Ο νέος πόλεμος, που κράτησε οκτώ χρόνια, παρουσίασε διάφορες εναλλασσόμενες φάσεις και είναι γνωστός στην ιστορία με το όνομα: Κορινθιακός πόλεμος. Άρχισε το 395 και τέλειωσε το 387 με μια επονείδηστη συμφωνία που έκαναν οι Σπαρτιάτες με τους Πέρσες, την καλουμένη «Ανταλκίδειο ειρήνη» ή «Βασιλέως εριήνη». Τον πόλεμο τον προκάλεσε η Θήβα.
Η Αθήνα έγινε σύμμαχός της, για να πάρη τη «ρεβάνς» του Πελοποννησιακού πολέμου. Η συμμαχία με τη Θήβα είναι η πρώτη πράξη που η Αθήνα βγαίνει από την αφάνεια και παρουσιάζεται σαν αυτόνομη πολιτεία, οκτώ χρόνια μετά την απελευθέρωσή της από το Θρασύβουλο. Οι «βοιωτίζοντες» είχαν επικρατήσει στην Εκκλησία του Δήμου και ο Θρασύβουλος με αθηναϊκό στρατό έσπευσε να βοηθήση τους Θηβαίους και να τους ανταποδώση τη βοήθεια που του είχαν δώσει. Οι Αθηναίοι άρχισαν τότε να ξαναχτίζουν τα τείχη του Πειραιώς. Ο «κρεωδαίτης» του Αγησιλάου Λύσανδρος, που ήταν παραμερισμένος στον Ελλήσποντο, βγήκε και πάλι στο προσκήνιο. Διορίστηκε αρχηγός του πελοποννησιακού στρατού που θα συγκεντρωνόταν στα βόρεια της Θήβας, ενώ ο δεύτερος βασιλιάς της Σπάρτης Παυσανίας θα ανέβαινε με τη στρατιά από τον Ισθμό για να τον συναντήση. Στην Αλίαρτο δόθηκε η αποφασιστική μάχη. Στη μάχη σκοτώθηκε ο Λύσανδρος (395 π.Χ.) και ο Παυσανίας αναγκάστηκε να επιστρέψη με τον υπόλοιπο στρατό στη Σπάρτη. Προκειμένου να δικαστή, ζήτησε καταφύγιο στην Τεγέα, όπου και πέθανε τον άλλο χρόνο.
Η νίκη της Αλιάρτου και ο θάνατος του Λυσάνδρου αναπτέρωσαν το ηθικό των άλλων πόλεων. Και δημιουργήθηκε τότε η «Κορινθιακή συμμαχία» με τις περισσότερες ελληνικές πόλεις, από τα λακωνικά σύνορα ως τον ΄Ολυμπο. Στην Κόρινθο μαζεύτηκαν οι πρέσβεις των ελληνικών πόλεων και αποφάσισαν να συγκροτήσουν αξιόλογο στρατό, για να καταλύση την ηγεμονία της Σπάρτης. Οι Σπαρτιάτες ανακάλεσαν τον Αγησίλαο, από τη νικηφόρο εκστρατεία του στη Μικρά Ασία και νέος πόλεμος άρχισε να γίνεται με σκληρότητα που θύμιζε τον Πελοποννησιακό. Από τις φάσεις που παρουσίασε ο Κορινθιακός πόλεμος η αποφασιστικότερη για την Αθήνα ήταν η νίκη του στόλου που είχε ετοιμάσει ο Κόνων με τα περσικά χρήματα. Αρχηγός του στόλου τυπικά ήταν ο Φαρνάβαζος με συναρχηγό και πραγματικό αρχηγό τον Κόνωνα. Το μεγαλύτερο μέρος των πληρωμάτων ήταν Έλληνες. Στην Κνίδο της Μικράς Ασίας ο Κόνων καταναυμάχησε (394) τον πελοποννησιακό στόλο με αρχηγό τον Πείσανδρο, αδελφό της γυναίκας του Αγησιλάου. Οι δύο στόλοι ήταν περίπου ισόπαλοι. Ο Πείσανδρος σκοτώθηκε στη ναυμαχία. Από τις 100 πελοποννησιακές τριήρεις οι μισές αιχμαλωτίστηκαν και οι άλλες βυθίστηκαν. Η Σπάρτη έχανε τη ναυτική της υπεροπλία. Μετά την Κνίδο, ο νικητής στόλος προχώρησε στον Ελλήσποντο και τον άλλο χρόνο έπλευσε στην Ελλάδα. Με συμβουλή του Κόνωνος, οι Πέρσες υποσχέθηκαν στις ελληνικές πόλεις ανεξαρτησία και ελεύθερο εμπόριο με την Περσία. Οι πόλεις της Μικράς Ασίας και τα νησιά δεν είχαν κανένα λόγο να μείνουν με τους Σπαρτιάτες. Μόνο την Άβυδο και τη Σηστό κατόρθωσε ο Σπαρτιάτης ναύαρχος Δερκυλλίδας να κρατήση. Από όλα τα νησιά του Αιγαίου, ακόμη και από τα Κύθηρα, διώχτηκαν οι αρμοστές της Σπάρτης.
Επιστροφή του Κόνωνος.
Την άνοιξη του 393 ο περσικός στόλος, με το Φαρνάβαζο και τον Κόνωνα, έφθασε στην Κόρινθο, που ήταν η έδρα της Κορινθιακής Σύμμαχίας και συνεδρίαζαν οι αντιπρόσωποι των πόλεων. Μετά την Κόρινθο ο Φαρνάβαζος με ένα μέρος του στόλου γύρισε στη Μικρά Ασία και ο Κόνων με 80 τριήρεις έπλευσε στον Πειραιά. Οι Αθηναίοι του επιφύλαξαν αποθεωτική υποδοχή, που θύμιζε την επιστροφή του Αλκιβιάδη. Σε ανάμνηση της νίκης της Κνίδου, ο Κόνων πρόσφερε στον Παρθενώνα χρυσό στεφάνι και στον Πειραιά έχτισε το ναό της Κνιδίας Αφροδίτης. Οι Αθηναίοι του έστησαν χάλκινο ανδριάντα κοντά στο άγαλμα του «Διός Σωτήρος». Ο Κόνων βοήθησε τους Αθηναίους να ξαναχτίσουν τα Μακρά τείχη, με τα χρήματα που έφερε. Εκατοντάδες εργάτες έσπευσαν από τις κοντινές πόλεις να εργαστούν στην ανοικοδόμηση των τειχών, που έγινε σε βραχύτατο χρόνο. Με τα χρήματα του Κόνωνος συγκρότησαν οι Αθηναίοι και το στρατό του Ιφικράτη, που σημείωσε λαμπρές νίκες στον Κορινθιακό πόλεμο.
Ο Ιφικράτης.
Η πολεμική και πολιτική δράση του Ιφικράτη συνεχίστηκε και μετά τον Κορινθιακό πόλεμο και καλύπτει τα πενήντα πρώτα χρόνια του 4ου π.Χ. αιώνα. Ο Ιφικράτης θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους στρατιωτικούς αναμορφωτές στην Αρχαία Ελλάδα. Δημιούργησε τα ελαφρά σώματα των «πελταστών» και η στρατηγική του αποτελεί σταθμό στην πολεμική τέχνη του αρχαίου κόσμου. Για το στρατό του Ιφικράτη αναφέρω λεπτομερώς στο βιβλίο μου: «Στρατιωτική και ναυτική οργάνωσις της Αθηναϊκής Πολιτείας».
Θάνατος του Θρασύβουλου.
Παράλληλα με τις επιτυχίες του Ιφικράτη, η Αθήνα ετοιμάζει και τον πρώτο στόλο της, μετά την καταστροφή στους Αιγός Ποταμούς. Αρχηγός του στόλου εκλέγεται ο Θρασύβουλος, που σημείωσε λαμπρές επιτυχίες στο βόρειο Αιγαίο και στα παράλια της Μικράς Ασίας. Η Θάσος, η Αλικαρνασσός, οι Κλαζομενές και άλλες πόλεις μπαίνουν στην αθηναϊκή συμμαχία. Αλλά ο Θρασύβουλος σκοτώθηκε (388) κοντά στον ποταμό Ευρυμέδοντα (Μ. Ασίας), από ένα νυχτερινό αιφνιδιαμσμό του εχθρού. Προηγουμένως το φιλειρηνικό κόμμα στην Αθήνα με τον Ανδοκίδη είχε αρχίσει, με τη συγκατάθεση της Εκκλησίας του Δήμου, διαπραγματεύσεις με τους Σπαρτιάτες, χωρίς αποτέλεσμα. Και ο πόλεμος συνεχίζεται.