Ο Νικόλαος Ατζαγιόλι (Acciajuoli) ανήκε σε μια πλούσια φλωρεντινή οικογένεια τραπεζιτών. Είχε πάει στη Νεάπολη για εμπορικές δουλειές και εκεί γνώρισε τη χήρα του ηγεμόνα του Τάραντος Φιλίππου, Αικατερίνη. Ο Φίλιππος, που είχε πεθάνει πριν από λίγο καιρό (1331), διατηρούσε «ψιλώ ονόματι» τον τίτλο του αυτοκράτορα της Κωνσταντινουπόλεως και είχε την επικυριαρχία των φραγκικών κτήσεων της Ελλάδος.
Ο ωραίος και δαιμόνιος Ατζαγιόλι συνδέθηκε με την Αικατερίνη και έγινε ο πολιτικός και οικονομικός της σύμβουλος. Και η χήρα του Φίλίππου του Τάραντος, αμείβοντας το Νικόλαο για τις πολλαπλές «υπηρεσίες» που της είχε προσφέρει, του χάρισε τη βαρωνεία της Καλαμάτας και αργότερα τον ονόμασε «Βάιλο», δηλαδή αντιπρόσωπό της , σε ολόκληρο το Μωριά. Ο Νικόλαος Ατζαγιόλι, με τη νέα θέση του, αποκτά μεγάλη δύναμη και επιρροή στην Πελοπόννησο, που τον διευκόλυναν και στις τραπεζικές εργασίες του.
Η Τράπεζα των Ατζαγιόλι συνδεόταν από πολλά χρόνια με την Ελλάδα. Είχε ιδρύσει στη Γλαρέντζα ένα υποκατάστημα, που ήταν σε κίνηση εργασιών εφάμιλλο με το υποκατάστημα του Λονδίνου. Τώρα ανοίγει και δεύτερο υποκατάστημα στην Κόρινθο. Και το 1358, ο γιος της Αικατερίνης και επικυρίαρχος της Πελοποννήσου Ροβέρτος, παραχωρεί στο Νικόλαο Ατζαγιόλι το κάστρο της Κορίνθου για κληρονομική βαρωνεία.
Νερίος Ατζαγιόλι.
Πανευτυχής ο Νικόλαος Ατζαγιόλι για τις επιτυχίες του, ερωτικές, πολιτικές και οικονομικές, πέθανε στη Νεάπολη το 1365. Ο πρωτότοκος γιος του Άγγελος προτίμησε να μείνει στις τραπεζικές του εργασίες στην Ιταλία. Και καστελάνος στην Κόρινθο πήγε ένας εξάδελφός του, ο Ραινιέρος ή Νέριος Ατζαγιόλι, που τον είχει υιοθετήσει ο Νικόλαος. Ο Νέριος Ατζαγιόλι συναγωνιζόταν σε ευφυΐα, δυναμισμό και φιλοδοξία, το θείο του και θετό πατέρα του Νικόλαο. Την πρώτη εμφάνισή του την έκανε στη σύνοδο που είχε συγκαλέσει ο Πάπας Γρηγόριος ΙΑ΄ το 1373 στη Θήβα. Εκεί είδε από κοντά τα χάλια του Καταλανικού κράτους και κατάλαβε πόσο εύκολη ήταν η κατάκτησή του. Και σε λίγα χρόνια πραγματοποιήσε τα σχέδιά του και βρέθηκε κύριος του Δουκάτου της Αθήνας.
Επάνοδος του Ορθοδόξου Μητροπολίτη.
Ο νέος Φλωρεντινός άρχοντας έρχεται στην Αθήνα με πολύ πιο δημοκρατικές διαθέσεις, απέναντι του ελληνικού στοιχείου, από τους προκατόχους του. Αντιλαμβάνεται πως έχει ανάγκη από την υποστήριξη των Ελλήνων για να μπορέσει ν’ αντιμετωπίσει τους εχθρούς που τον περιβάλλουν. Και για να ικανοποιήσει τους Έλληνες, ξανασυνιστά την Ορθόδοξο Μητρόπολη Αθηνών, που είχε καταργηθεί μετά την κατάληψη της Ελλάδος από τους Σταυροφόρους (1205). Διορίζει Μητροπολίτη Αθηνών τον μέχρι τότε Θεσσαλονίκης Δωρόθεο. Αφήνει όμως και τον Καθολικό Αρχιεπίσκοπο στην Ακρόπολη και διατηρεί τον Παρθενώνα φράγκικη εκκλησία.
Μετά την απομάκρυνση του τελευταίου Ορθοδόξου Μητροπολίτη Μιχαήλ Ακομινάτου και το θάνατό του (1220), το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως εξακολουθούσε να χειροτονεί μητροπολίτες Αθηνών, που είχαν όμως μόνο τον τίτλο και έμεναν μακρυά από την έδρα τους. Γι’ αυτό και οι Αθηναίοι με ενθουσιασμό ξαναβλέπουν το Μητροπολίτη τους, ύστερ’ από διακόσια χρόνια απουσίας. Τον αισθάνονται σαν τοπικό αρχηγό του Γένους, και γύρω από αυτόν θα σχηματίσουν ένα εθνικό κέντρο που θα διατηρηθεί και στην Τουρκοκρατία. Ήταν φυσικό, η εγκατάσταση του Ορθοδόξου Μητροπολίτη να προκαλέσει απροκάλυπτη και βίαιη αντίδραση των Καθολικών παπάδων, που θα εκδηλωθεί σε λίγο εντονώτερη.
Περιποίηση ελληνικού στοιχείου.
Συγχρόνως με την επαναφορά του Μητροπολίτη, ο Νέριος λαμβάνει και άλλα μέτρα για να κολακεύσει το ελληνικό στοιχείο. Διορίζει νοταρίους και γραμματικούς Έλληνες και γέροντες για να συμμετέχουν στη διοίκηση της Κοινότητας. Παντρεύει την κόρη του Βαρδολομαία, «την ωραιότερη γυναίκα της εποχής», κατά το Χαλκοκονδύλη, με το Δεσπότη του Μυστρά Θωμά Παλαιολόγο. Και την άλλη κόρη του Φραγκίσκα με τον ισχυρό δυνάστη της Κεφαλληνίας Κάρολο Τόκκο. Ορίζει την Αθήνα για οριστική πρωτεύουσα του Δουκάτου και χτίζει στην Ακρόπολη, δίπλα στα Προπύλαια, το δουκικό μέγαρο. Εκτός από το παλάτι στην Ακρόπολη, οι δούκες της Αθήνας έχτισαν και ένα καλοκαιρινό ανάκτορο στο Βατραχονήσι, κοντά στο Στάδιο, που τα θεμέλιά του διακρίνονταν ως τον περασμένο αιώνα. Η ελληνική γλώσσα αρχίζει να χρησιμοποιείται σε κυβερνητικά έγγραφα του εσωτερικού, ενώ ως τότε ήταν σε διωγμό. Επίσημη όμως γλώσσα την εποχή των Ατζαγιόλι είναι τα λατινικά και τα ιταλικά, όπως επί των Ντελαρός τα γαλλικά και επί των Καταλανών η ισπανική δημοτική της Βαρκελώνης. Ο Νέριος Ατζαγιόλι, χάρη στην ευστροφία και στη διπλωματικότητά του, είχε κατορθώσει να έχει καλές σχέσεις με τους γείτονές του. Οι Φράγκοι της Πελοποννήσου, που τον είχαν Βάιλο, τον είδαν με ευχαρίστηση στο γειτονικό τους Δουκάτο της Αθήνας. Το ίδιο και η Βενετία. Προτιμούσε να βλέπει έναν Ιταλό, από τον Καταλανό ή το Γάλλο που ήταν πριν. Ο Νέριος είχε καλές σχέσεις και με τους Βυζαντινούς, χάρη στο γάμο της κόρης του με το Θωμά Παλαιολόγο.
Εγκατάσταση Αλβανών.
Για να ενισχυθεί στρατιωτικώς και να πυκνώσει τον αραιό πληθυσμό του δουκάτου του, εγκατέστησε Αλβανούς στην Αττική και στη Βοιωτία. Πολλούς από αυτούς τους έφερε από την περιοχή της Κορίνθου, όπου τους είχε χρησιμοποιήσει παλαιότερα για στρατιώτες. Τους Αλβανούς θεωρούσαν τότε καλούς πολεμιστές. Και, πραγματικά, δύο πράγματα γνώριζαν καλά: τον πόλεμο και το πλιάτσικο. Οι Έλληνες έχουν πικρή πείρα από τις επιδόσεις τους αυτές και σε νεώτερα χρόνια … Οι Αλβανοί, όμως που εγκατεστάθηκαν στην Ελλάδα έγιναν σύντομα φιλήσυχοι αγρότες και εξελληνίστηκαν. Μόνο τη γλώσσα τους, αρκετά παρεφθαρμένη, την διατήρησαν και μετά την απελευθέρωση της Ελλάδος. Κι’ αυτό, γιατί ήταν πολύ πιο εύκολη από την ελληνική. Χρησιμοποιούσαν ένα περιορισμένο αριθμό λέξεων, για να εκφράζωνται και μια υποτυπώδη γραμματική.
Αιχμαλωσία Νέριου.
Όταν ο Νέριος στερεώθηκε, ζήτησε να επεκτείνει το δουκάτο του. Να καταλάβει την πλούσια Αργολίδα με τα κάστρα του Ναυπλίου και του Άργους, που ανήκαν από την εποχή των Ντελαρός στο Δουκάτο της Αθήνας. Συνεννοείται τότε με το γαμπρό του Θωμά Παλαιολόγο, για να καταλάβουν τα δύο κάστρα. Ο Παλαιολόγος πήρε μόνο το Άργος. Το Ναύπλιο το πρόφθασαν οι Βενετοί, που διεκδικούσαν και αυτοί την Αργολίδα. Η Βενετία μάλιστα έκοψε κάθε εμπορική επαφή με το Νέριο, γιατί θεώρησε πραξικοπηματική την κατάληψη του Άργους και του ζήτησε να το εγκαταλείψει. Η υπόθεση του Άργους είχε και μία περιπέτεια για το Νέριο. Ο αρχηγός των Ναβαρραίων Πέτρος Σουπεράν τον κάλεσε να συνεννοηθούν για το ζήτημα του Άργους. Ο Νέριος δεν κατάλαβε την παγίδα που του έστηνε. Και όταν περνούσε από τη Βοστίτσα (Αίγιον), πηγαίνοντας να τον συναντήσει, τον συλλαμβάνουν (1389) οι Ναβαρραίοι και τον φυλακίζουν. Παρ΄ όλα τα διαβήματα που έκανε η γυναίκα του Νερίου, Άννα και οι δύο αδελφοί του – ο ένας ήταν καρδινάλιος – στον Πάπα και στην κυβέρνηση της Βενενίας, ο Νέριος έμεινε φυλακισμένος περισσότερο από ένα χρόνο. Και στο τέλος τον αφήκαν ελεύθερο, αφού πλήρωσε υπέρογκα λύτρα στους Ναβαρραίους και πήρε την υποχρέωση να πιέσει το γαμπρό του Παλαιολόγο να παραδώσει το Άργος στους Βενετούς. Και για εγγύηση τους έδωκε τα Μέγαρα. Για να πληρώσει την αποζημίωση στους Ναβαρραίους, ο Νέριος αναγκάστηκε να μαζέψει και αυτά τα πολύτιμα σκεύη από την εκκλησία του Παρθενώνος και από άλλες αθηναϊκές εκκλησίες.
Οι Τούρκοι στην Αττική.
Το 1390 ο Νέριος ξαναγύρισε στην Αθήνα και συνέχεισε την αναδιοργώνωση του κράτους του, ιδίως τη στρατιωτική, γιατί οι Τούρκοι, μετά την Άλωση της Σόφιας και τη συντριβή της Σερβίας στη μάχη του Κοσσόβου (1389), είχαν γίνει αρκετά ισχυροί και περισσότερο απειλητικοί. Και δεν άργησαν να φθάσουν στην Αττική και να την λεηλεατήσουν (1392 – 1393), κατεβαίνοντας στην Πελοπόννησο με το στρατηγό Εβρενός. Είχαν προσκληθεί από τους Ναβαρραίους για να καταλύσουν τα υπολείμματα της Φραγκοκρατίας και το Δεσποτάτο του Μυστρά και να μοιραστούν το Μωριά. Ο Νέριος ζήτησε τότε τη βοήθεια του Πάπα και άλλων Φράγκων ηγεμόνων για ν’ αντιμετωπίουν τον τουρκικό κίνδυνο. Ο Πάπας κήρυξε σταυροφορία κατά των Τούρκων (1394), αλλά κανένας δεν πήγε στο προσκλητήριό του. Η εποχή των σταυροφοριών είχε περάσει … Και τότε ο Νέριος αναγκάστηκε να συνθηκολογήσει με τους Τούρκους και να τους πληρώνει φόρο υποτελείας για να τον αφήνουν ήσυχο. Μερικοί ιστορικοί αναφέρουν ότι η Αθήνα κυριεύθηκε από τους Τούρκους το 1397, γιατί το χρόνο εκείνο ή λίγο πρωτύτερα αναγνώρισε ο Νέριος την υποτέλειά του στο σουλτάνο. Φαίνεται ακόμη πως σε κάποια επιδρομή των Τούρκων η Αθήνα, για λίγο καιρό, βρέθηκε στην κατοχή τους.
Η διάβαση των Τούρκων με τον Εβρενός από την Αττική έδωκε την ευκαιρία στον Καθολικό κλήρο να κατηγορήσει τον Ορθόδοξο Μητροπολίτη Δωρόθεο, ότι αυτός τους είχε καλέσει. Ο Νέριος έδωκε πίστη στις καταγγελίες και ο Δωρόθεος, προκειμένου να συλληφθεί και πιθανώς να εκτελεσθεί, έφυγε κρυφά για τη Θεσσαλονίκη και από εκεί πήγε στην Κωνσταντινούπολη. Η Σύνοδος του Πατριαρχείου απαλλάσσει το Δωρόθεο από την κατηγορία (1593), αλλά στέλνει άλλο στη θέση του, το Μακάριο, για να μην εκτραχύνει τις σχέσεις της με το Νέριο. Με υπόδειξη, προφανώς, των Καθολικών παπάδων, ο Νέριος χώρισε τη Μητρόπολη Αθηνών σε δύο. Έκανε και μία δεύτερη Μητρόπολη με έδρα τη Θήβα. Με το χωρισμό αυτό περιόριζε τη δικαιοδοσία και την επιρροή του Ορθοδόξου Μητροπολίτη.
Θάνατος και διαθήκη του Νερίου.
Ο Νέριος Ατζαγιόλι πέθανε το 1394 και αφήκε μια περίεργη διαθήκη. Την είχε συντάξει λίγο πριν από το θάνατό του. Σύμφωνα με τους όρους της διαθήκης, η πόλη της Αθήνας, με τα εισοδήματά της, περιέρχεται στους καθολικόυς παπάδες της Παναγίας της Αθηνιώτισσας (Παρθενώνος). Ορίζει μάλιστα στη διαθήκη του ότι, εκτός από τους παπάδες που είχε τότε η εκκλησία του Παρθενώνος, έπρεπε να πάρουν και άλλους είκοσι «Λατίνους της Καθολικής πίστεως», για να προσεύχωνται και να λειτουργούν νύχτα και ημέρα για τη σωτηρία της ψυχής του! … Ο Νέριος από τη νόμιμη γυναίκα του, που είχε πεθάνει μερικούς μήνες πριν απ΄αυτόν, είχε δύο κόρες: τη Βαρδολαμαία Παλαιολόγου και τη Φραγκίσκα Τόκκου. Είχε όμως και ένα νόθο γιο, τον Αντώνιο, με τη Μαρία Ρέντη. Την κόρη του πανίσχυρου επί Καταλανών νοταρίου και στρατηγού, που εξακολουθούσε και την εποχή των Ατζαγιόλι να είναι – ίσως χάρη στην κόρη του – ο νοτάριος της Αθήνας. Στο νόθο γιο του Αντώνιο, ο Νέριος αφήκε τα κάστρα της Λιβαδειάς και της Θήβας. Και το υπόλοιπο δουκάτο του το κληροδοτεί στη Βενετία. Με τη διαθήκη του, επίσης, ορίζει και διατάσσει, «όπως η Μαρία κόρη του Δημητρίου Ρέντη «γίνει ελεύθερη» και έχει όλα τα ιδικά της κινητά και ακίνητα, όπουδήποτε και αν βρίσκωνται». Από την παράγραφο αυτή της διαθήκης γίνεται φανερό ότι και αυτή ακόμη η επί χρόνια «ευνοουμένη» του ηγεμόνα, με την οποία είχε αποκτήσει και παιδί, εξακολουθούσε να βρίσκτεαι στην κατάσταση της «δουλοπαροίκου» και μόνο με την επιταγή της διαθήκης γίνεται «ελεύθερη». Ασφαλώς, το ίδιο θα ίσχυε και για όλους τους άλλους Έλληνες του Δουκάτου, που εξακολουθούσαν και επί των Ατζαγιόλι να είναι δουλοπάροικοι, ή τουλάχιστο με μειωμένα αστικά δικαιώματα.
Επανάσταση Αθηναίων.
Ύστερ’ από την περίεργη διαθήκη του Νερίου παρουσιάστηκαν τέσσερεις που είχαν απαιτήσεις για το Δουκάτο της Αθήνας: Οι δύο γαμπροί του Νερίου Θωμάς Παλαιολόγος Δεσπότης του Μυστρά και Κάρολος Τόκκος Δυνάστης της Κεφαλληνίας, η Βενετία και ο νόθος γιος του Αντώνιος, άρχοντας τώρα της Βοιωτίας. Μεταξύ των τεσσάρων μνηστήρων του Δουκάτου αρχίζουν διαμάχες, με αποτέλεσμα ο Παλαιολόγος να καταλάβει το κάστρο του Ακροκορίνθου, ο Τόκκος τα Μέγαρα και οι Βενετοί, από το 1395, να εγκατασταθούν στην Αθήνα. Ενώ διαρκούσαν οι διαμάχες των μνηστήρων, ο Έλλην Μητροπολίτης της Αθήνας Μακάριος, νόμισε πως ήταν ευκαιρία να θέσει τέρμα στη Φραγκοκρατία. Και ξεσήκωσε τους Αθηναίους σε επανάσταση. Οι Φράγκοι κλείστηκαν στην Ακρόπολη, που την υπεράσπιζε ο φρούραρχός της Ματθαίος Μοντόνα (Montona). Οι Τούρκοι ιστορικοί αναφέρουν ότι, το Μητροπολίτη βοήθησε, ύστερ’ από πρόσκλησή του, τουρκικός στρατός που ήλθε από τη Θεσσαλία με το στρατάρχη Τιμουρτάς. Η πληροφορία όμως αυτή δε θεμελιώνεται ιστορικά και πρέπει να την δεχτούμε με μεγάλη επιφύλαξη. Οπωσδήποτε, ο φρούραρχος Μοντόνα μπόρεσε να έλθει σε επαφή με τους Βενετούς της Ευβοίας που έστειλαν στρατό και ελευθέρωσαν τους πολιορκημένους στην Ακρόπολη. Και από το τέλος του 1394 η Αθήνα θα βρεθεί υπό την κυριαρχία της Βενετίας.