Μετά την Ειρήνη και τη Θεοφανώ οι πληροφορίες των Βυζαντινών χρονικογράφων γίνονται ακόμη πιο σπάνιες. Αντίθετα, τα ευρήματα των τελευταίων ανασκαφών στην Αθήνα και διάφορες εκκλησιαστικές πληροφορίες, φωτίζουν αρκετά τους τελευταίους αιώνες της βυζαντινής Αθήνας.
Τον 9ο και 10ο αιώνα ολόκληρη η Ελλάς δοκιμάστηκε από τις επιδρομές των Βουλγάρων από την ξηρά και των Αράβων από τη θάλασσα. Και, πιθανώς, η Αττική να έπαθε καταστροφές από επιδρομές, που είχαν πάντως προσωρινό χαρακτήρα. Η Αθήνα, χάρη στην οχύρωσή της, μπόρεσε ν’ αποφύγει μεγαλύτερες καταστροφές και σημείωσε και ευνοϊκή εξέλιξη από τον 9ο αιώνα. Το μαρτυρούν οι ανασκαφές και τα κείμενα. Η Αθήνα καλύπτεται, την εποχή εκείνη, από τριπλό τείχος. Το μεγαλύτερο του Θεμιστοκλή, με την προσθήκη του Αδριανού, ένα μικρότερο γύρω από την Αγορά, το λεγόμενο «υστερορρωμαϊκό» και ένα τρίτο που περιβάλλει την Ακρόπολη, στη ρίζα του λόφου, που από τότε ονομάστηκε Ριζόκαστρο. Μερικοί τοποθετούν την κατασκευή του τρίτου τείχους αργότερα, τον 11ο ή 12ο αιώνα. Κι’ επάνω από τα τρία τείχη, σαν κορώνα, προβάλλει το ισχυρό Κάστρο της Αθήνας, η Ακρόπολις.
Η Εκκλησία.
Μέσα στον ευρύτερο περίβολο του μεγάλου τείχους κατοικούν οι Αθηναίοι. Και σημειώνουν προόδους, αν κρίνουμε και από την Εκκλησία τους, που από επισκοπή προβιβάζεται σε μητρόπολη, πιθανότατα από τον 8ο αιώνα. Αξιόλογοι μητροπολίτες αντιπροσωπεύουν την Αθήνα σε διαφόρους συνόδους. Η Μητρόπολή της παίρνει, επί Βασιλείου Α΄ του Μακεδόνος (867 – 886), την 22η θέση, αντί της 34ης που είχε ως τότε, στην ιεραρχία της εκκλησίας. Στη δικαιοδοσία του Μητροπολίτου Αθηνών, υπάγονται δέκα επισκοπές: Ευβοίας, Διαυλίας, Κορωνείας, Άνδρου, Ωρεών, Καρύστου, Πορθμού, Αυλώνος, Σκύρου και Σύρου. Ονόματα Αθηναίων μητροπολιτών με τη δράση τους αναφέρονται λεπτομερώς στις μελέτες των: Φ. Γρυγοροβίου, Δ. Νερούτσου, Π. Κνωσταντινίδη (Μητροπολίτου Μεσσηνίας), Δ. Καμπούρογλου, Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου (Αρχιεπισκόπου Αθηνών), Γ. Κονιδάρη. Πολλά ονόματα μητροπολιτών, με την ημερομηνία του θανάτου τους, είναι γραμμένα – κατά τη συνήθεια της εποχής – στις μαρμάρινες κολώνες των Προπυλαίων, του Παρθενώνος και σε τοίχους εκκλησιών. Τα είχε καταγράψει και δημοσιεύσει ο αρχαιολόγος Κ. Πιττάκης. Από τις ανασκαφές προκύπτει εξάλλου ότι, από τον 9ο ως το 12ο αιώνα, επισκευάστηκαν αρχαίοι ναοί, που είχαν γίνει εκκλησίες και κατασκευάστηκαν νέες σε ολόκληρη την περιοχή του μεγάλου τείχους. Επίσης πολλά σπίτια, και συνοικισμοί ακόμη, χτίζονται τους τελευταίους βυζαντινούς αιώνες. Πληροφορίες για τον πληθυσμό της Αθήνας δεν έχουμε. Ο Άραψ γεωγράφος Εδρσή την περιγράφει (το 1154) «για ακμάζουσα και πολυάριθμη πόλη».
Πληροφορίες σε συναξάρια και άλλες.
Για την Αθήνα της ιστορουμένης εποχής βρίσκουμε πληροφορίες, σε «βίους αγίων» και σε άλλα κείμενα, που δεν είναι όμως ιστορικώς βεβαιωμένες. Για τον καταγόμενο από την Αίγινα Άγιο Λουκά, αναφέρεται ότι προσευχήθηκε, το 936, το λαμπρό ναό της Παναγίας (Παρθενώνα). Ο βιογράφος του προσθέτει ότι, το χρόνο εκείνο έγινε εισβολή των Σαρακηνών στην Αττική. Την λεηλάτησαν κι’ έμειναν τρία χρόνια. Από τους βιογράφους του Οσίου Μελετίου, που πέθανε το 1105, πληροφορούμεθα ότι υπήρχαν ακόμη στην Αθήνα «ειδωλολάτρες», δηλαδή Αθηναίοι που διατηρούσαν την αρχαία θρησκεία! Την Αθήνα επισκέπτεται το 10ο αιώνα και ο Άγιος Νίκων, ο επιλεγόμενος «μετανοείτε». Κατά το βιογράφο του, που έγραψε την ιστορία του το 1142, ο Νίκων «κατήχησε» στο Ναό της Παναγίας της Αθηνιώτισσας, που ήταν γεμάτος από καντήλια και ιερά σκεύη. Οι Αθηναίοι αγάπησαν και θαύμασαν το Νίκωνα «ώσπερ υπό τινων αψευδώς σειρήνων αλόντες».
Τα βυζαντινά κείμενα μας πληροφορούν ότι, το 915 σημειώνεται και μία επανάσταση των Αθηναίων εναντίον του πρωτοσπαθαρίου Χασέ, που ήταν Σαρακηνός την καταγωγή και άθλιος στους τρόπους. Οι Αθηναίοι περικύκλωσαν την Ακρόπολη και τον σκότωσαν με λιθοβολισμό μέσα στην Εκκλησία της Παναγίας (Παρθενώνα), που είχε καταφύγει για να σωθεί. Τα κείμενα δεν αναφέρουν τη συνέχεια. Αν υπήρξαν κυρώσεις κατά των Αθηναίων από την Κωνσταντινούπολη και ποίες. Πάντως η ιστορία αυτή, που θυμίζει το «Κυλώνειον άγος», δείχνει πως οι Αθηναίοι διατηρούσαν ακόμη ζωτικότητα και θάρρος, για να προβαίνουν σε τέτοια τολμήματα. Τα βυζαντινά κείμενα μνημονεύουν και ένα διάσημο γιατρό, το Θεοδόσιο, που ζούσε στην Αθήνα τον 11ο αιώνα. Γράφουν και για ένα θαυματοποιό, αστρολόγο και προφήτη, τον Κατανάγκη, που τον κάλεσε στην Κωνσταντινούπολη ο αυτοκράτορας Αλέξις ο Α΄ (1081 – 1118) για να του δείξει την προφητική του ικανότητα. Εκεί όμως ο Κατανάγκης γελοιοποιήθηκε…
Επίσκεψη του Βασιλείου Βουλγαροκτόνου.
Το σημαντικότερο γεγονός για την Αθήνα, στις αρχές του 11ου αιώνα, είναι η επίσκεψη του αυτοκράτορα Βασιλείου Β΄ του Βουλγαροκτόνου (1018). Ο μεγάλος αυτός βασιλιάς, ύστερ’ από τις νίκες του εναντίον των Βουλγάρων, κατέβηκε στην Αθήνα για να προσκυνήσει στην Παναγία την Αθηνιώτισσα, περιστοιχισμένος από τους στρατηγούς και αυλικούς του. Κατά τους Βυζαντινούς χρονικογράφους, «τα της νίκης ευχαριστήρια τη Θεοτόκω δους εκόσμησε τον ναόν αναθήμασι πολλοίς και πολυτελέσι». Από τα δώρα του Βουλγαροκτόνου ιδιαίτερα αναφέρονται ένα χρυσό περιστέρι, που είχε κρεμάσει επάνω από την Αγία Τράπεζα και μια χρυσή καντήλα στο εικόνισμα της Παναγίας. Την καντήλα την αναφέρουν με μεγάλο θαυμασμό οι ξένοι περιηγητές.
Φανταστικές πληροφορίες ξένων.
Για την Αθήνα του 11ου και 12ου αιώνα δίνουν πληροφορίες και μερικοί ξένοι, που ουδέποτε την … είδαν. Αναφέρουν για αυτοδιαφήμιση, ότι έμειναν και σπούδασαν στις σχολές της. Για τον αρχιδιάκονο μάλιστα του Leicester Ιωάννη Basingestokes, γράφει ο Άγγλος μοναχός και χρονικογράφος Ματθαίος Paris (1200 – 1259) ότι είχε σπουδάσει στην Αθήνα στο τέλος του 12ου αιώνα. Και προσθέτει ότι, τη μόρφωσή του την χρωστούσε στην κόρη του … Αρχιεπισκόπου Αθηνών, που ονομαζόταν Κωνσταντίνα και είχε σπάνια μόρφωση και το εξαιρετικό χάρισμα να προλέγει: επιδημίες, καταιγίδες, σεισμούς και εκλείψεις ηλίου … Τι είδους σπουδές είχε κάνει ο κατόπιν αρχιδιάκονος του Leicester με την κόρη του Αρχιεπισκόπου, δε γνωρίζουμε. Εκείνο όμως που ξέρουμε, είναι ότι, Μητροπολίτης Αθηνών, την εποχή που αναφέρει ο Paris, ήταν ο Μιχαήλ Ακομινάτος, που δεν είχε … παιδιά. Ο ίδιος γράφει: «ει γαρ και πατήρ ουκ εγενόμην αλλ’ οίδα τα εν τοις παισί των πατέρων σπλάχνα».
Η παλιά δόξα της Αθήνας και η φήμη της δημιουργούσαν μύθους και θρύλους γύρω από αυτή, ακόμη και το σκοτεινό μεσαίωνα. Ο Γρηγορόβιος στην «Ιστορία της πόλεως των Αθηνών» αναφέρει πολλές τέτοιες περιπτώσεις. Ένας μάλιστα από τους χρονικογράφους του μεσαίωνα, ο Γοδεφρείδος, που είχε ασχοληθεί με τα γενεαλογικά δέντρα των δυτικών ηγεμόνων και των Ρωμαίων αυτοκρατόρων, υποστηρίζει ότι όλοι κατάγονται από το Δία. Και προσθέτει ότι: «Ο Ζευς ήταν βασιλιάς των Αθηνών και έχτισε την πόλη για χάρη της κόρης του Αθηνάς …»!
Η Αθήνα τον 11ο και τον 12 αιώνα.
Βασιμότερες πληροφορίες μας δίνει σε επιστολές του ο σοφός Μιχαήλ Ψελλός (1018 – 1078), που σπάνια όμως μνημονεύει την Αθήνα, παρ’ όλη την αγάπη που αισθάνεται για την πόλη και το θαυμασμό του για το παρελθόν της. Από τα γραφόμενα στις επιστολές του Ψελλού και από όσα αναφέρει ο τελευταίος, πριν από τη Φραγκοκρατία, Μητροπολίτης Αθηνών Μιχαήλ Ακομινάτος, βγαίνει το συμπέρασμα ότι η Αθήνα τον 11ο και 12ο αιώνα παρουσίαζε μεγάλη διαφορά, στο χειρότερο, από τους πρώτους βυζαντινούς αιώνες. Αυτό οφείλεται, κυρίως, στην καταστροφή που έπαθε από τους Σαρακηνούς (πιθανότατα τον 11ο αιώνα). Εξακολουθούσε, ωστόσο, να έχει κάποια εμπορική σημασία, που την χρωστούσε και στο φυσικό λιμάνι του Πειραιώς. Το 1082 ο αυτοκράτορας Αλέξιος Α΄ παραχωρούσε στους Βενετούς ελεύθερη και αφορολόγητη εμπορική επικοινωνία με τις κυριότερες πόλεις της Ελλάδος. Ανάμεσα σ’ αυτές, το αυτοκρατορικό χρυσόβουλλο αναφέρει και την Αθήνα, μαζί με την Πάτρα, την Κόρινθο, το Άργος, το Ναύπλιο, τον Εύριπο (Χαλκίδα) και τη Θήβα. Φαίνεται ακόμη πως διατηρούσε και κάποια πνευματική κίνηση, αν κρίνουμε από το αναφερόμενο ότι, ο βασιλιάς της Γεωργίας Δαυίδ Β΄ ο Αναμορφωτής (1088 – 1125) έστελνε κάθε χρόνο είκοσι νέους να σπουδάσουν στην Αθήνα. Και άλλες παραδόσεις της Γεωργίας και της Αρμενίας έχουν συνδεθεί με την Αθήνα του 11ου και 12ου αιώνα. Υπάρχουν όμως και οι αντίθετες ενδείξεις: Σε αθηναϊκά μολυβδόβουλα της εποχής εκείνης, παρατηρούνται ανορθογραφίες και σ’ αυτά τα ονόματα της Αθήνας και της Ελλάδος. Γράφουν π.χ. ΑΘΙΝΟΝ, αντί ΑΘΗΝΩΝ και ΕΛΑΔΟΣ, αντί ΕΛΛΑΔΟΣ. Εκτός αν δεχτούμε τα λάθη αυτά για πρωτοπορία της δημοτικής…
Θλιβερή εικόνα για την Αθήνα μας δίνει ο Μιχαήλ Ακομινάτος. Την παρουσιάζει για ένα χωριό με φτωχόσπιτα, που ανάμεσά τους προβάλλουν , σα δείγμα αρχαίας δόξας, μερικά μαρμάρινα μνημεία. Οι Βυζαντινοί δημόσιοι υπάλληλοι θρηνούν όταν τους μεταθέτουν στην Αθήνα και την θεωρούν τόπο εξορίας. Την ονομάζουν περιφρονητικά «χώρον μυχαίτατον», δηλαδή πολύ μακρυνό. Και ήταν από τον 8ο αιώνα τόπος πολιτικών εξορίστων του Βυζαντίου. Ίσως, γιατί το κάστρο της (η Ακρόπολις) μπορούσε να εξασφαλίσει τη φρούρησή τους.
Ο πληθυσμός της Αθήνας, το 12ο αιώνα, θα είχε ελαττωθεί σημαντικά. Ίσως, σε 4 – 5 χιλιάδες κατοίκους. Καμμιά όμως θετική πληροφορία δεν έχουμε ούτε για τον πληθυσμός της, ούτε και για τη διοίκησή της. Γνωρίζουμε μόνο ότι, οι Βυζαντινοί στέλναν μερικούς εισπράκτορες φόρων, για έκτακτες ή τακτικές εισφορές, που κατατυραννούσαν τους Αθηναίους και φρόντιζαν να πλουτίσουν το συντομότερο. Οι φοροεισπράκτορες ήταν συνήθως οι ευνοούμενοι των ισχυρών του Βυζαντίου. Συναντούμε ακόμη, κατά εποχές, έναν πολιτικό διοικητή ή αντιπρόσωπο του στρατηγού της περιοχής με διάφορα ονόματα: Άρχων Αθηνών, Προνοητής Αθηνών, Βεστάρχης και Αθήναρχος. Καμμιά πληροφορία για την Αθήνα δε μας δίνει ούτε ο Ισπανός ραβίνος Βενιαμίν από την Τουδέλα, που περιηγήθηκε την Ελλάδα (1160 – 1173) και αφήκε ενδιαφέρουσες και πολύτιμες πληροφορίες για πολλές ελληνικές πόλεις (Θήβα, Πάτρα, Ναύπακτο, Κόρινθο, κ.λ.). Ούτε την επισκέφθηκε, ίσως, εξ αιτίας του ξεπεσμού της ή ακόμη γιατί δεν είχε εβραίους. Αντίθετα με τις κοντινές της πόλεις – τη Θήβα, τη Χαλκίδα και την Κόρινθο – που είχαν σημαντικές εβραϊκές παροικίες, η Αθήνα, τόσο στα βυζαντινά χρόνια όσο και την εποχή της Τουρκοκρατίας, δεν είχε Εβραίους. Στη Θήβα ο Βενιαμίν βρήκε δύο χιλιάδες Εβραίους, όσους και στην Κωνσταντινούπολη. Τις μόνες αυθεντικές πληροφορίες για την Αθήνα του 12ου αιώνα, με κάποια δόση απαισιοδοξίας, μας δίνει ο μητροπολίτης της Μιχαήλ Ακομινάτος ο Χωνιάτης. Με το φωτισμένο αυτόν ιεράρχη τελειώνει και η βυζαντινή ιστορία του χωριού, που έφερε το ένδοξο όνομα: ΑΘΗΝΑΙ.