Ενώ στη Φρυγία έπαιρνε τέλος η πολυκύμαντη ζωή του Αλκιβιάδη, στην Αθήνα οι ολιγαρχικοί επισπεύδαν τα γεγονότα. Έβλεπαν ότι ο Δήμος έμενε σταθερός στη δημοκρατική του ιδεολογία. Ούτε η τρομοκρατία, ούτε οι δολοφονίες, ούτε οι σκευωρίες των Εταιρειών και των Εφόρων, μπόρεσαν να πείσουν τους Αθηναίους να επιβάλη την αλλαγή με τις σπαρτιατικές λόγχες. Το καλοκαίρι του 404 π.Χ. ο Λύσανδρος έφθασε στην Αθήνα με το Θηραμένη.
Ο πελοποννησιακός στόλος στάθμευσε στον Πειραιά. Ο Λύσανδρος κατηγόρησε τους Αθηναίους ότι δεν είχαν εκτελέσει τους όρους της ειρήνης. Έβαλε τους στρατιώτες του, φορώντας στεφάνια όπως στις γιορτές, να κάψουν τις αθηναϊκές τριήρεις και να γκρεμίσουν τα τείχη με τη συνοδεία τραγουδιών και μουσικής. Και δεν έφθανε η ταπείνωση αυτή των Αθηναίων, αλλά ετοιμάστηκε και νέα, σκηνοθετημένη από τους ολιγαρχικούς, στην Εκκλησία του Δήμου. Κάλεσαν το λαό επειγόντως. Κι’ εκεί, ένας τιποτένιος Αθηναίος, ο Δρακοντίδης, που είχε αρκετές καταδίκες από δικαστήρια, πρότεινε ν’ αναθέσουν τη διοίκηση της πολιτείας σε 30 πολίτες. Έπειτα ανέβηκε στο βήμα ο Θηραμένης και είπε ότι αυτή ήταν η θέληση της Σπάρτης. Θύελλα από διαμαρτυρίες ήταν η απάντηση στη σύσταση του Θηραμένη. Και χρειάστηκε, να έλθη ο ίδιος ο Λύσανδρος στην Αγορά και να μιλήση σκαιότατα στους Αθηναίους. Τους είπε να διαλέξουν ή την πρόταση που τους έγινε ή την εξολόθρευση του Δήμου. Μια μικρή μειοψηφία από ολιγαρχικούς ψήφισε την πρόταση. Η μεγάλη μάζα του δημοκρατικού λαού έφυγε από τη συνέλευση.
Κριτίας και Θηραμένης.
Με αυτά τα μέσα εκλέξαν τους νέους «άρχοντες» της Αθήνας, που έμειναν στην ιστορία με το όνομα: οι «Τριάντα Τύραννοι». Από τους υπόλοιπους τους διάλεξαν ανάμεσα στους γνωστότερους ολιγαρχικούς. Κυρία αποστολή των «Τριάντα» δεν ήταν η κυβέρνηση της πολιτείας, αλλά η αναθεώρηση των θεμελιωδών νόμων, που είχαν διαταραχθή με τη μακρά παράταση του πολέμου. Και για να μπορέσουν οι «Τριάντα» να εκπληρώσουν την αποστολή τους, τους έδωκαν έκτακτες εξουσίες. Τους μεταβάλαν σε μια συλλογική δικτατορία, που στην πραγματικότητα την διευθύνανε οι δύο δυναμικότεροι: ο Κριτίας και ο Θηραμένης. Οι περισσότεροι από τους «Τριάντα» ήταν άλλοτε στη Βουλή των «τετρακοσίων». Και η παρωδία του νέου πολιτεύματος συνεχίστηκε. Ο Θηραμένης έβαλε τους «Τριάντα» να ορκιστούν ότι θα εκτελέσουν «πιστώς» τα καθήκοντά τους. Και ευθύς κατόπι, κάλεσαν εφτακόσιους Λακεδαιμονίους στρατιώτες να καταλάβουν την Ακρόπολη και τις επίκαιρες τοποθεσίες στην πόλη και να τους προστατεύσουν από εσωτερικούς και εξωτερικούς εχθρούς. Συγχρόνως δήλωσαν ότι τα έξοδα της σπαρτιατικής φρουράς θα τα πλήρωναν οι Αθηναίοι!…
Εννιά μήνες κράτησε η τυραννία των «Τριάντα». Από τους δύο πρωταγωνιστές ο ωμότερος και πιο αδίστακτος ήταν ο Κριτίας. Ήταν θείος του Πλάτωνος και μαθητής του Σωκράτη. Καταγόταν από μια αριστοκρατική οικογένεια, που την καταγωγή της ανέβαζε ως το Σόλωνα. Είχε γράψει βιβλία για τα πολιτεύματα των ελληνικών πόλεων, ήταν ερασιτέχνης φιλόσοφος, ποιητής και καλός ρήτορας. Είχε για πρόγραμμα ότι επιτρέπονται όλα, προκειμένου να εφαρμόση τις αρχές του. Και φρόντισε να τις εφαρμόση αδυσώπητα.
Κακουργήματα των «Τριάντα».
Όπως όλες οι τυραννίες και η τρομοκρατία των «Τριάντα» εξελίχτηκε προοδευτικά. Παρουσιάστηκε σαν προσωρινή εξουσία των «καλών καγαθών» που θα αναμόρφωνε την πολιτεία. Στην αρχή έλαβαν και ορισμένα μέτρα, που επικροτήθηκαν από πολλούς. Εξόρισαν μερικούς φαύλους που είχαν για επάγγελμα τη συκοφαντία, περιόρισαν την ασυδοσία και επιβάλαν το σεβασμό στους νόμους. Αλλά γρήγορα φάνηκαν οι προθέσεις τους. Από τις πρώτες κακουργίες που έκαναν ήταν η εκτέλεση όλων εκείνων που είχαν συλληφθή για νεωτεριστικές ιδέες. Συγχρόνως έστειλαν στην εξορία πολλούς δημοκρατικούς, από κατάλογο που συντάξαν με το Λύσανδρο. Σ’ αυτούς ήταν ο Θρασύβουλος, που είχε καταλύσει τους «τετρακοσίους» και ο Άνυτος. Οι δύο αυτοί θα ελευθερώσουν αργότερα την Αθήνα από τους νέους τυράννους της, που όσο περνάει ο καιρός θα γίνονται και χειρότεροι. Αντί εξορίας, θα προχωρήσουν σε εκτελέσεις των δημοκρατικών στοιχείων. Δύο καθάρματα, ο Βάτραχος και ο Αισχυλίδης, θα αναλάβουν να υποβάλλουν μηνύσεις, σύμφωνα με τις εντολές που θα παίρνουν, εναντίον όλων εκείνων των Αθηναίων που θα ζητούν την ελευθερία. Και οι καταγγελλόμενοι δικάζονταν και καταδικάζονταν από τους «Τριάντα», που στην ουσία ήταν οι μηνυτές τους!… Οι τύραννοι θεωρούσαν για έγκλημα να εκφράση κανένας τη συμπάθειά του για όσους δολοφονούσαν ή εκτελούσαν ή να πάη στην κηδεία τους. Απαγόρευαν ακόμη στους συγγενείς να τους θάβουν. Κι’ επειδή ο λαός άρχισε να ξεσηκώνεται για τα κακουργήματα και η εξέγερση να παίρνη διαστάσεις, παρ’ όλη την τρομοκρατία και τη σπαρτιατική φρουρά, σχημάτσαν ένα σώμα, από 3.000 αφοσιωμένους στην τυραννία Αθηναίους, που μονάχα αυτοί θα είχαν πολιτικά δικαιώματα και αφόπλισαν τους υπόλοιπους. Οι «τρισχίλιοι» όμως είχαν ανάγκη από χρήματα, όπως και ο σπαρτιατικός στρατός που προστάτευε την τυραννία. Και τότε, με εισήγηση του Κριτία, άρχισε η άγρια φορολογία και συχνά η σφαγή των πλουσίων, αδιάφορο αν ήταν δημοκρατικοί ή ολιγαρχικοί. Τους καταδίκαζαν για να δημεύσουν τις περιουσίες τους. Στο τέλος στράφηκαν και εναντίον των μετοίκων, που δεν είχαν καμμιά ανάμιξη στην πολιτική, αλλά είχαν τις περιουσίες τους σε μετρητά και εμπορεύματα. Η ρευστοποίηση των περιουσιών των μετοίκων ήταν ευκολώτερη από την εκποίηση των κτημάτων.
Στις αθρόες εκτελέσεις που έκαναν οι τύραννοι, συγκαταλέγονται και ονομαστοί Αθηναίοι: ο αδελφός του Νικία Ευκράτης, ο γιος του Νικία Νικήρατος, Λέων ο Σαλαμίνιος, ο Λυκούργος, παππούς του ρήτορα Λυκούργου και άλλοι. Ο Ευκράτης και ο Νικήρατος ήταν ολιγαρχικοί. Υπολογίζουν σε 1.500 του εκτελεσθέντες στο εννεάμηνο διάστημα της τυραννίας. Η καταδίκη σε θάνατο γινόταν με απόφαση της ψευτοβουλής, που είχαν σχηματίσει οι «Τριάντα» με δικούς τους εγκάθετους. Η απόφαση λαμβανόταν σύμφωνα με τις εμπνεύσεις του Κριτία, που ήταν ο πραγματικός δικτάτορας. Δεν ήταν απαραίτητη η απολογία του κατηγορουμένου και η ψηφοφορία γινόταν φανερά.
Εκτέλεση του Θηραμένη.
Σε πολλές από τις κακουργίες του Κριτία άρχισε ν’ αντιδρά ο Θηραμένης. Έβλεπε το έδαφος της τρομοκρατίας να σείεται και ζήτησε να ξεφύγη εγκαίρως, όπως είχε κάνει και παλαιότερα. Με το Θηραμένη συμφωνούσαν και αρκετοί από τους «Τριάντα». Τους δέκα, άλλωστε, είχε υποδείξει ο ίδιος. Ο Κριτίας αποφάσισε να εξουδετερώση δυναμικά την αντίδραση του Θηραμένη. Όπλισε μερικούς μπράβους του με μαχαίρια και τους έφερε στη συνεδρίαση της ψευτοβολής. Κατηγόρησε ανοικτά το Θηραμένη για προδοσία. «Μας εγκαταλείπει» είπε «για να εξασφαλίση τον εαυτό του από τους κινδύνους που μας περιμένουν. Γι’ αυτό το λόγο παρουσιάζεται αντίθετος στα μέτρα που παίρνουμε και γι’ αυτό είναι προδότης και μάλιστα ο πιο επικίνδυνος από όλους που μπορούμε να φανταστούμε. Δεν απορούμε για τη διαγωγή του αυτή. Είναι από τη φύση ένας αχαρακτήριστος καιροσκόπος, όπως δείχνει και η παρωνυμία του Κοθόρνου που του έχουν δώσει. Ο ίδιος πρόδωσε τους Τετρακοσίους και τους στρατηγούς των Αργινουσών. Τι περιμένετε, λοιπόν, να προδώση και μας;». Στο κατηγορητήριο του Κριτία ο Θηραμένης μίλησε με θάρρος. Τον αντικατηγόρησε ότι «αυτός προδίδει και υπονομεύει την κατάσταση με τα όσα κάνει, που έχουν ξεσηκώσει εναντίον του και αυτούς τους συντηρητικούς Αθηναίους. Και τα κάνει όλα αυτά από φατριαστική μανία και για να υποτάξη την ατιμασμένη πόλη σε μερικούς τυράννους». Τους λόγους του Κριτία και του Θηραμένη τους αναφέρει ο Ξενοφών στα «Ελληνικά». Με τους «Τριάντα» ασχολούνται επίσης ο Αριστοτέλης, ο Λυσίας, ο Ισοκράτης, ο Διόδωρος, ο Πλούταρχος.
Η απολογία του Θηραμένη δημιούργησε ευνοϊκή γι’ αυτόν ατμόσφαιρα. Ο Κριτίας φοβήθηκε, πως αν ακολουθούσε ψηφοφορία, θα ήταν υπέρ του Θηραμένη. Και τότε, έκανε νόημα, στους οπλοφόρους που είχε φέρει, να συλλάβουν το Θηραμένη και να τον παραδώσουν τους «ένδεκα» για το κώνειο. Και αποτεινόμενος σε όσους διαμαρτύρονταν, τους είπε: «Έργο του ευσυνείδητου κυβερνήτη είναι να μην επιτρέπη να εξαπατούν του φίλους με ύπουλα λόγια. Δε χρειάζονται αποφάσεις για τους προδότες. Εγώ κηρύττω το Θηραμένη ένοχο και τον καταδικάζω σε θάνατο! …». Όταν ο Θηραμένης άκουσε την απόφαση του Κριτία, έτρεξε και ζήτησε άσυλο στο θυσιαστήριο, που ήταν τόπος απαραβίαστος. Αλλά ο Κριτίας έδωσε εντολή στους οπλισμένους εγκάθετους να τον συλλάβουν. «Ο βωμός» είπε «δεν μπορεί να προστατεύη έναν, που είναι όχι μόνο άδικος στους ανθρώπους, αλλά και ασεβέστατος στους θεούς …». Οι οπλοφόροι του Κριτία πήραν με τη βία το Θηραμένη και τον παραδώσανε στους δημίους. Ο Θηραμένης, παίρνοντας το κώνειο, αφήκε μερικές σταγόνες λέγοντας: «Κριτία τούτ’ έστω τω καλώ». Δηλαδή, να έχη την ίδια τύχη και ο ωμός αντίπαλός του …
Τρομοκρατία Κριτία.
Μετά το θάνατο του Θηραμένη έλλειψε κάθε αντίδραση στα σχέδια του Κριτία, που αποβλέπαν στην ελάττωση του πληθυσμού της Αθήνας κυρίως από τις φτωχότερες δημοκρατικές τάξεις και στη δημιουργία ενός γεωργικού κράτους με μεγάλους γαιοκτήμονες. Ήθελε ακόμα να εξαφανίση κάθε τι που συνδεόταν με την αθηναϊκή δημοκρατία. Ξήλωσε τα πέτρινα καθίσματα από την Πνύκα, γκρέμισε τα νεώρια του Πειραιώς και άλλα κτίρια. Συγχρόνως επιβάλλει αυστηρή λογοκρισία στα μαθήματα που διδάσκονται στα σχολεία και περιορίζει τον αριθμό των μαθητών. Την ανώτερη φιλολογική και φιλοσοφική μόρφωση θα την παίρνουν μόνο τα παιδιά των πλούσιων. Ο λαός έπρεπε νε μείνη αμόρφωτος και να γυρίση στα χωράφια. Φρόντισε παράλληλα να εντείνη την τρομοκρατία, με καταδίκες χωρίς δικαστήρια και με δημεύσεις περιουσιών. Οι περισσότεροι από τους Αθηναίους διώχτηκαν από τα σπίτια τους και τους απογορεύτηκε να μπαίνουν στην πόλη και να πηγαίνουν στους ναούς της. Η Αθήνα είχε γίνει μια έρημη και περίτρομη πολιτεία …
Η τρομοκρατία και τα κακουργήματα των «Τριάντα» ήταν φυσικό να εξεγείρουν τις άλλες ελληνικές πόλεις εναντίον τους. Δέχονται τους πρόσφυγες που καταφεύγουν σ’ αυτές και τους φιλοξενούν. Η Σπάρτη θέλησε ν’ αντιδράση σε όφελος των τυράννων. Έστειλε κήρυκες στις διάφορες πόλεις και τους απαγόρευσε να δέχωνται πρόσφυγες Αθηναίους. Μερικές πόλεις συμμορφώθηκαν με την εντολή της Σπάρτης. Άλλες όμως, όχι μόνο δεν την έλαβαν υπόψη τους, αλλά φρόντισαν, μαζί με τη συντήρηση, ν’ αναλάβουν και την προστασία των προσφύγων, σύμφωνα με την παλιά ελληνική παράδοση της φιλοξενίας. Στο Άργος, μάλιστα, ειδοποίησαν τους κήρυκες της Σπάρτης να φύγουν αμέσως, για να μη τους κακοποιήσουν … Οι πόλεις που δέχτηκαν τους περισσότερους Αθηναίους πρόσφυγες ήταν: η Χαλκίδα, τα Μέγαρα, η Ηλεία, το Άργος και η Θήβα. Στην τελευταία αυτή πολιτεία οργανώθηκε το απελευθερωτικό μέτωπο της Αθήνας…
Ο στρατηγός Θρασύβουλος, που είχε ανατρέψει τη δικτατορία των «τετρακοσίων», θα ελευθερώση τώρα την πατρίδα του από τους νέους τυράννους. Στην εποχή των «τετρακοσίων» τα πράγματα ήταν ευκολώτερα, γιατί είχε μαζί του ολόκληρη στρατιά. Τώρα περιστοιχίεζεται από λίγους εξόριστους που είχαν καταφύγει στη Θήβα. Με εβδομήντα από αυτούς πιάνει το παλιό ορεινό φρούριο της Φυλής στην Πάρνηθα. Το φρούριο δέσποζε στο αττικό πεδίο και ήταν στο δρόμο που ένωνε την Αθήνα με τη Θήβα. Κάτω από το φρούριο της Φυλής βρισκόταν ο αρχαίος δήμος των Αχαρνών, το σημερινό Μενίδι. Οι κάτοικοι των Αχαρνών ήταν οι πιο ρωμαλέοι και οι πιο δημοκρατικοί της Αττικής. Προθυμοποιήθηκαν να δώσουν στο Θρασύβουλο στρατιώτες, όπλα και τρόφιμα. Ο απελευθερωτικός στρατός του Θρασυβούλου σύντομα έφθασε τους χίλιους. Όταν πληροφορήθηκαν οι «Τριάντα» την κατάληψη της Φυλής, στην αρχή δεν έδωκαν σημασία. Έπειτα όμως έστειλαν τους Αθηναίους ιππείς, που ήταν αφοσιωμένοι ολιγαρχικοί, με άλλα στρατεύματα για να πάρουν το φρούριο. Στο μεταξύ οι δυνάμεις του Θρασυβούλου είχαν ενισχυθή και ο στρατός που έστειλαν οι τύραννοι έπαθε πανωλεθρία. Την ίδια τύχη είχε και ο στρατός που ξανάστειλαν να πάρη τη Φυλή. Οι «Τριάντα», όταν είδαν ότι το φρούριο ήταν απόρθητο, ζήτησαν να συνεννοηθούν με το Θρασύβουλο. Του πρότειναν να τον κάνουν συναρχηγό και να επιτρέψουν την επάνοδο ορισμένων φυγάδων. Ο Θρασύβουλος αρνήθηκε κάθε συνεννόηση με τυράννους και ο πόλεμος συνεχίστηκε.
Ομαδική εκτέλεση τριακοσίων.
Οι «Τριάντα» για περισσότερη ασφάλεια πήγαν στην Ελευσίνα, γιατί η Αθήνα ήταν ατείχιστη. Εκεί θα μπορούσαν ευκολώτερα να έρχωνται και οι επικουρίες από τη Σπάρτη. Και για να είναι ασφαλέστεροι αποφάσισαν να «καθαρίσουν» την Ελευσίνα και τη γειτονική Σαλαμίνα από τα δημοκρατικά στοιχεία. Συλλαμβάνουν τριακόσιους και τους μεταφέρουν την άλλη μέρα στην Αθήνα για να δικαστούν. Ο Κριτίας, για να έχη συνένοχους στο έγκλημα που ετοίμαζε, ορίζει για δικαστές τους 3.000 μισθοφόρους του. Και με συνοπτική διαδικασία δικάστηκαν, καταδικάστηκαν σε θάνατο και θανατώθηκαν και οι τριακόσιοι … Το νέο κακούργημα του Κριτία και των συνεταίρων του επιταχύνει τις ενέργειες των αγωνιστών του Θρασυβούλου. Καταλαμβάνουν τον Πειραιά και οχυρώνονται στο λόφο της Μουνιχίας, στο σημερινό Προφήτη Ηλία. Στη μάχη που ακολούθησε ο στρατός του Θρασυβούλου, χάρη στο ανώτερο ηθικό του, σκόρπισε τις πολύ μεγαλύτερες δυνάμεις του Κριτία και τις κυνήγησε στην πεδιάδα της Αττικής. Στη μάχη σκοτώθηκε ο Κριτίας και 70 από τους μισθοφόρους του.
Οι Δεκαδούχοι.
Μετά το θάνατο του Κριτία, με την ψήφο των «τρισχιλίων», σχηματίστηκε μία νέα αρχή των Δεκαδούχων – ένας από κάθε φυλή – για να κυβερνήσουν, όπως διατείνονταν, δημοκρατικά. Οι υπόλοιποι από τους «Τριάντα» καταφύγανε στην Ελευσίνα. Οι Δεκαδούχοι ήθελαν να δώσουν μερικές ψευτοελευθερίες στο λαό. Εκείνος ζητούσε ολοκληρωτική αποκατάσταση της δημοκρατίας. Στο μεταξύ ο Θρασύβουλος ετοίμαζε το στρατό για την τελική επίθεση. Οι κάτοικοι των Αχαρνών ήταν στην πρώτη γραμμή. Αλλά και πολλές πόλεις της Ελλάδος έσπευσαν να βοηθήσουν το στρατό της ελευθερίας, με εθελοντές, με χρήματα, με εφόδια. Το τέλος της τυραννίας πλησίαζε …
Οι Δεκαδούχοι, αντί για συνεννόηση με το λαό και δημοκρατία, ζήτησαν την επέμβαση της Σπάρτης. Πήγε ο ίδιος ο αρχηγός του Φείδων στη Σπάρτη κι’ έχοντας συνήγορο το Λύσανδρο κατόρθωσε να πείση τους Σπαρτιάτες να του δώσουν δάνειο 100 τάλαντα, για να στρατολογήση μισθοφόρους και να εκστρατεύση εναντίον των Αθηναίων που είχαν επαναστατήσει. Αρχηγός του εκστρατευτικού σώματος στην ξηρά έγινε ο Λύσανδρος, ενώ ο αδελφός του Λύβης ονομάστηκε ναύαρχος σε 40 τριήρεις που θα υποστήριζαν την επιχείρηση από τη θάλασσα. Τον Απρίλιο του 404 ο στρατός και ο στόλος των μισθοφόρων, με το Λύσανδρο και το Λύβη, πολιόρκησαν το Θρασύβουλο στον Πειραιά από την ξηρά και τη θάλασσα. Ο αγώνας της ελευθερίας και της δημοκρατίας φαινόταν καταδικασμένος. Αλλ’ όπως συμβαίνει στα αρχαία δράματα, παρουσιάστηκε ο «από μηχανής θεός», για να δώση τη λύση. Και αυτός ήταν ο βασιλιάς της Σπάρτης Παυσανίας …
Επέμβαση της Σπάρτης.
Οι βασιλείς της Σπάρτης μισούσαν το Λύσανδρο. Γνώριζαν ότι ήθελε να τους παραμερίση, για να είναι αυτός ο «Αρχηγός». Τον αντιπαθούσαν και πολλοί Σπαρτιάτες, που δεν ανέχονταν τις κακουργίες του στους Αιγός Ποταμούς και σε άλλες περιστάσεις. Τον θεωρούσαν ακόμη υπεύθυνο για τους «Τριάντα τυράννους» που είχε εγκαταστήσει στην Αθήνα και με τα εγκλήματά τους είχαν ξεσηκώσει τις περισσότερες ελληνικές πόλεις εναντίον της Σπάρτης, που την θεωρούσαν συνένοχο. Για τους λόγους αυτούς, μόλις έφυγε το εκστρατευτικό σώμα για την Αθήνα, κινήθηκαν οι μετριοπαθέστεροι από τους Σπαρτιάτες και ιδιαίτερα οι δύο βασιλείς για να θέσουν τέρμα στις πρωτοβουλίες του Λυσάνδρου. Οι Έφοροι πείστηκαν να στείλουν το βασιλιά Παυσανία με την πελοποννησιακή στρατιά στην Αττική, για να ρυθμίση αυτός τα αθηναϊκά πράγματα. Με την άφιξη του Παυσανία στην Αττική, ο Λύσανδρος και τα σχέδιά του παραμερίστηκαν. Ο Παυσανίας προσπάθησε να συμφιλιώση τις αλληλομισούμενες και αλληλοσκοτωνόμενες πολιτικές μερίδες των Αθηναίων. Στην αποστολή του τον βοήθησε με τις συμβουλές που του έδωκε και ο αδελφός του Νικία Διόγνητος, που συνδεόταν από παλαιότερα με τη βασιλική οικογένεια του Παυσανία. Οι διαπραγματεύσεις, που κράτησαν μήνες, έγιναν μεταξύ ολιγαρχικών, του Θρασυβούλου που εκπροσωπούσε τις δημοκρατικές δυνάμεις και των Σπαρτιατών. Τα υπολείμματα των «Τριάντα τυράννων», που βρίσκονταν στην Ελευσίνα, δεν έλαβαν μέρος στη συμφωνία. Οι όροι της συμφωνίας προβλέπαν: Ν’ απολυθούν οι μισθοφόροι των τυράννων, η Αθήνα να τηρήση τις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει απέναντι της Σπάρτης και να δοθή γενική αμνηστία. Μετά την υπογραφή της συμφωνίας, ο Παυσανίας με το στρατό του αφήκαν την Αττική και γύρισαν στη Σπάρτη.
Ο Θρασύβουλος ελευθερωτής.
Το Σεπτέμβριο του 403 ο στρατός του Θρασυβούλου μπήκε στην Αθήνα σε λαμπρά πομπή από την είσοδο του Διπύλου. Οι Αθηναίοι ξανάβρισκαν την ελευθερία τους, ύστερ’ από τις δοκιμασίες που είχαν περάσει. Η Εκκλησία του Δήμου επικύρωσε ομόφωνα την αμνηστία που είχε συμφωνηθή. Και για να την κατοχυρώση περισσότερο έκανε το νόμο περί «παραγραφής των αδικημάτων». Κάθε κατηγορούμενος, προτού δικαστή, θα μπορούσε να προβάλη την ένσταση ότι το αδίκημά του, «αδιαφόρως ουσίας», έχει παραγραφή. Και γενικότερα όλα τα μέτρα που έλαβαν τότε οι Αθηναίοι είχαν για σκοπό τον κατευνασμό και τη λήθη. Και υπήρξαν σωτήρια, όπως φάνηκε από την κατοπινή πορεία των αθηναϊκών πραγμάτων. Σ’ αυτό είχε συντελέσει, η μετριοπάθεια, η πολιτικότητα και το έξοχο ήθος του Θρασυβούλου.
Το τέλος της τυραννίας.
Αλλ’ ενώ στην Αθήνα και στον Πειραιά είχε γίνει η συμφιλίωση του λαού, η Ελευσίς είχε μεταβληθή σε κέντρο όλων των εχθρών της δημοκρατίας και της ησυχίας του τόπου. Με τα χρήματα που είχαν μαζέψει οι τύραννοι, με τους γνωστούς τρόπους, εξακολουθούσαν να στρατολογούν μισθοφόρους και να κάνουν επιδρομές στην Αττική. Είχαν αρχίσει και συνεννοήσεις με τη Σπάρτη, για να τους βοηθήση στρατιωτικώς μόλις αλλάξουν οι Έφοροι που είχαν στείλει τον Παυσανία και είχαν λάβει τις διαλλακτικές αποφάσεις. Οι ενέργειές τους είχαν προκαλέσει την αγανάκτηση των Αθηναίων, όλων των μερίδων. Τα αρχαία κείμενα δεν αναφέρουν λεπτομέρειες για το τέλος των υπολειμμάτων της τυραννίας. Είχαν κρατήσει το όνομα των «Τριάντα» και μετά την εγκατάστασή τους στην Ελευσίνα, μολονότι είχαν απομείνει λιγότεροι. Ο Ξενοφών αναφέρει γι’ αυτούς ότι οι Αθηναίοι «εις λόγους ελθόντας απέκτειναν» και ο Ισοκράτης «αυτούς τους αιτιωτάτους των κακών ανελόντες». Το πιθανότερο είναι ότι ο λαός τους σκότωσε, όταν βρήκε την ευκαιρία. Και οι άρχοντες της Αθήνας, είτε από αδυναμία να εμποδίσουν το λαό, είτε από άλλο λόγο, άφησαν τους «Τριάντα» στη μανία του πλήθους. Μετά την πτώση της Ελευσίνος ακολούθησαν μερικές καταδιώξεις και εκτελέσεις των πιο περιβόηταν από τους συνενόχους της τρομοκρατίας και η πόλη ησύχασε. Η δημοκρατία ξαναλειτούργησε στην Αθήνα. Η «τυραννία των τριάκοντα», όπως την αναφέρουν ο Αριστοτέλης και άλλοι αρχαίοι, είχε τελειώσει. Κράτησε 16 μήνες και είναι μία από τις χειρότερες περιόδους στην ιστορία της Αθήνας. Εγκατεστάθηκε με την ξενική βοήθεια και επέμβαση. Στηρίχτηκε στις στρατιωτικές λόγχες και σωριάστηκε όταν λίγοι ψυχωμένοι Αθηναίοι με το Θρασύβουλο αντιδράσαν δυναμικά εναντίον των τυράννων. Η δικτατορία των «Τριάντα» επιβεβαίωσε το αξίωμα που ισχύει για όλες τις δικτατορίες: Το κράτος της βίας μόνο με τη βία ανατρέπεται.