Το κοσμικό όνομα της Αγίας Φιλοθέης ήταν Ρηγούλα και ανήκε στην αρχοντική αθηναϊκή οικογένεια των Μπενιζέλων. Η παράδοση έχει συνδέσει τη γέννησή της με ένα θαύμα.
Η μητέρα της Φιλοθέης δεν είχε παιδιά και πήγε σε μια εκκλησία να παρακαλέσει την Παναγία να αποκτήσει. Ενώ όμως προσευχόταν, αποκοιμήθηκε. Και τότε βλέπει από την εικόνα της Παναγίας να βγαίνει «φως μέγα και έκλαμπρον και να έρχεται προς αυτή». Έφυγε από την εκκλησία βέβαιη πως η Παναγία θα εισακούσει την παράκλησή της. Και σε λίγο γεννήθηκε η Ρηγούλα «ως τέκνον δι’ ευχής θεόθεν δεδωρημένον».
Σε ηλικία 14 ετών η Ρηγούλα παντρεύτηκε, με την επιμονή των γονέων της, με έναν Αθηναίο σκληρό και κακότροπο που την βασάνιζε. Ο άτυχος όμως γάμος δεν κράτησε παρά μόνο τρία χρόνια (1536 – 1539) και το «δρέπανον του θανάτου εθέρισε τον τύραννον μάλλον ή ομόζυγον». Αν και νεώτατη, ωραία και πλούσια η Ρηγούλα, αρνήθηκε να ξαναπαντρευτεί, παρ’ όλες τις πιέσεις των γονεών της και τις προτάσεις που είχε από τους καλύτερους νέους της Αθήνας. Προτίμησε να αφιερωθεί στα θεία. Και όταν πέθαναν οι γονείς της και τους κληρονόμησε, αγόρασε την Εκκλησία του Αγίου Ανδρέα, που ήταν κοντά στο σπίτι της και έφτιαξε ένα μοναστήρι για γυναίκες. Στην περιοχή του μοναστηριού βρίσκεται σήμερα το μέγαρο τη Αρχιεπισκοπής Αθηνών και η Εκκλησία του Αγίου Ανδρέου.
Φιλανθρωπική και κοινωνική δράση.
Πρώτη η Ρηγούλα «κειραμένη την κόμην και Φιλοθέη μετονομασθείσα, ηκολούθησε τον μοναχικόν βίον, συνεπαγομένη μεθ’ ευατής και τας θεραπαινίδας της». Από το μοναστήρι της η Φιλοθέη αναπτύσει μεγάλη κοινωνική και θρησκευτική δράση. Διαθέτει ικανό μέρος της μεγάλης περιουσίας της σε αγαθοεργούς σκοπούς. Χτίζει κοντά στο μοναστήρι ξενώνα για τους περαστικούς από την Αθήνα, νοσοκομείο και παρθενώνα, δηλαδή γυναικείο εκπαιδευτήριο, όπου σπούδαζαν γράμματα και μάθαιναν υφαντική και πλεκτική πάνω από διακόσια κορίτσια. Η Φιλοθέη ήταν εξαιρετικά μορφωμένη και έγραφε καλά τα ελληνικά, όπως φαίνεται από ένα γράμμα της που δημοσιεύθηκε από τον Κ. Σάθα στο βιβλίο του «Νεοελληνική Φιλολογία. 1453 – 1851».
Μαρτυρικός θάνατος Φιλοθέης.
Μαζί με τα άλλα έργα της, η Φιλοθέη έστρεψε την προσοχή της και σ’ έναν άλλο κοινωνικό τομέα: στην προστασία των καταδιωκομένων και παραστρατημένων γυναικών. Αλλά η ευεργετική δραστηριότητά της προς την κατεύθυνση αυτή, δεν άρεσε σε μειρικούς Τούρκους. Και η Φιλοθέη συλλαμβάνεται και φυλακίζεται. Σύντομα όμως ελευθερώνεται με την επέμβαση της Δημογεροντίας. Και συνεχίζει πάλι τη φιλανθρωπική δράση της. Στην ολονύχτια όμως λειτουργίας της γιορτής του Αγίου Διονυσίου Αρεοπαγίτου (3 Οκτωβίου 1588), και ενώ η Φιλοθέη λειτουργούσε στο Μετόχι που είχε το μοναστηήρι της στα Πατήσια, όρμησαν μέσα στην εκκλησία οπλισμένοι Τουρκαλβανοί. Την χτύπησαν και την άφησαν από τα τραύματα σε κακή κατάσταση. Μισοπεθαμένη την μεταφέραν από το Μετόχι των Πατησίων στο άλλο Μετόχι που είχε το μοναστήρι της στον Περσό, όπου σήμερα η Εκκλησία της Αγίας Φιλοθέης. Εκεί πέθανε σε λίγους μήνες (19 Φεβρουαρίου 1589), από τα τραύματα και τις κακώσεις που είχε πάθει. Τάφηκε στη θέση που υψώνεται σήμερα η ωραία εκκλησία.
«Καθαγίασις» της Φιλοθέης.
Όταν αργότερα έγινε η ανακομιδή των λειψάνων της, για να μεταφερθούν στην Εκκλησία του Αγίου Ανδρέου στην Αθήνα, το σώμα της βρέθηκε, κατά το συναξάριο της Αγίας, «σώον και ακέραιον και μύρου ευώδους μεμεστωμένον». Οι κάτοικοι των γύρω χωριών και οι Αθηναίοι άρχισαν να την λατρεύουν σαν Αγία. Οι Μητροπολίτες Αθηνών, Θηβών και Κορίνθου, ζήτησαν από τον Οικομενικό Πατριάρχη την επίσημη «καθαγίασίν»της. Και γύρω στα 1600 η Φιλοθέη αναγνωρίστηκε Αγία και Μάρτυς της Εκκλησίας. Την τοποθεσία που βρισκόταν το Μοναστήρι του Περσού, οι γύρω αλβανόφωνοι κάτοικοι την ονόμαζαν της «Καλογρέζας», όπως λέγεται αρβανίτικα η καλογριά. Και το όνομα Καλογρέζα είχε η περιοχή πριν εγατασταθεί εκεί ο σημερινός συνοικισμός της Φιλοθέης.
Η τουρκική θηριωδία.
Η περίπτωση της Αγίας Φιλοθέης δεν ήταν η μοναδική στα χρόνια της σκλαβιάς. Βιοπραγίες, κακώσεις, ακόμη και εκτελέσεις Αθηναίων από Τούρκους, εντελώς αδικαιολόγητες, σημειώνονται την εποχή εκείνη. Ο Γάλλος Ιησουΐτης Jacques Babin, που περιγράφει την Αθήνα γύρω στο 1670, αναφέρει δύο άλλα θύματα της τουρκικής θηριωδίας. Την περίπτωση μιας νέας Αθηναίας που προτίμησε να πάρει εξήντα πληγές από τους Τούρκους παρά να θυσιάσει την τιμή της. Και ενός νέου που τον σκότωσαν γιατί δεν δέχτηκε να αλλαξοπιστήσει. Γνωρίζουμε ακόμη ότι το 1678 οι Τούρκοι της Αθήνας κατακρεούργησαν τον Έλληνα προύχοντα Λίμπονα, γιατί είχε πάει στην Κωνσταντινούπολη και παραπονέθηκε για τις κακουργίες τους. Για τους Τούρκους η ζωή των Ραγιάδων δεν είχε καμμιά αξία. Τα ίδια φρονούσαν και οι Τούρκοι της Αθήνας για τους συμπολίτες τους χριστιανούς. Μόνο που η παρουσία του Βοεβόδα και η επέμβαση των Δημογερόντων περιόριζαν τις τουρκικές κακουργίες και αυθαιρεσίες, χωρίς και να μπορέσουν να τις εξαλείψουν.
Αθηναίοι Άγιοι.
Στο αθηναϊκό αγιολόγιο, εκτός της Αγίας Φιλοθέης, αναφέρονται και δύο άλλες γυναίκες, που «εμαρτύρησαν» την εποχή της σκλαβιάς: Η Αγία Αγαθόκλεια και η Αγία Θεοδούλη. Επίσης υπάρχουν και άλλοι άγιοι και μάρτυρες Αθηναίοι νεώτερων χρόνων, όπως ο Άγιος Μελέτιος ο Νέος, και οι άγιοι: Αθανάσιος, Θεοδόσιος, Δημήτριος, Μιχαήλ, Κηπουρός, Μπακνανάς. Θα πρέπει να σημειώσουμε επίσης τον Άγιο Αντώνιο τον Αθηναίο και τον ιδρυτή της Μονής Πεντέλης Άγιο Τιμόθεο, Επίσκοπο Ευβοίας, που η κάρα του φυλάγεται και σήμερα στο μοναστήρι και θεωρείται θαυματουργή. Αυτοί είναι οι επίσημοι Αθηναίοι άγιοι και μάρτυρες των χρόνων της σκλαβιάς. Σ’ αυτούς θα πρέπει να προσθέσουμε και τις εκατόμβες των άλλων «αφανών μαρτύρων» της τουρκικής θηριωδίας.