ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΡΩΜΑΪΚΗΣ ΠΑΡΑΚΜΗΣ

Ούτε η ελευθερία που έδωκε ο Νέρων, ούτε η κατάργησή της από το Βεσπεσιανό, είχαν ουσιαστικές συνέπειες στην Αθήνα. Εξακολουθούσε και μετά το Βεσπεσιανό να είναι ελεύθερη και αφορολόγητη πολιτεία.

Οι Αθηναίοι μάλιστα, είτε για να κολακεύσουν το Βεσπεσιανό, είτε για να τον ευχαριστήσουν που δεν τους πείραξε, έβαλαν την εικόνα του σε αθηναϊκά νομίσματα. Ίσως, να την είχε επιβάλει ο ίδιος, σα δείγμα κυριαρχίας της Ρώμης και σ’ αυτή τη θεωρητικά ελεύθερη πολιτεία. Από τους διαδόχους του Βεσπεσιανού, ο Δομετιανός δέχεται (93 μ.Χ.) να γίνει «Επώνυμος άρχων» των Αθηναίων. Είναι ο πρώτος Ρωμαίος αυτοκράτορας, που πήρε τον τίτλο αυτό. Ο Δομετιανός συνέχισε την καταδίωξη των Ελλήνων σοφιστών από τις επαρχίες του Ρωμαϊκού κράτους, που είχε αρχίσει ο προκάτοχός του Βεσπεσιανός από τη Ρώμη. Η Αθήνα δέχεται τους περισσότερους. Εκεί, η ζωή είναι πιο ελεύθερη και ασύγκριτα καλύτερη από την άλλη Ελλάδα.

Ερήμωση της υπαίθρου.

Ιδιαίτερα η ελληνική ύπαιθρος είχε ερημωθεί από την καταπίεση των ρωμαϊκών αρχών και τη μετανάστευση των πληθυσμών από τη φτώχεια. Στην ερήμωση είχαν συντελέσει και οι εγκατεστημένοι στις μεγαλύτερες πόλεις Ρωμαίοι τραπεζίτες, που απομυζούσαν αδυσώπητα τους αγροτικούς πληθυσμούς με τοκογλυφικά δάνεια. Το επάγγελμα του τοκογλύφου το ασκούν και ασυνείδητοι Έλληνες, που συνεργάζονται με Ρωμαίους, με αποτέλεσμα να περάσουν σε ρωμαϊκά χέρια τα καλύτερα κτήματα της Ελλάδος, είτε με τη μέθοδο της τοκογλυφίας, είτε με δημεύσεις περιουσιών των πλουσιότερων. Ασυνείδητα όργανα της ρωμαϊκής εξουσίας έκαναν ψεύτικες καταγγελίες εναντίον πλούσιων Ελλήνων  για ανύπαρκτα εγκλήματα. Οι καταγγελλόμενοι καταδικάζονταν για «έγκλημα καθοσιώσεως», δηλαδή εσχάτης προδοσίας, και οι περιουσίες τους δημεύονταν, για να περιέλθουν τελικά σ’ αυτούς που τους είχαν καταγγείλει. Άλλη μεγάλη πληγή, για την ελληνική ύπαιθρο στα ρωμαϊκά χρόνια, ήταν η ληστεία. Είχε οργανωθεί σε μεγάλες συμμορίες από ντόπιους και ξένους που καταλήστευαν τους πληθυσμούς, ιδίως στις ορεινές περιοχές. Πολλοί αγρότες αναγκάζονταν, για να τα έχουν καλά με τους ληστές, να τους τροφοδοτούν και να τους περιθάλπουν. Ο Λουκιανός και ο Απουλήιος αναφέρουν πολλές ιστορίες ληστών. Στην Αθήνα οι ληστές δεν κατέβαιναν. Οι τοκογλύφοι και τα όργανα της ρωμαϊκής διοικήσεως δυσκολότερα μπορούσαν να δράσουν.

Φιλαθηναίοι αυτοκράτορες.

Οι διάδοχοι του Βεσπεσιανού έδειξαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την πόλη της Παλλάδος. Ο αγαθότατος και ανώτερος χρημάτων αυτοκράτορας Νερουάς και ο ικανός και χρηστός Τραϊανός βοήθησαν τους Αθηναίους. Ο Τραϊανός, για να τιμήσει την Αθήνα, την όρισε τόπο συναντήσεώς του (114 μ.Χ.) με τους πρέσβεις του βασιλιά της Περσίας Οσρόη. Την ίδια εποχή έγινε και το Μνημείο του Φιλοπάππου στο λόφο των Μουσών, που διατηρείται και σήμερα. Ήταν δωρεά του Φιλοπάππου, εγγονού του τελευταίου βασιλιά της Συρίας Αντιόχου Δ΄. Ο Φιλόπαππος είχε μείνει στην Αθήνα εξόριστος επί Βεσπεσιανού. Σε ανάμνηση της παραμονής του στην Αθήνα και της φιλοξενίας των Αθηναίων, χάρισε το μνημείο. Την εποχή που ιστορούμε, έγιναν στο Ρωμαϊκό κράτος οι μεγάλοι διωγμοί των χριστιανών. Στην Αθήνα ήταν ηπιότερης μορφής. Οι Αθηναίοι είχαν πολύ πιο φιλοσοφημένη σκέψη από τους Ρωμαίους, με το πλήθος των σχολών τους, και ήταν ανεκτικότεροι στις ξένες θρησκείες. Από πολύ παλαιότερα (τον 4ο π.Χ. αιώνα) υπήρχαν στην Αθήνα και στον Πειραιά ναοί ξένων θρησκειών και βωμός αφιερωμένος στον Άγνωστο Θεό.

Εποχή ξεπεσμού.

Παρά την προστασία των Ρωμαίων αυτοκρατόρων και τη θεωρητική ελευθερία που είχε η Αθήνα, η πολιτεία παρουσίαζε εντελώς διαφορετική εικόνα από εκείνη του 4ου ή του 5ου π.Χ. αιώνα. Η Εκκλησία του Δήμου εξακολουθούσε να συνεδριάζει όπως και στα παλαιότερα χρόνια. Να συζητεί, να παίρνει αποφάσεις και να εκλέγει τους άρχοντες. Αλλά οι συζητήσεις – το ίδιο «θορυβώδεις», όπως και άλλοτε, – περιστρέφονται τώρα γύρω από ασήμαντα πράγματα και κυρίως για τον επισιτισμό των κατοίκων. Ο Πλούταρχος αναφέρει στα «Συμποσιακά» ότι, όταν σπούδαζε στην Αθήνα (τα μέσα του 1ου μ.Χ. αιώνα), η Εκκλησία του Δήμου ασχολήθηκε και αποφάσισε με ψήφισμα, ύστερ’ από συζήτηση, να τρέφεται με «δημοσία δαπάνη» ο … σκύλος Κάππαρος. Είχε κυνηγήσει κάποιο ιερόσυλο, που είχε κλέψει διάφορα σκεύη από το ναό του Ασκληπιού κάτω από την Ακρόπολη και τον πιάσαν από τα γαυγίσματα του Κάππαρου… Εκεί είχε καταντήσει η Εκκλησία του Δήμου, όπου άλλοτε ο Μιλτιάδης και ο Θεμιστοκλής έπαιρναν τις μεγάλες αποφάσεις και ο Περικλής «ήστραπτε, εβροντα, ξυνεκήκα την Ελλάδα».

Μεγάλη μεταβολή, στο χειρότερο, παρουσιάζεται και στη ζωή των Αθηναίων, ύστερ’ από τη συναναστροφή τους με τους Ρωμαίους. Ο Αθήναιος και ο Δίων Χρυσόστομος μας δίνουν αρκετές εικόνες. Το αρχαίο θέατρο έχει παραχωρήσει τη θέση του σε κατώτερα θεάματα. Γελωτοποιοί και μονομάχοι έχουν αντικαταστήσει τα έργα του Αισχύλου, του Σοφοκλή και του Ευριπίδη. Ο Φιλόστρατος γράφει ότι είχαν μετασκευάσει το Θέατρο του Διονύσου, κάτω από την Ακρόπολη, για να μπορούν να δίνουν παραστάσεις με μονομαχίες και θηριομαχίες. Ο ίδιος αναφέρει ότι, αγόραζαν με πολλά χρήματα κακούργους καταδικασμένους σε θάνατο, για να τους χρησιμοποιούν σε θηριομαχίες. Όταν το έμαθε ο Πυθαγόριος φιλόσοφας Απολλώνιος ο Τυανεύς, ειρωνεύθηκε τους Αθηναίους λέγοντας ότι, σε λίγο στα Παναθήναια θα θυσιάζουν «αντί εκατόμβης ζώων, εκατόμβην ανθρώπων». Από την αντίδραση που δημιουργήθηκε, σταμάτησαν για λίγο καιρό οι θηριομαχίες, για να επαναληφθούν όμως αργότερα, ακόμη και την εποχή του Αδριανού. Η συρροή των ξένων στην Αθήνα δημιούργησε και το επάγγελμα  των «περιηγητών», δηλαδή των ξεναγών. Συνόδευαν τους τουρίστες στα αξιοθέατα με πληρωμή. Οι περισσότεροι από τους ξεναγούς είναι αμόρφωτοι και διηγούνται τέτοιες φανταστικές ιστορίες, που οι πιο μορφωμένοι τουρίστες τους έδιωχναν ή τους απαγόρευαν να μιλούν. Πολλές όμως από τις φανταστικές ιστορίες των ξεναγών, τις μεταφέραν οι τουρίστες τον τόπο τους και πέρασαν σαν αληθινά γεγονότα σε αρχαία κείμενα, δημιουργώντας σύγχυση με την πραγματική ιστορία.

Άλλα σημάδια ενδεικτικά του ξεπεσμού στα χρόνια εκείνα, ήταν η διάδοση αισχρών και ηλιθίων βιβλίων, η αύξηση της παιδεραστίας και η διαφθορά μέσα και σ’ αυτή την οικογένεια, με αιμομιξίες και βρομερότητες. Η σπατάλη και η επίδειξη, που αποτελούσαν συνάρτηση της λεγομένης «καλής κοινωνίας», οδηγούσαν πολλές φορές σε εγκλήματα για την απόκτηση χρημάτων ή, το λιγότερο, σε χυδαίες πράξεις. Ο Απουλήιος, ο Λουκιανός και ο Πλούταρχος, αναφέρουν τέτοιες περιπτώσεις. Όσα όμως γίνονται στην Ελλάδα, δεν μπορούν να συγκριθούν με τη σαπίλα που επικρατούσε στην αυτοκρατορική Ρώμη.

Πρόοδος στο φεμινιστικό τομέα.

Σημειώνεται όμως στην περίοδο εκείνη της παρακμής και μία πρόοδος στο γυναικείο κόσμο. Η Ελληνίδα αρχίζει να μορφώνεται, να αποκτά κάποια ανεξαρτησία και να κάνει τα πρώτα βήματα για την εξίσωση των δύο φύλων. Ο περιορισμός, η έλλειψη σε μόρφωση και η αφάνεια, που χαρακτήριζαν τις παλαιότερες Ελληνίδες, παραμερίζονται. Ο Πλούταρχος αναφέρει ότι όχι μόνο τη γυναίκα του Τιμοξένα είχε μυήσει σε μελέτες φιλοσοφικές και θρησκευτικές, αλλά είδε και πολλές άλλες να ασχολούνται σε σοβαρές μελέτες, ακόμη και στα μαθηματικά. Ο ίδιος είχε γράψει βιβλία ειδικά για γυναίκες, όπως τα «Γαμικά παραγγέλματα», περί «Γυναικών αρετών», περί «Ίσιδος και Οσίριδος». Και συνιστούσε ένθερμα τη μόρφωση των γυναικών: «Ότι και γυναίκα παιδευτέον».

Η πανελλήνια συνείδηση.

Αλλά η σπουδαιότερη πρόοδος, που σημειώνεται στον ελληνικό χώρο την περίοδο αυτή, είναι η προσέγγιση των διαφόρων ελληνικών πόλεων μεταξύ τους. Τα τείχη, που χώριζαν τις αρχαίες ελληνικές πόλεις και τις είχαν οδηγήσει σε εξοντωτικούς πολλές φορές πολέμους, ισοπεδώνονται κάτω από τη ρωμαϊκή κυριαρχία. Όλοι οι Έλληνες αισθάνονται: ένα αίσθημα συγγενείας μεταξύ των. Και για πρώτη φορά αποκτούν μια πανελλήνια συνείδηση, που δεν είχαν γνωρίσει οι αρχαίοι χρόνοι. Από την εποχή ακόμη του Βεσπεσιανού, του Δομετιανού και του Τραϊανού, μπαίνουν οι βάσεις της Ελληνικής αυτοκρατορίας, που θα δημιουργηθεί, ύστερ’ από μερικούς αιώνες, γύρω από το αρχαίο Βυζάντιο. Ήταν η μοραία εξέλιξη του πανελλήνιου πνεύματος, που από τότε αρχίζουν να το αποκτούν οι Έλληνες. Στη μεταβολή αυτή είχαν συντελέσει αποφασιστικά τα αρχαία ελληνικά μνημεία, που σώζονταν ακόμη και θύμιζαν στους Έλληνες ημέρες παλιάς δόξας. Και η φαντασία του λαού, κάτω από τη ρωμαϊκή δεσποτεία, προχωρούσε ακόμη περισσότερο και έφθανε σε παραδόσεις, σε μύθους και σε θρύλους προϊστορικών χρόνων. Ο Παυσανίας αναφέρει ότι οι Αθηναίοι του έδειξαν, με πολλή υπερηφάνεια, τη θέση που είχε σκοτωθεί ο Κόδρος, τον τύμβο των Μαραθωνομάχων, ακόμη και τον τάφο του μυθικού Ίωνος …