Την επαναστατική ατμόσφαιρα, που δημιουργήθηκε στην Αθήνα του 1754, την προκάλεσε η διαγωγή του Βοεβόδα Σαρή Μουσελίμη, που καταπίεζε Έλληνες και Τούρκους, για να εισπράτει περισσότερα. Τα δύο στοιχεία, ελληνικό και τουρκικό, ενώθηκαν σε κοινό μέτωπο εναντίον του βίαιου και αρπαχτικού Μουσελίμη.
Ακολούθησαν ταραχές, για τις οποίες, φαίνεται, πως δεν ήταν αμέτοχος και ο Μητροπολίτης Άνθιμος. Εξαγριωμένοι Τούρκοι και Έλληνες περικύκλωσαν το διοικητήριο και το καταλάβαν, αφού σκότωσαν το γραμματέα του Μουσελίμη. Ο Βοεβόδας και οι τουρκικές αρχές μόλις πρόφθασαν να σωθούν, καταφεύγοντας στην Ακρόπολη, που την πολιόρκησε ο μαινόμενος λαός. Στρατιωτικές δυνάμεις του πασά του Ευρίπου καταστείλαν το κίνημα των Αθηναίων και έλαβαν αυστηρά μέτρα εναντίον τους. Κακοποιήσεις, εκτελέσεις και προ παντός καταλήστευση των Ελλήνων ήταν τα συνηθισμένα τουρκικά αντίποινα σε παρόμοιες περιπτώσεις. Ο Ιωάννης Μπενιζέλος σημειώνει τα εξής: «Εις τους 1754 εν μηνί Ιουλίω συνέβη η ολεθρία στάσις και η δημεγερσία κατά του βοϊβόδα Σαρή Μουσελίμη. Ετέλειωσε με μεγάλη φθορά των Ρωμαίων και δαπάνην υπέρ τα οκτακόσια πουγγία». Ο Μητροπολίτης Άνθιμος απομακρύνθηκε για αρκετό διάστημα από την έδρα του. Και για χρόνια οι Αθηναίοι πλήρωναν στον πασά του Ευρίπου αποζημιώσεις για το γραμματικό του Μουσελίμη που σκοτώθηκε. Τις αναφέρει λεπτομερώς ο Δ. Καλεφορνάς στο «Ημερολόγιό»του.
Τη «στάση του Σαρη Μουσελίμη» μνημονεύουν στα βιβλιά τους και οι περιηγητές: Le Roy, Stuart και Chandler. Γράφουν μάλιστα, με συμπάθεια και θαυμασμό για τους Αθηναίους. «Οι Αθηναίοι» σημειώνει ο Chandler «δεν ανέχονται το ζυγό, όταν καταντήσει αφόρητος. Τότε ο λαός στασιάζει και εκδικείται». Ο Stuart, που ήταν στα γεγονότα, αναφέρει ότι, «Οι Αθηναίοι είναι οξύτεροι στο μυαλό, αβρότεροι και ζωηρότεροι, από τους άλλους Ελλήνες που ζουν υπό τον τουρκικό ζυγό. Αν και πιέζονται και τυραννούνται, εντούτοις ξεσηκώνονται με θάρρος και διαμαρτύρονται όταν κανένας φιλοχρήματος και απάνθρωπος διοικητής επιβάλει καινούργιους και αυθαίρετους φόρους. Κατά την παραμονή μου στην Αθήνα (1751 – 1754) κατόρθωσαν, ενεργώντας με τόλμη, να διώξουν τρεις διοικητές για λόγους καταπιέσεων και διοικητικών παρεκτροπών. Δύο μάλιστα από αυτούς φυλακίστηκαν και έφθασαν σε μεγάλη απελπισία». Και ο Le Roy μας πληροφορεί ότι, «όταν ο Βοεβόδας έβαλε αυθαίρετους και παράνομους φόρους, οι κάτοικοι εξαγριώθηκαν, έτρεξαν οπλισμένοι στο φρούριο και τον έδιωξαν. Στη συμπλοκή σκοτώθηκε ο αδελφός του Βοεβόδα και αρκετοί Έλληνες και Τούρκοι. Η πόλη ήταν ανάστατη για πολλές εβδομάδες και ο Βοεβόδας δεν τολμούσε να παρουσιαστεί».
Το τζαμί του Τζισταράκη.
Για να κατευνάσει τους Τούρκους της Αθήνας, μετά τις ταραχές του 1754, ο αρχιευνούχος διόρισε (1758) Βοεβόδα έναν Αθηναίο Τούρκο, τον Τζισταράκη. Ο νέος Βοεβόδας, θέλοντας, ίσως, να μιμηθεί τον αρχαίο … συμπατριώτη του Περικλή και να αφήσει έργα αθάνατα, αποφάσισε να χτίσει ένα μεγάλο τζαμί. Και αφού μάζεψε το υλικό από παλιές εκκλησίες και αρχαία κτιρία, στο τέλος ανατίναξε με μπαρούτι και μία από τις κολώνες του ναού του Ολυμπίου Διός για να φτιάξει … εκλεκτό ασβέστη για το τζαμί του. Οι Αθηναίοι διαμαρτυρήθηκαν για το βανδαλισμό του Τούρκου Περικλή. Και ο πασάς του Ευρίπου βρήκε την ευκαιρία να εκβιάζει τον Τζισταράκη, απειλώντας ότι θα τον καταγγείλει στο Διβάνι. Ο τουρκικός νόμος απαγόρευε την καταστροφή των αρχαίων μνημείων, που ανήκαν στο ιερό πρόσωπο του σουλτάνου. Και ο «αρχαιόφιλος» πασάς του Ευρίπου παραιτήθηκε από την καταγγελία του Τζισταράκη στην Υψηλή Πύλη, όταν του έστειλε 16 πουγγιά με 8.000 γρόσια, που τελικά θα τα πλήρωσαν οι Αθηναίοι … Το τζαμί του Τζισταράκη διατηρείται και σήμερα ακέραιο στο μοναστηράκι. Δίπλα στο τζαμί ήταν στα χρόνια της Τουρκοκρατίας το λαχανοπάζαρο της Αθήνας. Ωραίες χαλκογραφίες της εποχής έχουν αποθανατίσει το τζαμί και δίπλα το παζάρι σκεπασμένο με μια πλούσια κληματαριά.
Η Αθήνα παύει να ανήκει στη Βαλιντέ Χανούμ.
Ο Τζισταράκης ήταν ο τελευταίος Βοεβόδας που έστειλε ο αρχιευνούχος. Στα 1760, στα μέτρα που πήρε η Τουρκία για την «ανόρθωσή» της, ήταν και η απόσπαση της Αθήνας από τη δικαιοδοσία της Βαλιντέ Χανούμ και του Κιζλάρ αγά. Το «μαλικιανέ» της Αθήνας, δηλαδή τους φόρους, θα τους διαχειριζόταν στο μέλλον το υπουργείο των Οικονομικών της Τουρκίας. Θα τους νοίκιαζε με δημοπρασία και «ισοβίως» στο Μαλικιανέ Σαϊπή, και αυτός θα τους υπομίσθωνε, σε όποιον έδινε τα περισσότερα, που θα ήταν και ο Βοεβόδας της Αθήνας. Με τη νέα διαρρύθμιση οι Αθηναίοι, αντί του συνήθως καλοπροαίρετου και πλουσιότατου Κιζλάρ αγά, θα πρέπει τώρα να εξαγοράζουν περισσότερους «άρπαγες», για να απαλλαγούν από το Βοεβόδα. Από την εποχή εκείνη, οι βοεβόδες της Αθήνας, εκτός από σπάνιες εξαιρέσεις, έγιναν ωμότατοι στην καταπίεση των Αθηναίων ραγιάδων. Ως και αυτό το Μητροπολίτη Βαρθολομαίο, με κάποια σκευωρία που οργάνωσαν, τον έπιασαν οι Τούρκοι και τον έσυραν σιδηροδέσμιο στη φυλακή. Και αναγκάστηκε, για να γλυτώσει, να πληρώσει 12 πουγγιά γρόσια στον πασά του Ευρίπου.