Στα βορεινά της Αθήνας υψώνονται τα Τουρκοβούνια. Οι πέτρινες κορφές τους προβάλλουν σήμερα πάνω από τα σπίτια που έχουν χτιστεί στις πλαγιές των χαρακτηριστικών αυτών πετρόβουνων. Αν όμως σήμερα τα Τουρκοβούνια ξεχωρίζουν στο λεκανοπέδιο της Αττικής από τους γύρω λόφους, δεν ήταν το ίδιο και στα προϊστορικά χρόνια.
Αποτελούσαν με το Λυκαβηττό, την Ακρόπολη και το λόφο του Φιλοπάππου, ένα βουνό που τέλειωνε στη θάλασσα του Φαλήρου. Την εποχή των μεγάλων κατακλυσμών και των πλημμυρών τα χωματένια μέρη του βουνού παρασύρθηκαν από τα νερά και έμειναν μόνο οι σκληροί βράχοι, χωρισμένοι ο ένας από τον άλλο. Σ’ έναν από τους βράχους αυτούς – στην κατοπινή Ακρόπολη – οι παλαιότατοι Αθηναίοι έχτισαν την πόλη τους. Οι αρχαιολόγοι δεν προσδιορίζουν πότε οι άνθρωποι εγκαταστάθηκαν για πρώτη φορά στην Ακρόπολη. Στις ανασκαφές που έγιναν στις πλαγιές της Ακροπόλεως βρήκαν εργαλεία και κομμάτια από αγγεία του τέλους της νεολιθικής εποχής, που αρχίζει από το 6000 π.Χ. και φθάνει ως το 3000, όταν άρχισαν στον ελληνικό χώρο να χρησιμοποιούν το χαλκό. Η κατεργασία του σίδερου παρουσιάζεται στην Αττική αργότερα (γύρω στα 1100 π.Χ.). Με τα δεδομένα αυτά πρέπει να δεχτούμε ότι τουλάχιστο την υστερονεολιθική εποχή (3500 – 3000 π.Χ.) κατοικούσαν άνθρωποι στην Ακρόπολη και πιθανώς να την χρησιμοποιούσαν για φρούριο. Και από τότε, επάνω από 5000 χρόνια, η ζωή συνεχίζεται αδιάκοπα. Δεν αποκλείεται όμως να την κατοικούσαν και πολύ παλαιότερα. Οι ανασκαφές που έγιναν στη Θεσσαλία το 1958 και στη Χαλκιδική το 1960 επιβεβαίωσαν την ύπαρξη παλαιολιθικής ζωής στην Ελλάδα, πριν από 70 και 80 χιλιάδες χρόνια. Και από τη Θεσσαλία, καθώς θα ιδούμε, κατέβηκαν οι πανάρχαιοι κάτοικοι της Αττικής. Η αρχαιολογία όσο προχωρεί παρουσιάζει νέα στοιχεία και νέες θεωρίες, που πολλές φορές ανατρέπουν τις παλαιότερες και ανατρέπονται από νεώτερες. Συχνά οι θεωρίες των αρχαιολόγων, των γλωσσολόγων και των φιλολόγων, ξαναγυρίζουν για την προϊστορία και την πρωτοϊστορία του ελληνικού χώρου στα αρχαία κείμενα, που είναι και τα αυθεντικότερα γιατί βρίσκονται πιο κοντά στην παράδοση.
Η Ακρόπολις, συγκριτικά με τους άλλους κοντινούς της λόφους, ήταν η καταλληλότερη για κατοικία στα πανάρχαια χρόνια. Οι πολιτείες έπρεπε τότε να είναι συγχρόνως και κάστρα για να εξασφαλίζουν τους κατοίκους των από τις επιδρομές των πειρατών. Ο Θουκυδίδης γράφει ότι και σε νεώτερες εποχές η ληστεία και η πειρατεία ήταν τόσο διαδεδομένες στην Ελλάδα, ώστε ολόκληρες περιοχές ζούσαν από τη διαρπαγή. Και προσθέτει ότι η ληστεία στα χρόνια εκείνα όχι μόνο δεν ήταν ντροπή, αλλά έφερνε και δόξα σε όσους την ασκούσαν. Με τις προϋποθέσεις αυτές, ήταν φυσικό η Ακρόπολις να τράβηξε τους πρώτους κατοίκους που κατέβηκαν από τις βορειότερες περιοχές στην Αττική. Ο λόφος ήταν αρκετά ψηλός και με απότομες πλαγιές, που του έδιναν φυσική οχυρότητα. Το ύψος του από τη θάλασσα είναι 152 μέτρα και κάπου 100 μέτρα από το γύρω έδαφος. Το σχήμα του λόφου μοιάζει με έλλειψη. Έχει μήκος 270 μέτρα και 94 πλάτος. Το επάνω μέρος στην Ακρόπολη είναι σχετικά ομαλό και κατάλληλο για κατοικία ανθρώπων. Υπήρχαν και πηγές με νερό. Η αρχαιολογία, ως τώρα, έχει διαπιστώσει τρεις πηγές: την Κλεψύδρα, του Ασκληπιού και της Αγλαύρου. Οι πηγές ήταν πολύτιμες σε περίπτωση πολιορκίας. Οι άλλοι λόφοι κοντά στην Ακρόπολη ή είναι χωματόβουνα και ευκολοπλησίαστοι ή ακατάλληλοι για κατοικία ανθρώπων. Ο Λυκαβηττός, που είναι ψηλότερος (277μ. από τη θάλασσα) και πιο απότομος, έχει μικρό πλάτωμα στην κορυφή του.
Στην Ακρόπολη σχηματίστηκε ο πρώτος συνοικισμός της Αθήνας. Εκεί έμενε ο βασιλιάς με το στρατό του και τους αξιωματούχους. Οι ανασκαφές μας έδειξαν τα θεμέλια του βασιλικού ανακτόρου, που βρισκόταν κοντά στο Ερεχθείο. Τα θεμέλια ήταν καμωμένα από μεγάλους ογκόλιθους. Παρόμοιους ογκόλιθους θα βρούμε και στο αρχαιότατο τείχος που προστάτευε την Ακρόπολη. Κομμάτια από το τείχος αυτό, το καλούμενο Πελασγικό ή Πελαργικό, σώζονται και σήμερα. Τους ογκόλιθους προσάρμοζαν τον ένα επάνω στον άλλο, χωρίς συνδετικό υλικό. Οι αρχαίοι Αθηναίοι απόδιδαν την κατασκευή των τειχών αυτών στους Πελασγούς και στους Κύκλωπες. Ανθρώπους με υπερφυσική δύναμη, που τους παρουσιάζουν περισσότερο για μυθολογικά όντα παρά για ιστορικά πρόσωπα. Παρόμοια τείχη από ογκόλιθους θα συναντήσουμε στις Μυκήνες και στην Τίρυνθα, την εποχή που είχε ακμάσει σ’ αυτές ο λαμπρός μυκηναϊκός πολιτισμός (1600 – 1000 π.Χ.) που μας αποκάλυψαν οι ανασκαφές. Της ίδιας εποχής ή λίγο νεώτερα πρέπει να θεωρηθούν και τα πελασγικά τείχη στην Ακρόπολη.
Έχει ακόμη διαπιστωθεί ότι το 13ο π.Χ. αιώνα έγιναν βιαστικά επισκευές στα τείχη της Ακροπόλεως, για ν’ αντιμετωπίσουν, ίσως, οι παλαιότεροι κάτοικοι τους νέους κατακτητές του ελλαδικού χώρου. Μερικοί αρχαιολόγοι υποστηρίζουν ότι από το 1300 – 1225 π.Χ. ισοπεδώθηκε ο βράχος της Ακροπόλεως και τειχίστηκε με κατασκευή ανάλογη με τις ακροπόλεις των Μυκηνών και της Τίρυνθος. Το βέβαιον είναι πως ο μυκηναϊκός πολιτισμός, που αποτελεί συνέχεια ή προέκταση του μινωικού και του κυκλαδικού, είχε την επίδρασή του στην Αττική. Και, ασφαλώς, με τον πολιτισμό της Κρήτης, των Κυκλάδων και των Μυκηνών, θα συγγένευε και ο παλαιότερος αττικός.
ΚΑΤΟΙΚΟΙ ΚΑΙ ΓΛΩΣΣΑ
Οι ιστορικές παραδόσεις των αρχαίων, ανακατωμένες με αρκετή μυθολογία, παρουσιάζουν για παλαιότατους κατοίκους της Αττικής τους Πελασγούς, που είχαν κατέβει από τη Θεσσαλία. Για τους Πελασγούς έχουν διατυπωθεί από τους νεώτερους αρχαιολόγους πολλές θεωρίες. Υποστηρίχτηκε και η γνώμη ότι δεν υπήρξαν ποτέ. Βέβαιο είναι ότι από το 3500 π.Χ. κατοικούσαν στην Αττική και στην Αθήνα (Ακρόπολη) άνθρωποι με κάποιο πολιτισμό, είτε λέγονταν Πελασγοί, είτε είχαν άλλο όνομα. Οι κάτοικοι αυτοί μετά το 3000 π.Χ., όταν ο χαλκός άρχισε να χρησιμοποιείται στην Αττική, εκπολιτίζονται περισσότερο. Φτιάχνουν μετάλλινα εργαλεία και διορθώνουν τις καλύβες τους σε ανετότερα σπίτια. Ακολουθεί έπειτα η ανάμιξη των πανάρχαιων κατοίκων με διάφορους ξένους που έρχονται στην Αττική, είτε σα φίλοι, είτε σαν επιδρομείς και κατακτητές.
Περισσότερα