Το αρχαιότερο πολίτευμα στην Αθήνα ήταν η απόλυτη μοναρχία. Ο βασιλιάς συγκεντρώνει όλες τις εξουσίες. Είναι συγχρόνως ο ανώτατος θρησκευτικός, πολιτικός και στρατιωτικός αρχηγός. Ο λαός δεν παίζει κανένα ρόλο. Τον καλούν καμιά φορά σε συνέλευση, όχι για ν’ αποφασίσει αλλά για ν’ ακούσει τις αποφάσεις του μονάρχη. Και για να έχουν μεγαλύτερο κύρος οι βασιλιάδες της εποχής εκείνης εμφανίζονται σαν απόγονοι θεών και ημίθεων. Για το λόγο αυτό η πανάρχαια ιστορία της Αθήνας μπλέκεται με μύθους και θρύλους, ώστε δύσκολα να ξεκαθαρίζονται τα ιστορικά γεγονότα.
Οι «Εννέα Άρχοντες». Η απόλυτη εξουσία του βασιλιά άρχισε με τον καιρό να περιορίζεται από τα αριστοκρατικά γένη. Γύρω από το μονάρχη δημιουργούνται διάφορες αρχές που τον αντικαθιστούν. Ο Αριστοτέλης γράφει ότι: «διά το γενέσθαι δε τινας των βασιλέων τα πολέμια μαλακούς» αφαιρέθηκε από το βασιλιά η αρχηγία του στρατού και δόθηκε στον Πολέμαρχο. Λίγο αργότερα απογύμνωσαν το βασιλιά και από την πολιτική εξουσία και δημιούργησαν τον Επώνυμο άρχοντα, που φρόντιζε για τις πολιτικές υποθέσεις. Λεγόταν «επώνυμος» γιατί το όνομά του χρησίμευε στους ιστορικούς χρόνους για να προσδιορίζουν τα γεγονότα στην Αθήνα. Δημιουργήθηκε ακόμη και μία νέα εξουσία: των 6 Θεσμοθετών. Αποστολή τους ήταν να διατηρούν τα παλιά έθιμα και τους νόμους (τα θέσμια) και να φτιάχνουν καινούργιους. Ο Βασιλεύς, ο Πολέμαρχος, ο Επώνυμος άρχων και οι 6 Θεσμοθέτες είναι οι παλιότεροι «Εννέα Άρχοντες» της Αθήνας, που εκλέγονται από τους ευπατρίδες της Αττικής και προέρχονται από την τάξη τους. Στην αρχή οι άρχοντες ήταν ισόβιοι, έπειτα τους εκλέγουν για δέκα χρόνια και τελικά για ένα χρόνο. Παράλληλα με τους άρχοντες, φαίνεται πως λειτουργούσε από τα πανάρχαια χρόνια και ο Άρειος Πάγος. Τα μέλη του ήταν ισόβια και ανήκαν στα αριστοκρατικά γένη. Οι αρεοπαγίτες ασκούσαν δικαστικά καθήκοντα και είχαν την εποπτεία στη διοίκηση της πολιτείας και στην εφαρμογή των νόμων. Ο Κόδρος ήταν ο τελευταίος κληρονομικός βασιλιάς της Αθήνας. Οι διάδοχοί του γίνονται με εκλογή. Και πρέπει να σημειώσουμε ότι και σ’ αυτά τα χρόνια που η αθηναϊκή δημοκρατία βρισκόταν σε πλήρη άνθιση, ο βασιλικός θεσμός εξακολουθούσε να υπάρχει. Αλλά ο Βασιλεύς δεν είχε καμιά πολιτική εξουσία. Τον απασχολούσαν μόνο θρησκευτικά και δικαστικά καθήκοντα.
Βωμοί και ναοί. Στην άσκηση των θρησκευτικών καθηκόντων των παλιών βασιλιάδων της Αττικής θα πρέπει ν’ αναζητήσουμε και τα πρώτα ιερά που δημιουργήθηκαν στην Ακρόπολη. Κοντά στο αρχαίο βασιλικό ανάκτορο υπήρχε και το θυσιαστήριο, ο «βωμός», όπου οι βασιλιάδες της Αθήνας έκαναν τις θυσίες. Τα πρώτα εκείνα ιερά ήταν υπαίθρια ή πρόχειρα κατασκευάσματα από ξερολιθιά ή ξύλο. Οι Έλληνες στους παλαιότατους χρόνους δεν οικοδομούν ιδιαίτερους ναούς για τους θεούς των. Τους λατρεύουν στα σπίτια τους ή κατασκευάζουν πρόχειρα θυσιαστήρια (βωμούς). Λίθινους ναούς σκεπασμένους θα συναντήσουμε στην Ακρόπολη μόνο σε ιστορικούς χρόνους. Μερικοί αρχαιολόγοι τοποθετούν τον πρώτο ναό της Αθηνάς τον 7ο π.Χ. αιώνα.
Από θρησκευτικούς λόγους δημιουργήθηκε και το θ έ α τ ρ ο. Έκαναν θυσίες γύρω από το βωμό του Διονύσου που τις συνόδευαν με τραγούδια. Τους βωμούς του θεού της αμπέλου τους τοποθετούσαν στις πλαγιές των βουνών. Και τότε σοφίστηκαν να διαμορφώσουν ένα είδος σκηνής στη θέση του βωμού και να τοποθετήσουν αμφιθεατρικά τα πρώτα ξύλινα καθίσματα, που αργότερα έγιναν πέτρινα και μαρμάρινα.
Η Ακρόπολις θρησκευτικό κέντρο. Την εποχή που οι βασιλιάδες είχαν όλη την εξουσία, η Ακρόπολις, που χρησίμευε για κατοικία τους, θα ήταν το πολιτικό κέντρο του αθηναϊκού κράτους. Όσο όμως μεγαλώνει η Αθήνα και απλώνεται γύρω από την Ακρόπολη, τόσο η δύναμη των ευγενών γίνεται μεγαλύτερη. Η βασιλική εξουσία περιορίζεται και μοιράζεται σε περισσότερα πρόσωπα. Η Ακρόπολις, σαν πολιτικό κέντρο, χάνει με τον καιρό τη σημασία της και οι άρχοντες την εγκαταλείπουν για να εγκατασταθούν στην καινούργια πολιτεία. Και γνωρίζουμε ότι από τις αρχές του 7ου π.Χ. αιώνα οι «Εννέα Άρχοντες» ούτε κατοικούν, ούτε εργάζονται στην Ακρόπολη. Μόνο την εποχή της δικτατορίας του Πεισιστράτου και των γιων του η Ακρόπολις ξανάγινε πολιτικό κέντρο, για μεγαλύτερη ασφάλεια των δικτατόρων που μέναν σ’ αυτήν. Μετά τους Πεισιστρατίδες και από τις αρχές του 5ου π.Χ. αιώνα η Ακρόπολις μεταβάλλεται σε θρησκευτικό κέντρο. Αντί για κατοικία βασιλέων θα γίνη κατοικία θεών, με ναούς και πλήθος από αγάλματα. Στη μεταβολή αυτή οφείλει και τη μεγάλη της δόξα. Την χρωστάει ακόμη και στην αθηναϊκή δημοκρατία του 5ου π.Χ αιώνα που στόλισε τον Ιερό Βράχο με έργα που προκαλούν και σήμερα τον παγκόσμιο θαυμασμό.
ΤΑΞΙΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ
Από τις αρχές του 8ου π.Χ. αιώνα σημειώνεται μια μεταβολή στην πολιτική και οικονομική ζωή της Αθήνας. Ως την εποχή εκείνη οι Αθηναίοι ήταν γεωργοί. Τους κυβερνούσαν οι πλούσιοι γαιοκτήμονες – τα αριστοκρατικά γένη – που ψήφιζαν μεταξύ τους τούς 9 άρχοντες της πολιτείας. Η εκλογή των αρχόντων ήταν αποκλειστικό προνόμιο της αριστοκρατίας, ύστερ’ από την πατριαρχική μοναρχία. Αλλά τον 8ο αιώνα αρχίζουν ν’ αναπτύσσονται το εμπόριο και η ναυτιλία. Η θάλασσα ελευθερώνεται από την πειρατεία και τα αθηναϊκά πλοία διασχίζουν το Αιγαίο και τη Μεσόγειο. Δημιουργούνται τότε οι πρώτοι κεφαλαιοκράτες στην οικονομική ζωή της αρχαίας Αθήνας. Κι’ επειδή οι αριστοκράτες δεν καταδέχονταν να ασκούν το εμπόριο και τη ναυτιλία, τις μεγάλες περιουσίες τις σχηματίζουν έξυπνοι και τολμηροί άνθρωποι, που ανήκαν σε κατώτερες τάξεις. Με τους νεόπλουτους αυτούς έρχεται σε επιμιξία η παλιά αριστοκρατία της Αθήνας, που ως τότε ζούσε αποτραβηγμένη στο στενό κύκλο που κυβερνούσε το άστυ. Καθώς γράφει ο Μεγαρίτης ποιητής Θέογνις, ένας αριστοκράτης δεν ντρεπόταν να παντρευτεί «κακήν κακού θυγατέρα», αρκεί να έχει πολλά χρήματα. Και οι γυναίκες προτιμούσαν «των καλών καγαθών» τους πλούσιους. Και προσθέτει ο ίδιος: «Χρήματα γαρ τιμώσι και κακού εσθλός έγημεν και κακός εξ αγαθού, πλούτος έμιξε γένος».
Περισσότερα