Μικροσυμπλοκές που είχαν αρχίσει στα σύνορα της Τουρκίας με τη Σερβία και τη Βουλγαρία, από το καλοκαίρι του 1912, πήραν τη μορφή πραγματικών μαχών το Σεπτέμβριο μήνα.
Η Τουρκία επιστρατεύθηκε και άρχισε να συγκεντρώνει στρατό στη Μακεδονία. Οι Βαλκανικοί σύμμαχοι επιστρατεύθηκαν και αυτοί από 16 – 18 Σπτεμβρίου. Η ευρωπαϊκή διπλωματία προσπάθησε, με σπασμωδικά μέτρα, να εμποδίσει τον πόλεμο. Οι Μ. Δυνάμεις, σε κοινή διακοίνωση, ειδοποιούσαν τα Βαλκανικά κράτη ότι, σε περίπτωση πολέμου δε θα επιτρέπαν εδαφικές επεκτάσεις εις βάρος της Τουρκίας. Παρά τις επεμβάσεις της διπλωματίας, οι Βαλκανικοί σύμμαχοι κήρυξαν τον πόλεμο κατά της Τουρκίας. Την 5 Οκτωβρίου 1912 ο ελληνικός στρατός άρχισε την προέλασή του στο τουρκικό έδαφος. Με τον ελληνικό στρατό είχαν έλθει να πολεμήσουν και 2.500 Ιταλοί Γαριβαλδινοί, με το φιλέλληνα στρατηγό Ριτσιότι Γαριβάλδι. Και από όλα τα μέρη του κόσμου ο απόδημος Ελληνισμός έσπευδε με ενθουσιασμό, εθελοντής, στο προσκλητήριο της Ελλάδος. Αρχηγός του στρατού της Θεσσαλίας ορίστηκε ο διάδοχος Κωνσταντίνος και του στρατού της Ηπείρου ο στρατηγός Κ. Σαπουντζάκης.
Ημέρες δόξας.
Η Πρωτεύουσα ήταν φυσικό να ζήσει πιο έντονα τις μεγάλες στιγμές του έθνους. Το ξεκίνημα για τους απελευθερωτικούς αγώνες, με τους δύο νικηφόρους πολέμους του 1912 – 1913. Ο πρωθυπουργός Βενιζέλος ανακοίνωσε στη Βουλή (5 Οκτωβρίου 1912) την κήρυξη του πολέμου κατά της Τουρκίας και διάβασε το διάγγελμα του Βασιλιά. « … Η Ελλάς πάνοπλος μετά των συμμάχων αυτής εμπνεομένων υπό των αυτών αισθημάτων και συνδεομένων διά κοινών υποχρεώσεων, αναλαμβάνει τον ιερόν αγώνα του δικαίου και της ελευθερίας των καταδυναστευομένων λαών της Ανατολής … και θα επιδιώξη πάση θυσία στον ιερόν αυτόν σκοπόν …». Γεώργιος Α΄. Το Υπουργικόν Συμβούλιον: Ε. Βενιζέλος, Λ. Κορομηλάς, Κ. Ρακτιβάν, Ε. Ρέπουλης, Ι. Τσιριμώκος, Α. Διομήδης, Α. Μιχαλακόπουλος.
Την κήρυξη του πολέμου ακολούθησαν η προέλαση και οι νίκες του στρατού μας στην Ήπειρο και στη Μακεδονία, η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης (26 Οκτωβρίου 1912) και των Ιωαννίνων (21 Φεβρουαρίου 1913). Παράλληλα με τις νίκες του στρατού, ο ελληνικός στόλος, με αρχηγό το ναύαρχο Π. Κουντουριώτη, εξασφάλιζε την υπεροπλία στο Αιγαίο με δύο ένδοξες ναυμαχίες, της Έλλης (3 Δεκεμβρίου 1912) και της Λήμνου (5 Ιανουαρίου 1913). Ακολούθησε έπειτα ο δεύτερος Βαλκανικός πόλεμος εναντίον των Βουλγάρων (17 Ιουνίου 1913) και ύστερα από πολύνεκρες νίκες του στρατού μας η απελευθέρωση της Ανατολικής Μακεδονίας. Τις ελληνικές νίκες στην ξηρά και στη θάλασσα τις επισφράγισαν οι συνθήκες του Βουκουρεστίου με τη Βουλγαρία και των Αθηνών με την Τουρκία. Η Κρήτη, η Ήπειρος, η Μακεδονία, τα μεγάλα νησιά του ανατολικού Αιγαίου, έγιναν αναπόσπαστο μέρος του Ελληνικού κράτος.
Η δολοφονία του Γεωργίου Α’.
Η Αθήνα με ενθουσιασμό υποδέχτηκε το νικητή βασιλιά Κωνσταντίνο, όταν γύρισε με το θωρηκτό «Αβέρωφ» στο Φάληρο, μετά τις νίκες των Βαλκανικών πολέμων. Λίγους μήνες πριν είχε κηδεύσει με όλες τις τιμές και με βαθύτατη συγκίνηση το Γεώργιο Α΄. Είχε δολοφονηθεί στη Θεσσαλονίκη (5 Μαρτίου 1913), φρουρός του Ελληνισμού στην Πρωτεύουσα της Βορείου Ελλάδος. Τα αίτια του εγκλήματος έμειναν σκοτεινά. Ο δολοφόνος Σχοινάς ήταν Έλληνας, δημοδιδάσκαλος από τις Σέρρες. Όταν τον πήγαν για ανάκριση, ξέφυγε από τους φρουρούς του και έπεσε από το μπαλκόνι του ανακριτικού γραφείου και σκοτώθηκε. Όσα γράφηκαν αργότερα για τη δολοφονία του Γεωργίου Α΄, δε στηρίζονται σε εξακριβωμένα στοιχεία. Το μόνο βέβαιο είναι πως η Μοίρα επιφύλαξε στον ειρηνικό Γεώργιο Α΄ έναν ένδοξο θάνατο σε ώρα πολέμου. Θα περίμενε κανένας τέτοιο τέλος για τον προκάτοχο του Γεωργίου Όθωνα, το Σημαιοφόρο της Μεγάλης Ιδέας, ή για το διάδοχό του Κωνσταντίνο, τον Αρχιστράτηγο δύο νικηφόρων πολέμων. Και όμως! Ο Όθων πέθανε εξόριστος (1867) σε ένα πύργο στη Βαμβέργη της Γερμανίας και ο Κωνσταντίνος, επίσης εξόριστος, σε ένα ξενοδοχείο στο Παλέρμο της Ιταλίας (1922). Η Μοίρα έχει κάποτε τις ιδιοτροπίες της …