ΑΓΩΝΕΣ ΤΩΝ ΕΠΙΓΟΝΩΝ

Οι ιστορικοί ονομάζουν «ελληνιστική εποχή» την περίοδο από το θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου ως την υποδούλωση του ελληνικού και ανατολικού κόσμου από τους Ρωμαίους. Η κατάκτηση της Αλεξανδρείας από το Ρωμαίο αυτοκράτορα Οκταβιανό Αύγουστο (30 π.Χ.) σημειώνει το τέλος της ελληνιστικής εποχής.

Στο διάστημα των τριών αιώνων του νέου Ελληνισμού τα ελληνικά γράμματα διαδόθηκαν στα μακεδονικά κράτη της Ευρώπης, της Ασίας και της Αφρικής. Η ελληνική γραμματεία και ο ελληνικός πολιτισμός κάλυψαν τον ανατολικό και μεσογειακό κόσμο με κέντρα την Αλεξάνδρεια, την Πέργαμο, την Αντιόχεια και την Αθήνα. Αυτό είναι το μεγάλο έργο των στρατηγών του Μ. Αλεξάνδρου που τον διαδέχτηκαν. Ο εξελληνισμός ενός μεγάλου μέρους του ανατολικού κόσμου. Και μολονότι η περίοδος αυτή υπολείπεται σε πνευματική ακτινοβολία από την κλασική εποχή, εντούτοις, είναι αρκετά μεγάλη στον τομέα των θετικών επιστημών, των γραμμάτων και της τέχνης. Μπόρεσε να κάνη την τέχνη πιο ανθρώπινη και την ελληνική γραμματεία περισσότερο προσιτή στους πολλούς. Και ο ελληνιστικός πολιτισμός, χάρη στους Ρωμαίους και τους Βυζαντινούς, που τον μεταφέραν στα πέρατα της οικουμένης, έγινε ο πρόδρομος του σημερινού πολιτισμού. Τον ελληνιστικό αυτό κόσμο, που δημιούργησε η καταπληκτική πορεία του Αλεξάνδρου, θα τον φωτίζουν, ως τη δύση του, η Αλεξάνδρεια στην ανατολή και η Αθήνα στην ελληνική χερσόνησο. Είναι ο νέος ρόλος που θα παίξη η πόλη του Περικλή ως την επικράτηση του Χριστιανισμού. Θα είναι η πρωτοπορία στα πνευματικά ζητήματα και ουραγός στις διαμάχες των στρατηγών του Αλεξάνδρου και των απογόνων των.

Ούτε εύκολη, ούτε γρήγορη ήταν η διανομή της απέραντης αυτοκρατορίας. Μακροί και σκληροί είναι οι αγώνες των «Επιγόνων» για την τελική τους επικράτηση. Και χρειάστηκαν τριάντα χρόνια για να σταθεροποιηθούν τα βασίλεια των Σελευκιδών στη Συρία, των Ευμενιδών στη Μικρά Ασία και των Πτολεμαίων στην Αίγυπτο. Και πενήντα για να πάρουν την οριστική τους μορφή. Στους αγώνες των διαδόχων του Αλεξάνδρου, που ήταν αιματηρότατοι, η κυρίως Ελλάς έγινε πολλές φορές πολεμικό θέατρο και έπαθε συφορές. Οι αλληλομαχόμενοι στρατηγοί, για να προσεταιρίζωνται τις ελληνικές πόλεις, φρόντιζαν να τους δίνουν υποσχέσεις ελευθερίας, χωρίς όμως και να τις τηρούν. Και όπως παρατηρεί ο Κ. Παπαρρηγόπουλος στην «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους»: «Αι της κυρίως Ελλάδος πόλεις ουδέποτε έπαθον τοσαύτα δεινά όσα κατά τους χρόνους τούτους, καθ’ ους τηλικούτος περί της ελευθερίας αυτών συνέβαινε θόρυβος». Από τις περιπέτειες αυτές δεν ξέφυγε και η Αθήνα. Η χαρά της «δημοκρατίας», που είχε δώσει ο Πολυσπέρχων στους Αθηναίους, δεν κράτησε για πολύ. Ήταν, άλλωστε, ένα περίεργο πολίτευμα οχλοκρατίας, κάτω από το αυστηρό μάτι της μακεδονικής φρουράς. Είχε αλλάξει μόνο το πρόσωπο του διοικητή της φρουράς. Το Μένυλλο διαδέχτηκε ένας λιγότερο άξεστος Μακεδόνας αξιωματικός.