Από το τέλος του 5ου π.Χ. αιώνα τέσσερεις βασιλείς της Μακεδονίας: Αρχέλαος Α’, Αμύντας Γ’, Αλέξανδρος Β’, και Περδίκκας Γ’, προσπάθησαν να εμπεδώσουν την τάξη στο μικρό κράτος τους και να επεκτείνουν τα όριά του προς τη θάλασσα. Ο θάνατος του Περδίκκα (359) προμηνούσε εσωτερικές ταραχές και δύσκολες ημέρες για το μικρό βασίλειο της Πέλλας. Η ανάρρηση όμως στο θρόνο του νεώτερου αδελφού του Περδίκκα Φιλίππου, άλλαξε όχι μόνο την τύχη της Μακεδονίας, αλλά και την τύχη της Ελλάδος.
Σε ηλικία δέκα πέντε χρονών ο Φίλιππος είχε κρατηθή όμηρος στη Θήβα, την εποχή της μεγάλης στρατιωτικής ακμής της. Εκεί πήρε λαμπρά ελληνική ανατροφή και μόρφωση κι’ έγινε φίλος με τον Επαμεινώνδα. Πλουτισμένος με τα διδάγματα της μεγαλύτερης στρατιωτικής ακαδημίας, ξαναγύρισε στη Μακεδονία. Εργάστηκε συστηματικά, είκοσι τρία χρόνια, για να οργανώση το κράτος του, να φτιάξη τον καλύτερο στρατό της εποχής του, να μεγαλώση τα όρια του βασιλείου του και να διεκδικήση την ηγεμονία της Ελλάδος. Χρησιμοποιεί, κατά τις περιστάσεις, την πανουργία, την τόλμη, την πυγμή, τη διπλωματία, τη δωροδοκία, την υποχωρητικότητα. Επιβάλλει την υποχρεωτική θητεία, για να αυξήση τις στρατιωτικές του δυνάμεις. Εφοδιάζει το στρατό του με μακρά δόρατα, τη «σάρισσα» και δημιουργεί, παράλληλα με το πεζικό των «Σαρισσοφόρων», το ισχυρό ιππικό των «Εταίρων του Βασιλέως». Και κατορθώνει ο Φίλιππος, έχοντας για πρότυπο το μισθοφορικό στρατό του Ιφικράτη, τα πολιορκητικά μηχανήματα του τυράννου των Συρακουσών Διονυσίου Α’ και την τακτική του Επαμεινώνδα, να δημιουργήση έναν ισχυρό στρατό, που του είναι απαραίτητος για να πραγματοποιήση τα φιλόδοξα σχέδιά του. Και η φιλοδοξία του ήταν ανάλογη με την ικανότητά του. Η Πέλλα έγινε το νέο πολιτικό και στρατωτικό κέντρο των ελληνικών πόλεων. Αλλά και τα γράμματα και τις τέχνες υποστήριξε ο αναμορφωτής βασιλιάς της Μακεδονίας, συνεχίζοντας την παράδοση των προκατόχων του. Και ήταν παλιά η ελληνική παράδοση στη Μακεδονία. Η βασιλική οικογένεια ανέβαζε την καταγωγή της στον Ηρακλή και τα ελληνικά ήταν η γλώσσα της. Ο βασιλιάς Αλέξανδρος Α’ της Μακεδονίας (498 – 454) είχε λάβει μέρος στους Ολυμπιακούς Αγώνες, που μόνο Έλληνες αγωνίζονταν, και στην εισβολή των Περσών είχε βοηθήσει τους Έλληνες. Για τις υπηρεσίες του στην περίοδο εκείνη, οι ελληνικές πόλεις, μετά τη μάχη των Πλαταιών, του είχαν στήσει στους Δελφούς χρυσό ανδριάντα. Στην αυλή των βασιλέων της Μακεδονίας είχαν φιλοξενηθή κατά καιρούς κορυφαίοι του ελληνικού πνεύματος και της τέχνης, από τον Ευριπίδη και το ζωγράφο Ζεύξι, που είχε αναλάβει να διακοσμήση τα ανάκτορα της Πέλλας, ως τον Αριστοτέλη, το δάσκαλο του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Στην αρχή ο Φίλιππος φρόντισε να στερεώση το θρόνο του, εξαφανίζοντας όλους εκείνους που θα μπορούσαν να τον διεκδικήσουν και ιδιαίτερα τον επικίνδυνο Αργαίο, που είχε την υποστήριξη των Αθηναίων. Έπειτα στράφηκε προς τους δύο γείτονες: του Ιλλυριούς και τους Παίονες. Και τους νίκησε (358). Τον άλλο χρόνο καταλαμβάνει την Αμφίπολη. Έπειτα (356) την Πύδνα και την περιώνυμη από τον Πελοποννησιακό πόλεμο Ποτίδαια, που την καταστρέφει. Αρχίζει συγχρόνως πόλεμο με το βασιλιά της Θράκης Κερσοβλέπτη και επεκτείνει προς ανατολάς το βασίλειό του. Μεταξύ 358 – 356 βρίσκει καινούργιες φλέβες χρυσαφιού στο Παγγαίο, στη θέση Κρινίδες, όπου χτίζει τους Φιλίππους. Με το χρυσάφι του Παγγαίου, που του έδινε 1.000 τάλαντα το χρόνο, εξασφαλίζει τα οικονομικά του. Αλλά κάνει και ένα βήμα ακόμη. Εκτοπίζει, με τα χρυσά νομίσματα που έκοβε, τους περσικούς δαρεικούς, που αποτελούσαν το διεθνές νόμισμα στις συναλλαγές στην περιοχή του Αιγαίου.
Φιλοκράτειος ειρήνη.
Μαζί με το χρυσάφι, ο Φίλιππος διαθέτει και άφθονο ασήμι. Τα χρυσά και ασημένια νομίσματά του θα αποτελέσουν τις «αργυρές λόγχες» του χρησμού του Μαντείου των Δελφών και θα προπορευθούν στις κατακτήσεις του από τις πολεμικές λόγχες της «μακεδονικής φάλαγγος». Και ο Φίλιππος, χρησιμοποιώντας τις διπλές λόγχες του, θα προχωρήση στις κατακτήσεις του. Βρίσκοντας αφορμή, από την επιδρομή που είχαν κάνει οι Φωκείς στο Μαντείο των Δελφών για να πάρουν τους θησαυρούς του, θα αναμιχθή στα πράγματα της κυρίως Ελλάδος. Θα εκστρατεύση εναντίον των Φωκέων, για να βοηθήση τους φίλους του Θεσσαλούς και ύστερ’ από αγώνες και μάχες θα φθάση ως τις Θερμοπύλες, όπου θα τον σταματήση ο αθηναϊκός στρατός. Ο Φίλιππος δεν τόλμησε ή δε θέλησε τότε να στραφή κατά των Αθηναίων. Προτίμησε να γυρίση στη Μακεδονία και να αρχίση (349) τις εκστρατείες του εναντίον της Ολύνθου και της Χαλκιδικής χερσονήσου.
Ο Ολυνθιακός πόλεμος τέλειωσε με την καταστροφή της Ολύνθου και 32 άλλων πόλεων της Χαλκιδικής από το Φίλιππο, παρά τη γενναία αντίστασή τους και τις δυνάμεις που είχαν στείλει οι Αθηναίοι να τις βοηθήσουν. Και τόση ήταν η καταστροφή ώστε, καθώς έλεγε ο Δημοσθένης, ν’ αμφιβάλλη κανένας άμα τις έβλεπε «μηδ’ ει πώποτ’ ωκήθησαν». Οι Αθηναίοι αναγκάστηκαν να συνθηκολογήσουν με το Φίλιππο. Έστειλαν πρεσβεία με το Φιλοκράτη και 9 άλλους συμπρέσβεις, που υπογράψαν (346) την καλουμένη «Φιλοκράτειο ειρήνη». Σύμφωνα με τους όρους της συνθήκης, ο καθένας θα έμενε στα μέρη που κατείχε. Ο ωφελημένος ήταν ο Φίλιππος, μετά τις πρόσφατες κατακτήσεις του, ενώ οι Αθηναίοι είχαν χάσει πολλά. Και το χειρότερο, άφηναν το Φίλιππο ελεύθερο να συνεχίση τον πόλεμο εναντίον των Φωκέων και να επεμβαίνη στα ελληνικά πράγματα. Ο Φίλιππος, από τις πρώτες επιτυχίες του, έδειξε ότι δεν επρόκειτο να είναι ο αρχιστράτηγος των ελληνικών πόλεων, εναντίον των Περσών, αλλά ο κατακτητής των.