Η ΑΘΗΝΑ ΚΤΗΜΑ ΤΗΣ ΒΑΛΙΝΤΕ ΧΑΝΟΥΜ

Από τις αρχές του 17ου αιώνα η τουρκοκρατούμενη Αθήνα αποκτά κάποια ουσιαστική αυτοτέλεια. Γίνεται κτήμα της Βαιντέ Χανούμ (μητέρας του σουλτάνου).

Δεν θα εξαρτάται πια από τον αρχιδυνάστη του Ευρίπου και τους τοπικούς τυραννίσκους, αλλ΄ από τον αρχιευνούχο του σουλτανικού χαρεμιού, που θα στέλνει στην Αθήνα ένα αντιπρόσωπό του για να εισπράττει τους φόρους για λογαριασμό της Βαλιντέ Χανούμ. Αυτό ο αντιπρόσωπος της Βαλιντέ, ο εισπράκτορας των φόρων, που θα τον διορίζει κάθε φορά και για ένα χρόνο ο αρχιευνούχος, θα γίνει ο πανίσχυρος Βοεβόδας της Αθήνας. Πανίσχυρος, κυρίως, απέναντι των τουρκικών αρχών, που θα τρέμουν τις εισηγήσεις του και ιδίως τις διαβολές του στον αρχιευνούχο, που αποτελούσε μία από τις μεγάλες προσωπικότητες στην Οθωμανική αυτοκρατορία. Λιγότερο θα βοφούνται το Βοεβόδα οι Αθηναίοι. Όταν θα το παρακάνει σε αυθαιρεσίες, θα καταφεύγουν με πρεσβείες και δώρα στον αρχιευνούχο και θα πετυχαίνουν την ανάκλησή του, εκτός από ορισμένες περιπτώσεις που η ίδια η Βαλιντέ ή κάποιος από τη σουλτανική οικογένεια θα ενδιαφέρεται για το Βοεβόδα. Πολλές φορές οι ανακλήσεις του Βοεβόδα δεν ήταν λιγότερο δαπανηρές για την πόλη – σε δώρα και εξαγορές – από την παραμονή του. Και υπήρξαν Αθηναίοι Προύχοντες που διαθέσαν περιουσίες, για να απαλλαγεί η Αθήνα από τον τύραννό της. Δεν είναι εξακριβωμένο πότε, ακριβώς, άρχισε η προστασία του αρχιευνούχου. Ο Δ. Καμπούρογλου και ο Γ. Κωνσταντινίδης την τοποθετούν επί σουλτάνου Αχμέτ Α΄ (1603 – 1617), ενώ ο Θ. Φιλαδελφεύς αργότερα, επί του σουλτάνου Ιμπραήμ (1640 – 1648). Με την παραχώρηση του προνομίου έχει συνδεθεί και μια αθηναϊκή παράδοση. Την δημοσίευσε πρώτος, το 1675, ο Γάλλος λόγιος Γεώργιος Guillet de Saint Georges στο βιβλίο του «Αι αρχαίαι και νέαι Αθήναι». Το βιβλίο του Guillet βασίζεται στις πληροφορίες που έστελναν οι εγκαταστημένοι στην Αθήνα Γάλλοι μοναχοί Καπουτσίνοι.

Η Γιοχαή.

Σύμφωνα με την παράδοση, στο χαρέμι του Αχμέτ Α΄ ήταν και η Αθηναία Βασιλική, η ομορφότερη από όλες τις άλλες, που την έιχε ερωτευθεί ο σουλτάνος. Την είχαν αρπάξει από την Αθήνα, σε κάποιο «παιδομάζωμα» γενιτσάρων και την πήγαν στο σουλτανικό χαρέμι, όπου της έδωκαν το όνομα της Γιοχαή. Ο ερωτευμένος Αχμέτ ζητούσε διαρκώς από τη Γιοχαή να του πει, τι χάρη θέλει να της κάνει. Αλλά η Γιοχαή του έλεγε ότι την έφθανε η αγάπη του σουλτάνου. Στην επίμονη όμως απαίτηση του Αχμέτ, του είπε ότι, τη μόνη χάρη που θα ήθελε;ήταν να γλυτώσει την πόλη που γεννήθηκε από τις βιοπραγίες και τις καταχρήσεις των οργάνων που μάζευαν τους φόρους, που συχνά άκουγε τους γονείς της να μιλάνε με φρίκη γι’ αυτούς … Και προσθέτει ο Guillet: «Ο σουλτάνος παραχώρησε αμέσως το ζητούμενο… Και από τότε η Αθήνα εξαρτάται από τον Κισλάρ αγά (αρχιευνούχο), που θα εισπράτει και τις προσόδους, τόσο αυτός όσο και οι διάδοχοί του στο αξίωμα. Και ο Κισλάρ αγάς έστειλε τότε στην Αθήνα ένα τοποτηρητή του ή οικονόμο για να εισπράτει τις προσόδους και με τη ρητή διαταγή να ελαφρώσει τα βάρη του λαού …». Αυτά έγραφε το 1675 ο Guillet, προσθέτοντας και τα εξής: «Τα εισοδήματα των Αθηνών κάθε χρόνο ενοικιάζονται ύστερ’ από πλειστηριασμό. Και μολονότι ο ενοικιαστής δεν είναι παρά απλός εισπράκτορας, εντούτοις ονομάζεται Βοεβόδας … Και όταν ο Βοεβόδας είναι άνθρωπος που κρατεί τη θέση του, όλοι, μήτε του Κατή εξαιρουμένου, τρέμουν μπροστά του …».

Την παράδοση της Γιοχαή την επαναλαμβάνουν και άλλοι που έγραψαν μετά το Guillet. Δεν είναι όμως βεβαιωμένο ότι ανταποκρίνεται στην ιστορική πραγματικότητα. Περισσότερο βέβαιο είναι πως οι Αθηναίοι είχαν κάνει μεγάλες προσπάθειες για να πετύχουν την υπαγωγή τους στον αρχιευνούχο. Και καθώς γράφει ο σύγχρονος του Guillet περιηγητής George Wheler, το κατόρθωσαν με «πολλές δυσκολίες και έξοδα». Οπωσδήποτε, θεωρήθηκε μεγάλη επιτυχία για τους Αθηναίους που η πόλη τους, από την προστασία της Παρθένου Αθηνάς και της Παρθένου του χριστιανισμού, βρέθηκε «υπό την προστασίαν» του Κισλάρ αγά του σουλτανικού χαρεμιού. Αυτά είχε η σκλαβιά…