνήσει στα Σούσα ο Ανταλκίδας σε συνεργασία με τους Πέρσες. Στην ουσία δεν επρόκειτο για συνθήκη, αλλά για ένα «πρόσταγμα» – μια διαταγή – του βασιλιά της Περσίας Αρταξέρξη στις ελληνικές πόλεις. Ο Πέρσης μονάρχης γινόταν όχι μόνο ο διαιτητής αλλά και ο ρυθμιστής στις υποθέσεις της Ελλάδος, σα να την είχε υποδουλώσει. Σύμφωνα με τους όρους του βασιλικού προστάγματος, όλες οι ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας και η Κύπρος ξαναγύριζαν στην κυριαρχία του Περσικού κράτους. Καθιερωνόταν η ανεξαρτησία των άλλων ελληνικών πόλεων, ώστε να εμποδίζεται η ενότητα του Ελληνισμού και προ παντός ο συνασπισμός εναντίον της Σπάρτης. Η Περσία θα μπορούσε στο μέλλον να επεμβαίνη στα ελληνικά πράγματα, με το στρατό και το στόλο της, όταν θα νόμιζε ότι παραβιάζεται η συμφωνία.
Από τη ναυμαχία της Μυκάλης και επί έναν αιώνα, καμμιά συνθήκη ελληνική δεν αναγνώρισε την περσική κυριαρχία στις ελληικές πόλεις της Μικράς Ασίας και πολύ περισσότερο το δικαίωμα της Περσίας να ρυθμίζη τα ελληνικά πράγματα. Η πολιτική του Δαρείου και του Ξέρξη θριάμβευε. Οι Αθηναίοι αντιδράσαν στην επαίσχυντη συνθήκη. Αλλά ο Ανταλκίδας, με τη βοήθεια περσικών ναυτικών δυνάμεων και του Διονυσίου των Συρακουσών, που ήταν σύμμαχος της Σπάρτης, έκλεισε τα στενά του Ελλησπόντου και εμπόδισε τον ανεφοδιασμό της Αθήνας σε σιτηρά και τρόφιμα. Μπροστά στο φάσμα της πείνας που τους απειλούσε, οι Αθηναίοι αναγκάστηκαν να στείλουν πρέσβεις στις Σάρδεις και να δεχτούν το «πρόσταγμα».
Αποτελέσματα της συνθήκης.
Οικτρά ήταν τα αποτελέσματα από την εφαρμογή της Ανταλκιδείου ειρήνης. Οι ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας υποδουλώθηκαν στους σατράπες του Αρταξέρξη, που έσπευσαν να χτίσουν σ’ αυτές ακροπόλεις και να εγκαταστήσουν περσικές φρουρές. Πολλές από τις μικρότερες πόλεις τις έκαψαν και πήραν τους πληθυσμούς των για δούλους. Τους νέους των πιο εύπορων οικογενειών, που δεν πρόφθασαν να φύγουν, τους ευνούχισαν και τις νέες τις πήραν στους γυναικωνίτες. Και αυτά τα κοντινά με τα παράλια της Μικράς Ασίας νησιά, η Χίος, η Σάμος, η Ρόδος, και τα άλλα, βρέθηκαν κάτω από την επιρροή και στη διάθεση του ισχυρού γείτονα. Τυπικά ήταν ελεύθερα, αλλά δεν υπήρχε ελληνικός στόλος για να τα προστατεύση από τις απαιτήσεις και τις απειλές του κοντινού σατράπη. Μόνο ο γενναίος βασιλιάς της Κύπρου Ευαγόρας αρνήθηκε να δεχτή την περσική κυριαρχία και υπερασπίστηκε επί είκοσι χρόνια την ελευθερία του. Τους αγώνες του Ευαγόρα τους υποστήριξαν στην αρχή και οι Αθηναίοι, με δυνάμεις που έστειλαν με το στρατηγό Χαβρία και σημείωσαν λαμπρές νίκες. Έπειτα όμως αφήκαν τον Ευαγόρα αβοήθητο και τελικά ο μεγάλος αυτός βασιλιάς της Κύπρου αναγκάστηκε να συνθηκολογήση με τους Πέρσες με έντιμη ειρήνη. Στην Κύπρο πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του και ο Κόνων. Προσπάθησε να ματαιώση τις διαπραγματεύσεις του Ανταλκίδα με τους Πέρσες και να τροποποιήση τους εξοντωτικούς για τις ελληνικές πόλεις της Μ. Ασίας όρους. Ο σατράπης Τιρίβαζος τον φυλάκισε για τις ενέργειές του. Όταν βγήκε από τη φυλακή πήγε στην Κύπρο, όπου και πέθανε.
Στην υπόλοιπη Ελλάδα οι Σπαρτιάτες, σαν εντολοδόχοι των Περσών, αναλάβαν να επιβάλουν την επαίσχυντη συνθήκη. Για το σκοπό αυτό κάλεσαν στη Σπάρτη σε συνέδριο (387) τις ελληνικές πόλεις και ζήτησαν από τους αντιπροσώπους των να δεχτούν τη συνθήκη, αλλιώς θα την επιβάλλαν με το στρατό τους. Και με την πρόφαση της εφαρμογή της συνθήκης, οι Σπαρτιάτες εκστρατεύουν κατά της γειτονικής Μαντινείας (385), γκρεμίζουν τα τείχη της και υποχρεώνουν τους κατοίκους να διασπαρούν σε διάφορα χωριά. Το ίδιο κάνουν και στο Φλιούντα της Ηλείας. Μεγαλύτερη εκστρατεία αναλαμβάνουν για να διαλύσουν την Ολυνθιακή ομοσπονδία της Χαλκιδικής.
Η Σπάρτη καταλαμβάνει τη Θήβα.
Εναντίον της Χαλκιδικής η Σπάρτη είχε στείλει στρατό με τον Ευδαμίδα και σε ενίσχυσή του νέες δυνάμεις με τον αδελφό του Φοιβίδα. Ο τελευταίος, φαίνεται, πως είχε μυστική εντολή από τους Εφόρους της Σπάρτης να καταλάβη τη Θήβα. Και περνώντας από εκεί, για να πάη στη Χαλκιδική, συνεννοείται με το φιλοσπαρτιάτη Θηβαίο Λεοντιάδη και με προδοσία καταλαμβάνει την ακρόπολη της Θήβας Καδμεία. Συλλαμβάνει τον αρχηγό των δημοκρατικών Θηβαίων Ισμινία και τον εκτελεί. Διορίζει το Λεοντιάδη τύραννο. Η ληστρική αυτή ενέργεια του Φοιβίδα προκάλεσε σάλο εναντίον της Σπάρτης. Φαινομενικά η Σπάρτη αποδοκίμασε το Φοιβίδα και τον αντικατάστησε. Κράτησε όμως την Καδμεία στην κατοχή της και το Λεωντιάδη τύραννο. Χρειάστηκαν ο Επαμεινώνδας με το Λεωνίδα για να ελευθερώσουν την πατρίδα τους. Οι ενέργειες της Σπάρτης είχαν για αποτέλεσμα να μεγαλώση το μίσος των ελληνικών πόλεων ενατίον της. Και το μίσος ξέσπασε σε μερικούς μήνες. Από τη Θήβα θα αρχίση η τιμωρία και παρακμή της Σπάρτης. Ο Ξενοφών, φίλος και θαυμαστής της Σπάρτης, αποδίδει την απότομη πτώση της σε θεία δίκη. Γιατί δεν κράτησε τον όρκο που είχε δώσει να μείνουν ελεύθερες οι ελληνικές πόλεις και υποδούλωσε τη Θήβα.
Η απελευθέρωση της Θήβας.
Στην Αθήνα είχαν καταφύγει τριακόσιοι δημοκρατικοί Θηβαίοι. Ο Λεοντιάδης για να τους τρομοκρατήση δολοφόνησε, μέσα στην Αθήνα, τον αρχηγό τους Ανδροκλείδα και ζήτησε από τους Αθηναίους να διώξουν τους φυγάδες από την πόλη τους. Οι Αθηναίοι αρνήθηκαν. Η δολοφονία του Ανδροκλείδα και η πίεση της Σπάρτης στην Αθήνα να παραδώση τους πρόσφυγες Θηβαίους, επισπεύσαν την απελευθέρωση της Θήβας. Το Δεκέμβριο του 379 π.Χ., οι επιφανέστεροι από τους εξορίστους στην Αθήνα, με αρχηγούς τον Πελοπίδα και το Μέλλωνα, συνεννοήθηκαν με δημοκρατικούς Θηβαίους και μπήκαν κρυφά τη νύχτα στην πόλη. Σκότωσαν τους πολεμάρχους Αρχία και Φίλιππο, που βρίσκονταν σε συμπόσιο κι’ έπειτα το Λεοντιάδη στο σπίτι του. Έβγαλαν από τις φυλακές τους κρατούμενους για τα δημοκρατικά τους φρονήματα και ανακήρυξαν την ελευθερία. Στη νυχτερινή εκείνη επιχείρηση θα συναντήσουμε να συμπράττη με τους δημοκρατικούς και ο Επαμεινώνδας, που το όνομά του για πρώτη φορά αναφέρεται τότε στην ιστορία. Από χρόνια ετοίμαζε τους μαχίμους νέους της δημοκρατίας, που πάνοπλοι παρουσιάστηκαν την άλλην ημέρα στην αγορά, για να στηρίξουν την επανάσταση του Πελοπίδα και των εταίρων του. Σε λίγο έφθασαν από την Αθήνα και οι άλλοι εξόριστοι Θηβαίοι και πολλοί Αθηναίοι εθελοντές με τους στρατηγούς Κέφαλο και Χαβρία.
Τα γεγονότα της Θήβας ενθουσιάσαν τους Έλληνες. Τα έβλεπαν σαν αρχή για την απελευθέρωσή τους από την καταπίεση της Σπάρτης. Η τελευταία ζήτησε ν’ αντιδράση αμέσως. Αν και χειμώνας, έστειλε το βασιλιά Κλεόμβροτο με στρατό να καταλάβη τη Θήβα. Στην Αττική ο Κλεόμβροτος συναντήθηκε με τη σπαρτιατική φρουρά της Καδμείας (1.500 οπλίτες), που είχε συνθηκολογήσει με τους Θηβαίους και γύριζε στη Σπάρτη. Ο Κλεόμβροτος προσπάθησε να καταλάβη τη Θήβα. Αλλά οι Θηβαίοι, χάρη τον Πελοπίδα και τον Επαμεινώνδα, είχαν περιχαρακώσει την πόλη τους. Ο Κλεόμβροτος έμεινε μερικές ημέρες στη Βοιωτία και γύρισε στη Σπάρτη, αφήνοντας για αρχηγό του στρατού το Σφοδρία.
Η επιδρομή του Σφοδρία.
Πριν επιστρέψη στη Σπάρτη ο Κλεόμβροτος, έστειλε μία πρεσβεία στην Αθήνα να διαμαρτυρηθή για τη βοήθεια που είχε δώσει στους Θηβαίους και προ παντός για τη συμμετοχή των δύο στρατηγών. Οι Αθηναίοι ικανοποίησαν το αίτημα της Σπάρτης, καταδικάζοντας σε θάνατο τους δύο στρατηγούς. Ενώ οι Σπαρτιάτες πρέσβεις ήταν ακόμη στην Αθήνα, ο Σφοδρίας επιχείρησε με νυκτερινό αιφνιδιασμό να καταλάβη τον Πειραιά, που η περιτείχησή του δεν είχε ακόμη συμπληρωθή. Θέλησε να επαναλάβη και στην Αθήνα ό,τι είχε κάνει ο Φοιβίδας στη Θήβα. Η πειρατική επιχείρηση του Σφοδρία δεν πέτυχε. Και, καθώς ήταν φυσικό, προκάλεσε θύελλα διαμαρτυριών στην Αθήνα και στις άλλες ελληνικές πόλεις, εναντίον της Σπάρτης. Αλλά και πολλοί Σπαρτιάτες ξεσηκώθηκαν κατά του Σφοδρία. Οι Έφοροι αναγκάστηκαν να τον καθαιρέσουν και να τον παραπέμψουν σε δίκη. Ο Σφοδρίας φοβήθηκε να εμφανιστή στο δικαστήριο, βέβαιος για την καταδίκη του. Αλλά το δικαστήριο τον αθώωσε. Στη δίκη είχε παρουσιαστή συνήγορος του κατηγορουμένου ο ίδιος ο βασιλιάς της Σπάρτης Αγησίλαος, μολονότι ο Σφοδρίας ήταν πολιτικός φίλος του άλλου βασιλιά Κλεομβρότου. Και οι δύο βασιλικές οικογένεις είχαν πάντα αντιζηλίες και ανταγωνισμούς μεταξύ των. Την απροσδόκητη υπεράσπιση του Σφοδρία από τον Αγησίλαο, ορισμένοι συγγραφείς την αποδίδουν στις «τρυφερές σχέσεις» που είχε με τους δύο γιους του κατηγορουμένου. Για τη δίκη αυτή έχουν γίνει πολλές και μακρές συζητήσεις από ιστορικούς των νεώτερων χρόνων. Στην ιστόρηση που κάνουμε θα εξετάσουμε μόνο τις συνέπειές της στην πορεία των αθηναϊκών πραγμάτων.
Το τόλμημα του Σφοδρία και προ πάντων η αθώωσή του, άνοιξαν τα μάτια των Αθηναίων. Κατάλαβαν τις πραγματικές διαθέσεις της Σπάρτης και αποφάσισαν να αντιδράσουν. Οι φιλειρηνικοί παραμερίστηκαν και το κόμμα των «Βοιωτιζόντων» επικράτησε στο Δήμο. Και οι Αθηναίοι, με τις δικές τους προσπάθειες και δυνάμεις, δημιούργησαν τότε μια καινούργια εποχή, που αναφέρεται στην ιστορία με το όνομα της νέας αθηναϊκής ηγεμονίας.