ΕΠΑΝΟΔΟΣ ΣΤΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Μετά την εξέγερση της στρατιάς δημιουργήθηκαν ουσιαστικά δύο αθηναϊκά κράτη. Το ένα στη Σάμο και το άλλο στην Αθήνα. Η στρατιά δικαιολογημένα θεωρούσε ότι αυτή ήταν η πραγματική Αθηναϊκή Πολιτεία και με το πνεύμα αυτό οργανώθηκε.

Τα πληρώματα αποτέλεσαν την Εκκλησία του Δήμου, που ψήφισε στρατηγούς το Θρασύβουλο και το Θράσυλλο. Το κράτος της Σάμου, που είχε και τη δύναμη, άρχισε να εισπράττη αντί της Αθήνας τις εισφορές των συμμάχων. Πραγματικός αρχηγός του αθηναϊκού κράτους της Σάμου ήταν ο Θρασύβουλος. Με την πολιτικότητα και τη σύνεση που δείχνει, κατορθώνει να ξεπερνά τις δυσχέρειες που παρουσιάζονται, να εμψυχώνη και να ενθουσιάζη τα πληρώματα. Στην πρωτοβουλία του οφείλεται και η χρησιμοποίηση του Αλκιβιάδη. Έκρινε πως τη στιγμή εκείνη ο Αθηναίος πολιτικός, παρά τα μεγάλα ελαττώματά του, μπορούσε να βοηθήση αποφασιστικά την πατρίδα μου. Ο Αλκιβιάδης στην πρόσκληση του Θρασυβούλου έσπευσε να κατέβη στη Σάμο. Αυτό ζητούσε από χρόνια. Να βρεθή και πάλι κοντά στους Αθηναίους. Στη Σάμο τον εκλέξαν (411) στρατηγό αυτοκράτορα, δηλαδή αρχιστράτηγο. Ο Αλκιβιάδης συμφώνησε με την πολιτική που είχε ακολουθήσει ο Θρασύβουλος. Δεν έπρεπε, για να χτυπήσουν τον εσωτερικό εχθρό, να αφήσουν τον εξωτερικό και να μεταφέρουν στην Αθήνα τον εμφύλιο πόλεμο σε τόσο κρίσιμες στιγμές. Με τη μετριοπάθεια που έδειχνε ο Αλκιβιάδης, παρουσιαζόταν «υπεράνω των κομμάτων». Την ίδια πολιτική κράτησε και απέναντι της πρεσβείας των Αθηναίων όταν έφθασε στη Σάμο. Την προστάτευσε από τη μανία των στρατιωτών, που ζητούσαν να εκτελέσουν τους πρέσβεις και αφού τους άκουσε, τους είπε ότι είναι σύμφωνος για την κατάργηση των μισθών και τον περιορισμό των δημοσίων δαπανών. Έπρεπε όμως να καταργηθή η Βουλή των «τετρακοσίων» και να ξαναφέρουν το νόμιμο πολίτευμα της δημοκρατίας.

Δολοφονία του Φρυνίχου.

Όταν οι πρέσβεις μεταφέραν στην Αθήνα τις μετριοπαθείς προτάσεις του Αλκιβιάδη, πολλοί από τη Βουλή των «τετρακοσίων» έκριναν ότι τα πράγματα έπρεπε να επανέλθουν στη δημοκρατική ομαλότητα. Στη Βουλή των «τετρακοσίων» ο Φρύνιχος, από πονηρία και για να δημιουργήση συνενόχους, είχε βάλει μερικούς δημοκρατικούς και χρηστούς πολίτες. Και αυτοί τώρα σχημάτισαν τη διαλλακτική μερίδα του καθεστώτος. Υπήρχαν όμως και οι αδιάλλακτοι. Τα παλιά μέλη των Εταιρειών που υποστήριζαν ότι με οιαδήποτε μέσα, έστω και με το σπαρτιατικό στρατό, έπρεπε να κρατηθούν στην εξουσία. Άρχισε τότε πόλεμος εξοντωτικός μεταξύ των δύο φατριών των στασιαστών. Και όταν ο Φρύνιχος γύρισε στην Αθήνα από τη Σπάρτη, με τον Αντιφώντα και τον Αρχιπτόλεμο, δολοφονήθηκε μέσα στην Αγορά, που ήταν γεμάτη από κόσμο. Από τους δύο δολοφόνους του Φρυνίχου έπιασαν τον ένα. Ο άλλος ξέφυγε. Ανήκαν και οι δύο στους μισθοφόρους που είχαν στρατολογήσει και οπλίσει οι «τετρακόσιοι». Από εκεί είχε δοθή και η εντολή της δολοφονίας.

Ανατροπή της δικτατορίας.

Το καθεστώς των στασιαστών άρχισε να καταρρέη. Στην κατάρρευσή του είχαν συντελέσει η ήττα του αθηναϊκού στόλου στον Ευβοϊκό κόλπο και η αποστασία των πόλεων της Ευβοίας από την αθηναϊκή συμμαχία. Πρώτη ξεσηκώθηκε ενανατίον του καθεστώτος η φρουρά που ήταν στον Πειραιά. Την ακολούθησαν οι πολίτες. Αυτοί μαζεύτηκαν στο θέατρο της Μουνιχίας και από εκεί «συντεταγμένοι» βάδισαν εναντίον της Αθήνας. Στρατοπέδευσαν στο Ανάκειον, κοντά στην Ακρόπολη, όπου ήταν το ιερό των Διοσκούρων και όπου οι Αθηναίοι έφηβοι έδιναν τον όρκο του στρατιώτη: «Ου καταισχυνώ τα όπλα… και την Πατρίδα ου ελάττω παραδώσω, πλείω δε και αρείω όσης αν παραδέξομαι… Και τοις θεσμοίς τοις ιδρυμένοις πείσομαι… και αν τις αναιρή τους θεσμούς ή μη πείθεται, ου επιτρέψω, αμυνώ δε μόνος και μετά πάντων…». Η συμβολική αυτή στρατοπέδευση των επαναστατών του Πειραιώς στο ναό των Διασκούρων ήταν η αρχή του τέλους της δικτατορίας των «τετρακοσίων». Οι Αθηναίοι ξανάγιναν κύριοι στην πόλη τους. Μαζεύτηκαν στο θέατρο του Διονύσου και όρισαν την ημέρα που η Εκκλησία του Δήμου θα συνεδρίαζε και πάλι στην Πνύκα, για να πάρη αποφάσεις. Το πραξικόπημα των ολιγαρχικών είχε κρατήσει τέσσερεις μήνες. Στο μεταξύ η Αθήνα είχε χάσει την Εύβοια που την ανεφοδίαζε και μερικές άλλες σύμμαχες πόλεις. Από τις 34 τριήρεις, που είχαν στείλει για να υπερασπιστούν την Εύβοια, οι 22 βυθίστηκαν σε ναυμαχία με τον πελοποννησιακό στόλο με όλα τα πληρώματά τους. Αυτός ήταν ο απολογισμός από την τετράμηνη Βουλή των «τετρακοσίων».

Από τους αρχιστασιαστές, άλλοι έφυγαν και πήγαν στη Σπάρτη, όπως ο Πείσανδρος, και άλλοι έμειναν στην Αθήνα. Η επάνοδος στη δημοκρατική ομαλότητα έγινε χωρίς βιαιότητες και η Εκκλησία του Δήμου, που συνεδρίαζε συχνά, έπαιρνε αποφάσεις που δείχνουν σοβαρότητα, ωριμότητα και μετριοπάθεια. Παρόμοιες αποκαταστάσεις του νόμιμου πολιτεύματος σε άλλες πόλεις (Κέρκυρα, Άργος κ.λ.) συνοδεύτηκαν με τη σφαγή όλων εκείνων που είχαν επιβουλευθή τη δημοκρατία και των συνεργατών τους. Στην Αθήνα, μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας, αναθέσαν σε ειδική επιτροπή να εξετάση τη διαγωγή και τη δράση που έδειξε ο καθένας από τους «τετρακοσίους». Τους περισσότερους τους απαλλάξαν. Καταδικάσαν μόνο τους φυγάδες και ελάχιστους από τους άλλους. Κύριος κατηγορός τους ήταν ο Θηραμένης. Από ολιγαρχικός έγινε τώρα μεγάλος υπερασπιστής της δημοκρατίας. Σε λίγα χρόνια θα είναι από τους αρχηγούς των «Τριάντα Τυράννων», που θα επιβάλουν στυγνή δικτατορίς στους Αθηναίους. Το δικαστήριο καταδίκασε σε θάνατο τον Αντιφώντα και τον Αρχιπτόλεμο. Οι περιουσίες τους δημεύτηκαν, τα σπίτια τους κατεδαφίστηκαν και οι οικογένειές τους κηρύχτηκαν άτιμες. Απαγορεύτηκε η ταφή τους στην Αττική. Δίκασαν και τον πεθαμένο Φρύνιχο και τον καταδίκασαν στις ίδιες ποινές. Πήραν από τον τάφο το νεκρό του και τον θάψαν έξω από τα όρια της Αττικής. Σε ειδική μαρμάρινη στήλη, που τοποθέτησαν στην Αγορά, έγραψαν την απόφαση του δικαστηρίου και τις ποινές που επιβάλαν σ’ εκείνους που είχαν επιβουλευθή τη δημοκρατία.

Μαζί με τις κυρώσεις, που ήταν ελάχιστες, για την εποχή και για το αδίκημα, η Εκκλησία του Δήμου πήρε και πολιτικές αποφάσεις. Οι συζητήσεις έγιναν με σοβαρότητα, με ηρεμία και πολλές αποφάσεις ήταν θαρραλέες. Ξαναβρίσκουμε πάλι τον παλαιότερο Δήμο των Αθηναίων. Καταργήθηκε η Βουλή των «τετρακοσίων» και επαναφέραν την παλαιότερη Βουλή των «πεντακοσίων». Αποφασίστηκε να λαμβάνουν μέρος στην Εκκλησία του Δήμου μόνον όσοι μπορούσαν με έξοδά τους να φτιάξουν την πανοπλία τους, που ήταν και οι σχετικά ευπορώτεροι. Δέχτηκαν την κατάργηση κάθε μισθοφοράς ή κρατικής παροχής. Όρισαν νομοθέτες για την αναθεώρηση του πολιτεύματος. Οι νομοθέτες έπρεπε μέσα σε τέσσερεις μήνες να υποβάλουν τα πορίσματά τους. Με πρόταση του Κριτία ψηφίστηκε η επιστροφή του Αλκιβιάδη και συγχρόνως έστειλαν μια πρεσβεία στη Σάμο για να κανονίση την ένωση της στρατιάς με το κράτος της Αθήνας. Ο Θουκυδίδης αναφέρει ότι ο τρόπος της λειτουργίας του πολιτεύματος στην περίοδο εκείνη, που κράτησε οκτώ μήνες, ήταν από τους ευτυχέστερους της αθηναϊκής δημοκρατίας. Σημειώθηκαν όμως και μερικές παραφωνίες στην αρμονία που είχε επικρατήσει μετά το σάλο της δικτατορίας των ολιγαρχικών. Μαζί με τη δίκαιη αποκατάσταση των καταδιωχθέντων από τη δικτατορία και την επιστροφή των περιουσιών που δημεύτηκαν, αποφάσισαν ν’ «αποκαταστήσουν» και τους δύο δολοφόνους του Φρυνίχου, μολονότι ήταν ξένοι και πληρωμένα όργανα της δικτατορίας. Τους αναγνώρισαν για «τυραννοκτόνους» και «ελευθερωτές», τους έκαναν πολίτες Αθηναίους και τους χάρισαν κτήματα από τα κατασχεμένα των δικτατορικών που είχαν καταδικαστή. Και τότε παρουσιάστηκαν τα πιο ύποπτα πρόσωπα και ζητούσαν τιμές και αποζημιώσεις, γιατί είχαν βοηθήσει στη δολοφονία του Φρυνίχου. Και για να ενισχύσουν τη θέση τους, άρχισαν να υποβάλλουν μηνύσεις, εναντίον πολλών Αθηναίων, για συνεργασία με τους δικτατορικούς. Δύο χρόνια κράτησαν οι δίκες και η αναταραχή για το ζήτημα των νέων «τυραννοκτόνων». Και η παρωδία αυτή είχε συμπέσει με τη συμπλήρωση εκατό χρόνων από το θάνατο του Αρμοδίου και του Αριστογείτονος.

Από το 411 και για μια τετραετία την αθηναϊκή ιστορία θα καλύψη η προσωπικότητα του Αλκιβιάδη. Είναι η καλύτερη εποχή του Αθηναίου πολιτικού. Θα επανορθώση ένα μέρος από το κακό που είχε κάνει στην πατρίδα του. Τις πρώτες υπηρεσίες του θα τις προσφέρη σαν αρχηγός της στρατιάς της Σάμου. Θα εμπεδώση την πειθαρχία στην στρατιά, θα ανανεώση τη συμμαχία με το Άργος και θα χαλαρώση τους δεσμούς της Σπάρτης με την Περσία. Για τη συνέχιση του πολέμου συλλαμβάνει ένα μεγαλόπνοο σχέδιο, που θυμίζει τις συλλήψεις του Περικλή. Ν’ ανοίξη το δρόμο του ανεφοδιασμού στην αποκλεισμένη Αθήνα. Τον είχε χάσει με την απώλεια της Ευβοίας, που ήταν η κύρια βάση του ανεφοδιασμού της. Έπρεπε ν’ αναζητηθή μια καινούργια αγορά, ιδίως για σιτηρά, και να εξασφαλιστή η επικοινωνία της από τη θάλασσα με τον Πειραιά.

Πολεμικές επιτυχίες.

Από τα αρχαιότατα χρόνια οι Έλληνες ζητούσαν στις χώρες του Ευξείνου Πόντου το «χρυσόμαλλο δέρας» του Ιάσωνος, δηλαδή το στάρι. Στην έφορη και σιτοπαραγωγό αυτή περιοχή θα πρέπει να ζητήσουν και τώρα οι Αθηναίοι τη νέα βάση ανεφοδιασμού των. Αλλά για να μπορή η Αθήνα ν’ ανεφοδιάζεται από τις χώρες του Ευξείνου Πόντου, θα έπρεπε να κυριαρχή και στα δύο στενά: του Βοσπόρου και του Ελλησπόντου. Αυτό το έργο αναλαμβάνει ο Αλκιβιάδης. Να ελευθερώση τις περιοχές εκείνες από την κυριαρχία του πελοποννησιακού στόλου και του συμμάχου των σατράπη της περσικής Φρυγίας Φαρναβάζου. Και το κατορθώνει με τις δύο νικηφόρες ναυμαχίες στο Κυνός Σήμα και στην Άβυδο (411) και την περίλαμπρη νίκη του στην Κύζικο (410). Μετά τις νίκες χτίζει κοντά στη Χαλκιδόνα, απέναντι από το Βυζάντιο, ένα οχυρό. Το ενισχύει από τη θάλασσα με 30 τριήρεις. Το οχυρό αυτό χρησιμεύει για «Δεκατευτήριον». Υποχρεώνει όλα τα πλοία που περνούν τα στενά του Βοσπόρου να πληρώσουν ειδικό φόρο στους Αθηναίους, το δέκατο της αξίας των εμπορευμάτων που μεταφέρουν. Με την είσπραξη της δεκάτης αυτής γεμίζει το αθηναϊκό ταμείο από χρήματα. Και είχε απόλυτη ανάγκη, γιατί πολλές από τις συμμάχους πόλεις είχαν παύσει να πληρώνουν εισφορές. Ένα μέρο από τα χρήματα του Δεκατευτηρίου τα χρησιμοποιούν για να δώσουν σύνταξη από δύο οβολούς (διωβελία) σε φτωχούς πολίτες και για να τελειώσουν το Ερεχθείο στην Ακρόπολη (409). Η συμπλήρωση του Ερεχθείου κρίθηκε σκόπιμη, για να εργαστούν οι άνεργοι, που είχαν σημαντικά αυξήσει τον καιρό της δικτατορίας των «τετρακοσίων». Την ίδια εποχή ορίζεται μία επιτροπή από «αναγραφείς» για να κωδικοποίηση τους νόμους που ίσχυαν.

Τον άλλο χρόνο (409) ο Αλκιβιάδης πολιορκεί και καταλαμβάνει τη Χαλκιδόνα, εξουδετερώνοντας τη σπαρτατική φρουρά που την υπεράσπιζε και το στρατό του Φαρναβάζου που ήλθε σε βοήθειά της. Μετά την αθηναϊκή νίκη στη Χαλκιδόνα, ο Φαρνάβαζος εγκαταλείπει τους Σπαρτιάτες και συνθηκολογεί με τον Αλκιβιάδη. Τον ίδιο χρόνο ο αθηναϊκός στόλος καταλαμβάνει τη Σηλύμβρια και το οχυρότατο Βυζάντιο, το κλειδί του Βοσπόρου και της Προποντίδος. Ο πελοποννησιακός στόλος και ο στρατός του Γαρνάβαζου, που κυριαρχούσαν στην περιοχή εκείνη, έχουν εντελώς εξουδετερωθή. Η θαλασσία οδός προς τον Εύξεινο Πόντο είναι ελεύθερη για τα αθηναϊκά πλοία. Η Αθήνα θα μπορέση ν’ ανεφοδιαστή και να ζήση. Ο Θρασύβουλος συνεχίζοντας τις επιχειρήσεις καταλαμβάνει τη Θάσο (408) και αποκαθιστά το αθηναϊκό γόητρο στην Ανατολική Μακεδονία και τη Θράκη. Η στιγμή ήταν κατάλληλη για την επιστροφή του Αλκιβιάδη στην Αθήνα. Θα γύριζε με τις πρόσφατες νίκες, που κάλυπταν την ενθύμηση από τις κακές πράξεις του παρελθόντος.

Υποδοχή του Αλκιβιάδη.

Το Μάϊο του 408 ο Αλκιβιάδης ξεκίνησε για την Αθήνα. Πριν αναχωρήση συγκέντρωσε το μεγαλύτερο μέρος του στόλου στη Σάμο. Άφησε μόνο 30 τριήρεις να φυλάνε τα Στενά και 50 πολεμικά πλοία, με αρχηγό το Θρασύβουλο, να συμπληρώσουν την κατάληψη των παραλίων της Θράκης. Ο Ξενοφών, ο Διόδωρος και ο Πλούταρχος, περιγράφουν την υποδοχή που επιφύλαξαν οι Αθηναίοι στον Αλκιβιάδη. Ποτέ άλλοτε η Αθήνα δεν είχε δη τέτοια μέρα. Όλοι οι πολίτες είχαν κατεβή στον Πειραιά. Και τα πλήθη είχαν πιάσει τα υψώματα που δεσπόζουν στους λιμένες της Ζέας και της Μουνιχίας. Μυριόστομες επευφημίες δονούσαν την ατμόσφαιρα όταν ο στόλος του Αλκιβιάδη πλησίαζε στον Πειραιά. Το θέαμα ήταν εξαίσιο. Τα πλοία σημαιοστολισμένα ήταν κατάφορτα από λάφυρα και αιχμαλώτους. Τα είχαν στολίσει με τα ακροστόλια των εχθρικών πλοίων που είχαν καταστρέψει. Προηγούνται είκοσι αθηναϊκές τριήρεις με τον Αλκιβιάδη. Και ακολουθεί μία ατέλειωτη σειρά από 114 εχθρικά πλοία που είχαν κυριευθή. Είχε φροντίσει ακόμα ο Αλκιβιάδης, πριν φθάση στον Πειραιά, να κάνη μερικές τολμηρές επιδρομές στα πελοποννησιακά παράλια. Ήθελε να δείξη πως ο αθηναϊκός στόλος ήταν ο κυρίαρχος στις ελληνικές θάλασσες. Μόνο από τα λάφυρα των πελοποννησιακών παραλίων είχε πάρει και έφερνε στο Άστυ 100 τάλαντα χρυσάφι.

Ο ενθουσιασμός του λαού μεταβάλλεται σε πανζουρλισμό όταν ο Αλκιβιάδης πατάει το πάτριο έδαφος. Οι πρεσβύτεροι τον περικυκλώνουν για να τον χαιρετήσουν. Τα πλήθη σπρώχνονται για να πλησιάσουν κοντά, να τον ιδούν, να πιάσουν το χιτώνα του. Εκατοντάδες στεφάνια από άνθη καλύπτουν το πέρασμά του. Και σε πραγματικό θρίαμβο προχωρεί στην Αθήνα για να μιλήση στην Πνύκα. Ο λόγος του Αλκιβιάδη ήταν πολιτικότατος. Για το παρελθόν είπε πως δεν ήταν ούτε οι Αθηναίοι υπεύθυνοι για τις φοβερές παρεξηγήσεις και τις πλάνες που δημιουργήθηκαν, ούτε ο ίδιος. Κάποιος πονηρός δαίμονας, κάποικα φθονερή τύχη, τον είχε κρατήσει όλα αυτά τα χρόνια μακρυά από την πόλη. Αλλά τώρα διαλύθηκαν τα νέφη και νέες ημέρες ευτυχίας αρχίζουν. Και αναλύει τα σχέδια για το μέλλον, για τον τρόπο που πρέπει να λειτουργήσει το δημοκρατικό πολίτευμα. Ο αθηναϊκός λαός ενθουσιάστηκε. Πήρε θάρρος και αυτοπεποίθηση. Είχε ξαναβρή τον εαυτό του και το σωτήρα του. Ο ενθουσιασμός έγινε ακόμη μεγαλύτερος όταν οι Αθηναίοι, ύστερ’ από τόσα χρόνια, ξαναγιορτάσαν στην Ελευσίνα τις γιορτές τις αφιερωμένες στις δύο θεές: τη Δήμητρα και την Περσεφόνη. Ο Αλκιβιάδης τους βεβαίωσε ότι αναλαμβάνει αυτός να τους καλύψη με τον αθηναϊκό στρατό από ενδεχομένη επίθεση των Σπαρτιατών, που με το βασιλιά Άγι κατείχαν πάντοτε το φρούριο της Δεκελείας. Και πραγματικά με μεγάλη τάξη σχηματίστηκε η πομπή των Ελευσινίων και έγιναν οι γιορτές (Σεπτέμβριος του 408). Με τη γιορτή των Ελευσινίων ο Αλκιβιάδης ήθελε ν’ αποκατασταθή και από την άλλη κατηγορία που του είχαν απαγγείλει, ότι είχε διακωμωδήσει τα ελευσίνια μυστήρια.

Η Εκκλησία του Δήμου έδειξε απεριόριστη εμπιστοσύνη στον Αλκιβιάδη. Ακύρωσε κάθε προηγούμενη καταδίκη και τη δήμευση της περιουσίας του. Τον έκανε αυτοκράτορα στρατηγό στην ξηρά και στη θάλασσα και έθεσε στη διάθεσή του όλες τις δυνάμεις της πολιτείας. Στην Αγορά τον στεφάνωσε με τα χρυσά στεφάνια του νικητή. Η πόλη ξαναζούσε και ο πόλεμος έπαιρνε αισιόδοξη τροπή για τους Αθηναίους. Κάποιος όμως κακός δαίμονας φθόνησε την ευτυχία των Αθηναίων. Ίσως αυτός που είχε μνημονεύσει στο λόγο του ο Αλκιβιάδης. Και ως το τέλος του πολέμου οι Αθηναίοι θα κάνουν σειρά από σφάλματα, που θα τους οδηγήσουν τελικά στην ήττα. Θα αποκρούσουν τις προτάσεις των Σπαρτιατών για ειρήνη που είχε φέρει στην Αθήνα ο Ένδιος, για δεύτερη φορά, λίγο καιρό μετά την άφιξη του Αλκιβιάδη. Ένας δημαγωγός, ο Κλεοφών, θα παρασύρη την Εκκλησία του Δήμου στη φιλοπόλεμη πολιτική. Ο ίδιος την είχε παρασύρει και την πρώτη φορά που είχε έλθει ο Ένδιος (410) μετά τη νίκη του Αλκιβιάδη στην Κύζικο. Τώρα δυσκολεύτηκε λιγότερο. Οι Αθηναίοι είχαν ξεθαρρέψει και υπολόγιζαν και στο κεφάλαιο «Αλκιβιάδης» για την ολοκληρωτική νίκη.

Αναβίωση της δημαγωγίας και της ολιγαρχίας.

Ο Κλεοφών ήταν σε όλα αντάξιος διάδοχος του Κλέωνος. Φωνακλάς όπως εκείνος, θρασύς και φιλοπόλεμος. Απειλούσε με θάνατο όποιον θα πρόφερε τη λέξη «ειρήνη». Η δημαγωγία του δεν είχε όρια. Με τη μεγαλύτερη πειστικότητα έλεγε τα μεγαλύτερα ψέματα. Δεν ήταν, ούτε καν, γνήσιος Αθηναίος «εξ αμφοίν αστοίν». Η μάνα του ήταν από τη Θράκη και του είχε κληρονομήσει τη θρακιώτικη προφορά. Ο Αριστοφάνης στους «Βατράχους» λέει ότι κελαηδούσε σα «θρακιώτικο χελιδόνι». Η αναβίωση της δημαγωγίας διευκόλυνε την επάνοδο στο προσκήνιο των ολιγαρχικών, που είχαν σιγήσει μετά το άδοξο τέλος των «τετρακοσίων». Τώρα, οι δύο αυτοί: οι δημαγωγοί και οι ολιγαρχικοί, θα συνεργαστούν για να υποδουλώσουν την πατρίδα τους στη Σπάρτη. Οι πρώτοι θα το κάνουν από ασυνειδησία. Οι δεύτεροι με πρόγραμμα. Μόνο με την επικράτηση της Σπάρτης, θα μπορέσουν να επιβάλουν το ολιγαρχικό πολίτευμα και να πάρουν την εξουσία. Θα εφαρμόσουν ως το τέλος του πολέμου πρόγραμμα ηττοπάθειας. Οι δημαγωγοί με τους ολιγαρχικούς θα εξοντώσουν όλους εκείνους που θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν τη νίκη στην Αθήνα. Για την ώρα πρώτος στόχος τους ήταν ο Αλκιβιάδης. Εναντίον του θα εκστρατεύσουν οι συνωμότες των Εταιρειών, οι φανατισμένοι ιερείς και οι αφηνιασμένοι δημαγωγοί. Το έργο του Αλκιβιάδη αρχίζει να γίνεται δυσκολώτερο και από άλλη πλευρά. Αρχηγός του πελοποννησιακού στόλου διορίστηκε ο Λύσανδρος. Ένας ικανότατος Σπαρτιάτης στρατηγός, που έκανε ολοκληρωτικό πόλεμο και χρησιμοποιούσε όλα τα μέσα για να εξαφανίση την Αθήνα και να δώση την ηγεμονία της Ελλάδος στη Σπάρτη. Είχε φροντίσει ακόμη ο Λύσανδρος να έχη άριστες σχέσεις με τους Πέρσες. Το περσικό χρυσάφι άρχισε να ρέη άφθονο στο ταμείο του πελοποννησιακού στόλου. Τα πληρώματα των Πελοποννησίων πληρώνονταν από τους Πέρσες με τέσσερεις οβολούς την ημέρα, ενώ τα αθηναϊκά μόνο με τρεις. Ο Λύσανδρος κατόρθωσε επίσης να έλθη σε επαφή και να οργανώση τους ολιγαρχικούς στις συμμαχικές πόλεις των Αθηναίων. Θα τους χρησιμοποιοήση όταν θ’ αρχίση να κλονίζεται το αθηναϊκό καθεστώς, για να του δώση το τελειωτικό χτύπημα.

Απομάκρυνση του Αλκιβιάδη.

Ο μόνος που θα μπορούσε ν’ αντιμετωπίση τη νέα ευνοϊκή κατάσταση που είχε δημιουργηθή για τους Σπαρτιάτες, ήταν ο Αλκιβιάδης. Και την αντιμετώπιζε με επιτυχία από τη Σάμο, που είχε το στρατηγείο του. Τα νέα του σχέδια ήταν να ξαναδώση στους Αθηναίους τις Ιωνικές αποικίες, όπως τους έδωσε τον Ελλήσποντο. Και άρχισε από την πολιορκία της Φωκαίας. Πήγε ο ίδιος με το μεγαλύτερο μέρος του στόλου. Συγχρόνως άφησε έναν από τους υποναυάρχους του, τον Αντίοχο, να περιπολή στην Έφεσο με μικρό τμήμα του στόλου. Του είχε δώσει εντολή ν’ αποφύγη κάθε εμπλοκή με τον πελοποννησιακό στόλο. Ο Αντίοχος έκανε το αντίθετο. Και στη ναυμαχία που ακολούθησε, σκοτώθηκε ο Αντίοχος και οι Αθηναίοι υποχώρησαν αφού έχασαν 15 πλοία. Για το μικρό αυτό ατύχημα, που δεν ήταν υπεύθυνος ο Αλκιβιάδης, οι Αθηναίοι τον καθαιρέσαν από στρατηγό. Ο Κλεοφών και οι δημαγωγοί άρχισαν την επίθεση κατά του Αλκιβιάδη στην Εκκλησία του Δήμου. Σύμμαχοί τους έγιναν αμέσως οι ολιγαρχικοί. Και οι δύο μαζί μπόρεσαν να παρασύρουν το Δήμο στην απόφασή του. Κι’ αυτό, σε στιγμή που η Αθήνα είχε απόλυτη ανάγκη από τον ικανό και έμπειρο Αλκιβιάδη. Το 407 ο Αλκιβιάδης αφήκε τη στρατιά και αποσύρθηκε στα κτήματά του στη Θράκη. Οι Αθηναίοι δε θα τον ξαναδούν…

Η απομάκρυνη του Αλκιβιάδη είναι το πρώτο μεγάλο σφάλμα του Δήμου. Θα ακοληθήση δεύτερο μεγαλύτερο και τρίτο αποφασιστικό για την τύχη του πολέμου και της Αθηναϊκής Πολιτείας. Οι θεοί εγκαταλείπουν πια την Αθήνα, αφού την αφήκε και ο τελευταίος «από μηχανής θεός», ο Αλκιβιάδης. Και οι Αθηναίοι θα πληρώσουν ακριβά την ανοχή τους απέναντι των δημαγωγών και των ολιγαρχικών.