Η ΚΟΙΝΟΤΙΚΗ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ ΤΩΝ ΑΘΗΝΑΙΩΝ

Γύρω από το Μητροπολίτη σχηματίστηκαν στην τουρκοκρατούμενη Αθήνα οι πρώτοι πυρήνες για την κοινοτική της αυτοδιοίκηση και την εθνική της ζωή. Τα εσωτερικά ζητήματα των Ραγιάδων, ακόμη και τις δικαστικές τους διαφορές, τις κανόνιζε ένα συμβούλιο από Δημογέροντες.

Τους έλεγαν και «Γέροντες» ο επίσημος τίτλος ήταν: Προεστώτες της Πολιτείας. Τους εκλέγαν οι Αθηναίοι χριστιανοί. Η εκλογή γινόταν την τελυταία Κυριακή του Φεβρουαρίου στο Μητροπολιτικό Ναό, το «Καθολικό». Και λεγόταν «Καθολικό», σε αντιδιαστολή από τους άλλους, που ήταν «ενοριακοί». Τους Δημογέροντες, που ο αριθμός τους ήταν μεταβλητός κατά εποχές – συνήθως τέσσερεις – τους ψήφιζαν οι Αθηναίοι που πλήρωναν κεφαλικό φόρο. Τους εκλέγαν όμως από ορισμένα αρχοντικά σπίτια. Η λαϊκή, μάλιστα, φαντασία είχε ορίσει σε δώδεκα τις οικογένεις που δίναν τους Δημογέροντες. Οι οικογένειες που αποτελούσαν τη «Δωδεκάδα» δεν ήταν πάντοτε ντόπιες, αλλά και ξένες – ιδίως επίσημες βυζαντινές – που είχαν εγκατασταθεί στην Αθήνα.

Εκλογή Δημογερόντων.

Στο διάστημα της Τουρκοκρατίας επικρατούσε στην εσωτερική διοίκηση των Ελλήνων της Αθήνας ένα πατριαρχικό και αριστοκρατικό διοικητικό σύστημα, υπόλειμμα των χρόνων του Βυζαντίου. Σε συνεννόηση με το Μητροπολίτη, τους ηγουμένους των μεγάλων μοναστηριών της Αττικής και τις αρχοντικές οικογένειες, καταρτιζόταν ο κατάλογος των υποψηφίων Δημογερόντων. Τον κατάλογο τον κοινοποιούσαν και στις επαγγελματικές συντεχνίες – τα «ρουφέτια» – για να λάβουν γνώση. Ακολουθούσε έπειτα στην εκκλησία ή σε άλλο μέρος η εκλογή των Δημογερόντων και των Επιτρόπων, που ήταν οι βοηθοί τους. Επίτροποι μπορούσαν να εκλεγούν και από τις δύο επόμενες τάξεις. Και υπήρχαν τέσσερεις κοινωνικές τάξεις στην τουρκοκρατούμενη Αθήνα, από τα αρχοντόσπιτα ως τους φτωχότερος: οι Άρχοντες, οι Νοικοκυραίοι (κτηματίες), οι Παζαρίτες (έμποροι) και οι Ξωτάρηδες (φτωχοί). Οι Νοικοκυραίοι, ως τάξη, δεν ξεχώριζαν από τους Παζαρίτες.

Η διαδήλωση.

Όταν τέλειωνε η εκλογή, άρχιζε η «διαδήλωση». Περιφέραν τους επιτυχόντες στους αθηναϊκούς μαχαλάδες (συνοικίες). Μπροστά ήταν οι παλιοί Δημογέροντες και οι Κληρικοί. Ακολουθούσαν οι νεοεκλεγμένοι Δημογέροντες και Επίτροποι, οι πρόεδροι των ρουφετιών (συντεχνιών) και άλλοι επίσημοι Αθηναίοι. Μετά τη διαδήλωση γινόταν η επίσκεψη στον Κατή (Τούρκο δικαστή), που θα επικύρωνε με πρακτικό (χοτζέτι) την εκλογή. Στον Κατή προβάλλονταν και οι τυχόν ενστάσεις για την εκλογή.

Εθιμοτυπικές επισκέψεις.

Μετά το χοτζέτι του Κατή οι Δημογέροντες επισκέπτονταν πρώτα το Μητροπολίτη, για να πάρουν την ευχή του, έπειτα τις τουρκικές αρχές, τους αγάδες (πλούσιους Τούρκους), τους παλιούς Δημογέροντες, τους προέδρους των συντεχνιών και μερικά αρχοντικά αθηναϊκά σπίτια. Τουρκικές αρχές στην Αθήνα, εκτός από τον Κατή, ήταν ο Βοεβόδας (ένα είδος πολιτικού διοικητή και προ παντός φοροεισπράκτορα), ο Δισδάρης (φρούραχος στην Ακρόπολη), ο Μουφτής (ερμηνευτής του ιερού νόμου) και ο Δάσκαλος. Ήταν και μερικοί περαστικοί στρατιωτικοί αξιωματούχοι, όπως ο Σερδάρης, αρχηγός των Γενιτσάρων της Αττικής και ο Σπαχηλάρ αγάς, αρχηγός των Σπαχήδων (Τούρκων ιππέων). Η επισημότερη επίσκεψη ήταν στο Βοεβόδα, που υποδεχόταν τους νέους Προεστώτες με μεγαλοπρέπεια και φιλοφρονήσεις ανατολίτικες. Τιμητική φρουρά είχε παραταχθεί και οι επισημότεροι αγάδες, μαζί με το Βοεβόδα, περίμεναν τους Δημογέροντες στη σκάλα του διοικητηρίου. Έπειτα μπαίναν στην αίθουσα και τότε υπηρέτες φέρναν τα καφτάνια (επίσημους μανδύες ενδεικτικούς του αξιώματος), που τα φορούσε ο ίδιος ο Βοεβόδας σε κάθε Δημογέροντα.

Αρμοδιότητες Δημογερόντων.

Η θητεία των Δημογερόντων κρατούσε ένα χρόνο. Αυτοί αποτελούσαν το σύνδεσμο των χριστιανών με τις τουρκικές αρχές. Μία φορά την εβδομάδα συνεδρίαζαν υπό την προεδρία του μητροπολίτη και δικάζαν τις διάφορες αστικές υποθέσεις των Ρωμιών (γάμους, διαζύγια, υιοθεσίες, διαθήκες κλπ), καθώς και τις ποινικές υποθέσεις, επιβάλλοντας εκκλησιαστικές ποινές. Τις άλλες ημέρες συνεδρίαζαν μόνοι τους οι Δημογέροντες στο Κουσέγιο (Δημογεροντείο) και παίρναν αποφάσεις για όλα τα ζητήματα που αφορούσαν την Κοινότητα ή τα άτομα. Οι αποφάσεις της Δημογεροντίας δεν ήταν υποχρεωτικές για τους Ρωμιούς. Μπορούσαν να τις αγνοήσουν και να πάνε στον Κατή να λύσει τις διαφορές τους. Αλλά το «εθνικό φιλότιμο» απαγόρευε παρόμοιες παρεκτροπές. Η τουρκική διοίκηση αναγνώριζε τη Δημογεροντία σαν επίσημη αρχή των Ραγιάδων και επιφανειακά την τιμούσε. Ο Βοεβόδας, ο Κατής και οι άλλοι Τούρκοι αξιωματούχοι συνεννοούνταν συνήθως με τους Επιτρόπους. Τους Δημογέροντες τους βλέπαν μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, για σοβαρά ζητήματα και στις εθιμοτυπικές επισκέψεις που τους κάναν κάθε Παρασκευή.

Αυτή ήταν σε γενικές γραμμές η αυτοδιοίκηση που είχε η Κοινότητα της Αθήνας, ύστερ’ από τα «προνόμια» που της έδωκε ο Μωάμεθ και προ παντός χάρη στην ευφυία και τη διπλωματικότητα των Αθηναίων προυχόντων, αλλά και στην υστεροβουλία των Τούρκων. Εκείνο που ενδιαφέρει την τουρκική διοίκηση, είναι να εισπράτει τους φόρους από τη βαρύτατη φορολογία που είχε επιβάλει στους Ραγιάδες. Και με το σύστημα των Δημογερόντων είχε τους «υπεύθυνους» για την είπραξη των φόρων. Άμα ένας φτωχός ή δύστροπος Ραγιάς δεν πλήρωνε, η τουρκική διοίκηση έπιανε τους Δημογέροντες και υποχρέωνε την Κοινότητα να πληρώσει. Άλλα «προνόμια» δε φαίνεται να είχαν οι Αθηναίοι, τουλάχιστον ως τις αρχές του 17ου αιώνα, που η πόλη τους έγινε κτήμα της Βαλιντέ Χανούμ. Όπως οι άλλοι Ραγιάδες και οι Αθηναίοι πλήρωναν τον «κεφαλικό» και τους άλλους φόρους και είχαν το φοβερό «παιδομάζωμα». Μόνο που μερικές φορές μπορούσαν να εξαγοράζουν τα Ελληνόπουλα που μάζευαν τα όργανα του Kατακτητή. Για το «παιδομάζωμα» στην Αθήνα αναφέρει το λεγόμενο «Οξώνιον Χρονικόν». Είναι οι σημειώσεις που είχε κρατήσει ο Άγγλος περιηγητής Wheler και φέρουν ημερομηνία 6 Αυγούστου 1606. Οι σημειώσεις βρίσκονται στη βιβλιοθήκη του Lincoln College της Οξφόρδης (Οξωνίας) και δημοσιεύτηκαν από το Σ. Λάμπρο (1877).