Η αφάνεια έχει καλύψει τον Καραγκιόζη, όπως και τόσα άλλα της Παλιάς Αθήνας. Και σήμερα μόνο σε κάποια μακρινή συνοικία ή σε κάποιο προάστειο κάνει κατά διαστήματα την εμφάνισή του. Και όμως, ήταν εποχή που ο Καραγκιόζης είχε γνωρίσει μεγάλες «πιέννες» στην Αθήνα.
Και στην αρχή του αιώνα, η Δεξαμενή – όπου ο Αντώνης Μόλλας είχει στήσει το πανί του – συγκέντρωνε τα καλοκαίρια, κάθε βράδυ, όχι μόνο το λαουτζίκο και τη μαρίδα, αλλά και ολόκληρη την κοσμική Αθήνα!
Οι πρώτες παραστάσεις.
Η πρώτη εμφάνιση του Καραγκιόζη στην Αθήνα έγινε σε συνοικιακά καφενεία, γύρω στα 1852. Ένας Καλαματιανός, ο Μπαρμπαγιάννης Βράχαλης, που έμεινε στην Πόλη και διδάχτηκε την τέχνη, ήλθε στην Αθήνα και έστησε τον Καραγκιόζη του σε κάποιο καφενείο της Πλάκας. Λίγο αργότερα εμφανίστηκε και δεύτερος καραγκιοζοπαίκτης, επίσης από την Κωνσταντινούπολη, ο Ηλίας. Μια εφημερίδα του 1852 μας πληροφορεί ότι: «Κατά την συνοικίαν της Πλάκας συστήθη ανατολικόν θέατρον. Εξοδεύων δε τις δέκα μόνον λεπτά, πέντε διά την είσοδον και άλλα πέντε διά τον ναργιλέν, δύναται να διασκεδάση τρεις ολοκλήρους ώρας, εξακολουθών να γελά ακαταπαύστως καθ’ όλον αυτό το διάστημα. Εις την τελευταίαν παράστασιν εωρτάσθησαν οι γάμοι του Καραγκιόζη …». Και συνεχίζει η καλή εφημερίδα τις λεπτομέρειες από το γάμο του Καραγκιόζη και την υπόσχεση ότι: «Εις το επόμενον φύλλον μας θέλομεν διαλάβει τα καθέκαστα του γάμου και το δοθέν υποθετικόν γεύμα, όπου ο Καραγκιόζης έλεγε προς τους ζητούντας φαγητά: κατάπινε …».
Ο τύπος κατά του Καραγκιόζη.
Άλλες όμως αθηναϊκές εφημερίδες δε δέχτηκαν τόσο καλά την πρώτη εμφάνιση του Καραγκιόζη στην Ελληνική πρωτεύουσα και μετά δύο χρόνια μια άλλη εφημερίδα άρχισε εκστρατεία για την εξόντωσή του. «Λυπούμεθα» έγραφε «βλέποντες την διεύθυνσιν της Αστυνομίας ανεχομένην και συχωρούσαν την εν τισι καφενείοις παράστασιν του λεγομένου Καραγκιόζη, ενώ άλλοτε αυστηρώς ημποδίζετο αύτη. Αγνοεί φαίνεται ο κ. Διευθυντής οποίων αισχρών και ασέμνων πράξεων σκηναί παρίστανται διά των νευροσπάστων εις τα βωμολοχικά ταύτα των Ασιατών θέατρα και οποία διαφθορά διαχέεται εις όλην την κοινωνίαν μας, αφού απειράριθμον πλήθος παίδων και μαθητών του γυμνασίου συχνάζει εις αυτά καθ’ εσπέραν αδιακόπως». Παρά τις διαμαρτυρίες των εφημερίδων, ο Καραγκιόζης από τα τελευταία οθωνικά χρόνια άρχισε να κατακτά την Πρωτεύουσα και να εξελληνίζεται, χάνοντας τον ανατολίτικο χαρακτήρα του. Τα πρόσωπα που πρωταγωνιστούσαν, όταν πρωτοφάνηκε στην Αθήνα, δεν ήταν εκείνα που γνωρίσαμε σε νεώτερα χρόνια, όταν το λαϊκό θέατρο των σκιών είχε πάρει ελληνικό χρώμα, με τον Μπαρμπαγεώργο, τον Σιορ Διονύσιο, το Σταύρακα, τον Ομορφονιό, το Μεγ΄ Αλέξαντρο και τους άλλους ήρωες του λευκού πανιού. Ως και αυτό το Κολλητήρι γεννήθηκε στην Ελλάδα! Δεν υπήρχε στις πρώτες παραστάσεις. Εδώ έγινε χριστιανός και ο Καραγκιόζης!
Ο παλαιότερος Καραγκιόζης.
Η εμφάνιση του Καραγκιόζη στην Ελλάδα είχε σημειωθεί και πριν από το 1852. Σε βιβλία ξένων περιηγητών αναφέρονται παραστάσεις του και πριν από την Ελληνική Επανάσταση στο σεράγι του Βελή πασά στην Τρίπολη και στου Αλή πασά στα Γιάννενα. Και είναι πιθανό παραστάσεις του Καραγκιόζη να έγιναν και στην τουρκοκρατούμενη Αθήνα. Ίσως στο Μοναστηράκι, όπου βρικόταν ο επισημότερος καφενές ή στο κοντινό κονάκι του Βοεοβόδα στους Αέρηδες. Μετά την απελευθέρωση της Ελλάδος, και πριν έλθει στην Αθήνα, ο Καραγκιόζης είχε κάνει την εμφάνισή του σε επαρχίες: στο Ναύπλιο, στον Κραβασαρά (Αμφιλοχία) και στο Μεσολόγγι. Πάντως ο «πρώτος διδάξας» στην Αθήνα φαίνεται πως είναι ο Βράχαλης, που προηγουμένως) από το 1850 – είχε στήσει το πανί του στον Πειραιά.
Εξελληνισμός του Καραγκιόζη.
Στον εξελληνισμό του Καραγκιόζη είχε συντελέσει ένας εξαίρετος καραγκιοζοπαίκτης, ο Δημήτριος Σαρδούνης από το Μεσολόγγι. Αφού έπαιξε σε διάφορες πόλεις, έφθασε και στην Αθήνα και έστησε το θέατρό του στο Γεράνι (πίσω από το σημερινό κατάστημα της Δημαρχίας) και έπειτα στο «Αθήναιον» της οδού Πατησίων. Ο Σαρδούνης έδωκε πρώτος στην ανατολίτικη αυτή τέχνη ελληνικό χρώμα. Έβγαλε κάθε άσεμνο από τις παραστάσεις του Καραγκιόζη και χρησιμοποίησε για θέματα, είτε παλαιά λαϊκά δράματα, είτε δικά του έργα εμπνευσμένα από τη δημοτική ποίηση και τη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα. Δημιούργησε τους διαφόρους τύπους, παρμένους από την ελληνική ζωή, με πρωταγωνιστή πάντοτε τον Καραγκιόζη, που τον έκανε χριστιανό και Ρωμιό. Ένα Ρωμιό με την εξυπνάδα και τα ελαττώματα της φυλής του. Ένα μικρό εύθυμο φιλόσοφο, που διαρκώς πεινούσε. Αντιπροσωπευτικό τύπο του φτωχού ελληνικού βασιλείου της Ψωροκώσταινας.
Ο Σαρδούνης (Μίμαρος).
Ο Σαρδούνης καθιέρωσε πρώτος τη μουσική υπόκρουση, σε ειδικό μοτίβο για κάθε ήρωα που έβγαινε στο φωτισμένο πανί του. Ο ίδιος γνώριζε τη βυζαντινή μουσική και είχε εξαίρετη φωνή. Ήταν σπουδασμένος ιεροψάλτης και γνώριζε αρκετά γράμματα. Ήταν εξυπνότατος και θαυμάσιος μίμος. Από τη μιμητική του τέχνη του είχαν δώσει το παρώνυμο του Μίμαρου. Με το όνομα αυτό ήταν γνωστός ως καραγκιοζοπαίκτης. Το σπουδαιότερο όμως έργο του Μίμαρου ήταν που δημιούργησε Σχολή. Κοντά του έμαθαν την τέχνη οι καλύτεροι από τους Έλληνες καραγκιοζοπαίκτες. Από τους διαδόχους του θα πρέπει να μνημονεύσουμε ιδιαίτερα των Αντώνη Μόλλα, που ήταν γέννημα και θρέμμα της Αθήνας και εργάστηκε στην Πρωτεύουσα όλο το διάστημα της ζωής του. Γεννήθηκε στο Παγκράτι το 1871 και πέθανε το 1948. Μολονότι δεν ήξερε πολλά γράμματα, ωστόσο ανέβασε πολλά δικά του έργα και παρουσίασε καινούργια πρόσωπα στον Καραγκιόζη του, που θέλησε να τον συγχρονίσει. Και έβλεπε κανείς στο φωτισμένο πανί του Μόλλα αεροπλάνα και αυτοκίνητα, μαζί με τον Μπαρμπαγεώργο, το Βεληγκέκα και το Μεγ’ Αλέξαντρο, που κρατούσε όμως ο καθένας τους την παλαιότερη καθιερωμένη προσωπικότητά του.
Μόλλας και Σπαθάρης.
Επί μισόν αιώνα ο Μόλλας έκανε τους Αθηναίους να ενδιφέρωνται για το θέατρό του και να απολαμβάνουν το πνεύμα που σκορπούσε ο Καραγκιόζης του. Κανόνιζε μάλιστα τα αστεία του ανάλογα με το κοινό που παρακολουθούσε την παράσταση. Όταν το κοινό ήταν πιο μορφωμένο, τα χωρατά των χάρτινων ηρώων του Μόλλα ήταν πολύ πιο φίνα από το χοντροκομμένο αλάτι που μεταχειριζόταν στις λαϊκές παραστάσεις. Και τότε επαναλάμβανε τη γνωστή επωδό του: «Τι βλέπω απόψε! … και κυρίες! …».
Στους δημιουργούς της τέχνης των σκιών στην Αθήνα πρέπει να μνημονεύσουμε ιδιαίτερα και το Σωτήρη Σπαθάρη, που μαζί με το Μόλλα είχαν γίνει γνωστοί και στο εξωτερικό. Κοντά σ’ αυτούς υπήρξαν και άλλοι πενήντα εργάτες της τέχνης, που συντελέσαν στη βελτίωση του Καραγκιόζη και χάρισαν επί ένα αιώνα το γέλιο και την ευθυμία. Ο αθηναιογράφος και ιστορικός Κ. Μπίρης έχει δημοσιεύσει (1952) μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα πραγματεία για τον Καραγκιόζη.