ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟ ΞΥΠΝΗΜΑ

Οι ταραχές του 1754, πραγματική επανάσταση, σημειώνουν σταθμό στην αθηναϊκή ιστορία της Τουρκοκρατίας. Είναι το πρώτο ένοπλο και οργανωμένο κίνημα των Αθηναίων κατά του Κατακτητή και το πρώτο ξύπνημα του λαού.

Ανάλογες αντιδράσεις και εκδηλώσεις είναι, που πολλές φορές γίνονται «ερήμην» των Προεστώτων και στρέφονται, κάποτε, και εναντίον τους. Ο αθηναϊκός λαός αρχίζει να χειραφετήται και να αντιδρά, τόσο κατά του τουρκικού ζύγου, όσο και κατά του ζυγού των Αθηναίων κοτζαμπάσηδων, που τους κυβερνούσαν με κληρονομικό δικαίωμα.

Αυτό το ξύπνημα της εθνικής και πολιτικής ανεξαρτησίας σημειώνεται κυρίως από τα μέσα του 18ου αιώνα. Από τότε, το υπόδουλο Γένος συνειδητοποιεί περισσότερο την ελληνική καταγωγή του και προβάλλει εντονώτερα το αίτημα της ελευθερίας. Και προηγουμένως δεν είχε παύσει να ελπίζει και να αγωνίζεται για την απελευθέρωσή του από τον τουρκικό ζυγό. Στο πρόσωπο του Οικουμενικού Πατριάρχη έβλεπε τον προσωρινό διάδοχο του Βυζαντινού Αυτοκράτορα. Αλλά οι πόθοι και οι ελπίδες του σκλαβωμένου Γένους πλέκονταν γύρω από την Αυτοκρατορία που είχαν καταλύσει οι Τούρκοι. Προσδοκούσε την ανάσταση ενός κράτους που θα θύμιζε το Βυζάντιο. Η Αρχαία Ελλάς ήταν ένας θρύλος, μια σβυσμένη εικόνα, για τους Έλληνες των πρώτων αιώνων της Τουρκοκρατίας. Κανένας τους δεν μπορούσε να φανταστεί για πολίτευμα του νέου Ελληνικού Κράτους το πρότυπο της Αθηναϊκής Δημοκρατίας. Έρχεται όμως ο 18ος αιώνας και ξαναφέρνει στο προσκήνιο, χάρη στους ξένους περιηγητές και στα βιβλία που δημοσίευαν, στην Αρχαία Ελλάδα. Ξαναδίνει στη σβυσμένη εικόνα τα χρώματά της.

Παράλληλα, την ίδια εποχή, αρχίζουν να λειτουργούν συστηματικότερα σχολεία, όπως του Σωτήρη και του Ντέκα που αναφέραμε. Σ’ αυτά τα Ελληνόπουλα μαθαίνουν και την ιστορία των «Μεγάλων Προγόνων». Τους μιλούν για την Αθηναϊκή Δημοκρατία, που οδήγησε στη δόξα του Μαραθώνος και της Σαλαμίνος και στο θαύμα της κλασικής εποχής. Είναι η πρώτη επαφή των Ραγιάδων με την Αρχαία Ελλάδα. Στο τέλος του 18ου αιώνα φωτισμένοι Έλληνες του εξωτερικού θα τυπώσουν ελληνικά βιβλία και θα τα στείλουν στα χωριά και στις πολιτείες του σκλαβωμένου Γένους, και όταν οι Έλληνες αποδυθούν στον αγώνα της Ελευθερίας, θα βρίσκονται ψυχικά πιο κοντά στο δημοκρατισμό της κλασικής εποχής, από το θεοκρατικό απολυταρχισμό του Βυζαντίου. Σ’ αυτό θα συντελέσει αποφασιστικά και ο Ρήγας Φερραίος με το «πολίτευμα» που ετοίμασε και είχε για πρότυπο τις αρχές της Γαλλικής Επαναστάσεως. Το πολίτευμα του Ρήγα είχε μεγάλη απήχηση στις ψυχές των Ελλήνων. Τους εδραίωσε το αίσθημα της πολιτικής ελευθερίας, παράλληλα με τον πόθο της εθνικής ανεξαρτησίας και βοήθησε στο Μεγάλο Αγώνα. Και ήταν τόσο έντονο ο δημοκρατισμός των Ελλήνων, ώστε και τα τρία πολιτεύματα της Επαναστάσεως: της Επιδαύρου (1822), του Άστρους (1823) και της Τροιζήνος (1827) είναι δημοκρατικά. Κι’ αυτό σε εποχή που σε ολόκληρη την Ευρώπη κυριαρχούσαν οι κληρονομικοί μονάρχες και αυτοκράτορες.

Στην πρωτοπορία του δημοκρατισμού αυτού θα βρούμε τους Αθηναίους από τα μέσα του 18ου αιώνα. Οι αγώνες τους χαρακτηρίζονται από το αίσθημα της πολιτικής και εθνικής ελευθερίας. Θα πολεμούν, με το ίδιο πάθος, τους Τούρκους τυράννους, όσο και τους Έλληνες κοτζαμπάσηδες, όταν θα συμβιβάζονται με τον Κατακτητή. Και οι Αθηναίοι βρέθηκαν αντιμέτωποι και αυτού του Καποδίστρια για τη δικτατορική διοίκησή του.

Ρωμιοί και Γραικοί.

Από την εποχή εκείνη αρχίζει να εκτοπίζεται το όνομα Ρωμαίος (Ρωμιός), που χρησιμοποιούσαν τον καιρό του Βυζαντίου και της σκλαβιάς. Και οι Τούρκοι έλεγαν τους Έλληνες «Ρουμ». Τελικά το όνομα «Ρωμιός» θα πάρει την υποτιμητική και κοροϊδευτική σημασία που έχει σήμερα, και από την οποία, φαίνεται, πως ξεκίνησε. Τη γένεσή του θα πρέπει να την αναζητήσουμε στα χρόνια της ρωμαϊκής κυριαρχίας στην Ελλάδα. Τους Έλληνες, που πρόσφεραν υπηρεσίες στο Ρωμαϊκό κράτος, τους έκαναν πολλές φορές Ρωμαίους πολίτες. Και την εποχή του αυτοκράτορα Καρακάλλα (211 – 218 μ.Χ.) έγιναν Ρωμαίοι όλοι οι κάτοικοι της αυτοκρατορίας, εκτός από τις φτωχότερες τάξεις. Ασφαλώς, οι φτωχότερες αυτές τάξεις του ελληνικού λαού, που δεν είχαν «ρωμαιοποιηθεί», με ειρωνική και υποτιμητική διάθεση θα είδαν τους «Ρωμαίους» συμπατριώτες τους και, πιθανώς, από τότε αν τους βάφτισαν «Ρωμιούς». Στα βυζαντινά χρόνια το όνομα Έλλην είχε γίνει συνώνυμο με το «εθνικός στη θρησκεία» και το αποφεύγανε. Και τότε, παράλληλα με το Ελλαδικός και το Ρωμαίος, χρησιμοποιήθηκε και το Γραικός, μολονότι το όνομα αυτό είναι αρχαιότατο. Ο Αριστοτέλης αναφέρει το Γραικός ως συνώνυμο του Έλληνος. Ο Γραίκος, κατά τον Ισίοδο, ήταν γιος του Διός και της Πανδώρας και οι Γραικοί κατοικούσαν στην περιοχή της Δωδώνης και του Αχελώου την εποχή του Κατακλυσμού. Από το 15ο αιώνα φωτισμένοι Έλληνες: ο Γεμιστός (Πλήθων), ο Κωνσταντίνος ΙΒ΄ Παλαιολόγος, ο Βησσαρίων, οι Χαλκοκονδύλες και άλλοι, κάνουν το διαχωρισμό των ονομάτων «Έλλην» και «Ρωμαίος». Ο Ελληνολάτρης Κρούσις (Crusius) χρησιμοποιεί για τους υπόδουλους τις λέξεις: Έλλην, Ελλάς, ελληνικός, φιλέλλην. Κυρίως όμως, από τα μέσα του 18ου αιώνα, με το εθνικό και δημοκρατικό ξύπνημα των Ραγιάδων, αρχίζει και η επικράτηση του ονόματος: Ἐλλην.