1966: «Βραδιά Παλιάς Αθηναϊκής Καντάδας» (Ηρώδειο).

ΒΡΑΔΥΑ ΠΑΛΙΑΣ ΑΘΗΝΑΪΚΗΣ ΚΑΝΤΑΔΑΣ ΣΤΟ ΗΡΩΔΕΙΟ

(6 Ιουνίου 1966)

Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς

Το 1966 ήταν μια χρονιά που τέθηκε επί τάπητος το ζήτημα της διατήρησης, της επαναφοράς στην επικαιρότητα και της διάδοσης στις νεότερες γενιές της παράδοσης της παλιάς Αθηναϊκής καντάδας, το είδος αυτό του πολυφωνικού τραγουδιού που άκμασε στην πρωτεύουσα. Ο «Σύλλογος των Αθηναίων» με Πρόεδρο τον ακάματο Αθηναιολάτρη Δημήτριο Σκουζέ αποφάσισε να καταβάλλει προσπάθεια ώστε να δημιουργηθεί ένας θεσμός και να οργανώνονται ανάλογες εκδηλώσεις.

Στην προσπάθειά του αυτή αναζήτησε και βρήκε ισχυρούς συμμάχους, με πρώτο ίσως τον καλύτερο μύστη του είδους, τον Κεφαλλονίτη μαέστρο Διονύσιο Αποστολάτο (1926-2009). Έχοντας αφιερώσει τη ζωή του στη διάδοση της επτανησιακής μουσικής, όπου έχει τις ρίζες της και η Αθηναϊκή Καντάδα, όχι μόνον υιοθέτησε το όραμα του Δ. Σκουζέ και του «Συλλόγου των Αθηναίων» αλλά ανέλαβε να το μετατρέψει σε πραγματικότητα. Αρωγός στην προσπάθεια αυτή ήλθε και το Σώμα Ελληνίδων Οδηγών. Οπότε ξεκίνησε το 1966 η προσπάθεια που είχε αρχίσει από τον «Σύλλογο των Αθηναίων» τον πρώτο χρόνο μετά την απελευθέρωση, το 1945, με την οργάνωση εκδήλωσης στο Παναθηναϊκό Στάδιο.

Οι συνθήκες είχαν πλέον ωριμάσει. Το βιοτικό επίπεδο βελτιωνόταν δειλά – δειλά, ενώ Δήμαρχος Αθηναίων ήταν ο Γεώργιος Πλυτάς (1910-1997), άνδρας έμπειρος ο οποίος πριμοδοτούσε ηθικά και υλικά κάθε κίνηση με φιλαθηναϊκό χαρακτήρα. Οπότε προγραμματίσθηκε η πραγματοποίηση της «Βραδιάς παλιάς Αθηναϊκής Καντάδας» στο Ηρώδειο (6 Ιουνίου 1966), ως απαρχή μιας ευρύτερης προσπάθειας που έμελλε να συνεχισθεί μέχρι τις αρχές της δεκαετίας 1970.

Την πρώτη χρονιά η Χορωδία και Συμφωνική Μαντολινάτα του Ραδιοφωνικού Σταθμού Αθηνών, με διευθυντή τον Δ. Αποστολάτο απέδωσε 25 καντάδες και παλαιά Αθηναϊκά τραγούδια διαφόρων συνθετών (Τ. Μαρίνου, Θ. Πολυκράτη, Π. Τσαμπουνάρα, Δ. Ρόδιου, Ν. Κόκκινου, Τ. Γλυκοφρύδη και Ν. Χατζηαποστόλου). Όσο για τα έσοδα αποφασίσθηκε να διατεθούν για την φιλοτέχνηση της προτομής του Δ. Ρόδιου που αποκλήθηκε «πατέρας της Αθηναϊκής Καντάδας», η οποία θα στηνόταν στην πλατεία Εξαρχείων.

Οφείλουμε να σημειώσουμε πως ανάλογες εκδηλώσεις έγιναν ΣΤΟ Ηρώδειο έγιναν και επόμενα χρόνια (1968[1], 1969[2], 1971[3]), μέχρι που εξέλιπε η «ψυχή» της προσπάθειας, ο Δ. Σκουζές, οπότε και έπαυσε η διοργάνωσή τους.

Όσο για την εκδήλωση του Ιουνίου 1966 προλόγισε ο Γεράσιμος Αποστολάτος (1924-2005) με την ομιλία που ακολουθεί:

 

 

ΟΙ ΘΕΟΙ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ ΕΠΙΣΤΡΕΦΟΥΝ ΚΑΙ ΝΟΣΤΑΛΓΟΥΝ:

ΓΙΑ ΝΑ ΜΕΙΝΕΙ Η ΑΘΗΝΑ ΜΑΣ, ΑΘΗΝΑ!

Του Γεράσιμου Αποστολάτου

 

Στον ιερόν χώρο, τον πολιορκημένο τώρα από τα τείχη του τσιμέντου των συχρόνων οικοδομών και τους θορύβους των μηχανών, θ’ ακουσθούν για λίγο μελωδίες γραμμένες στο αθηναϊκό πεντάγραμμο της αρμονίας του μέτρου και της καλλιεργημένης ευαισθησίας. Είναι μία μυσταγωγία αναμνήσεων η αποψινή συναυλία. Μία σύνθεση ήχων από τους παλμούς της καρδιάς της Αθήνας. Ήχων που συνθέτουν το μακρυνό αρχαϊκό προχθές το μαρτυρικό μεσαιωνικό χθες και το δημιουργικό σήμερα. Ήχων που περικλείουν την ψυχή της πόλης. Που την περιγράφουν ιστορικά και αισθητικά.

Δεν είναι επιμνημόσυνη συνάθροιση η «Βραδυά της Αθηναϊκής Καντάδας». Ούτε προσκύνημα σ’ ένα κόσμο νεκρό. Είναι μία έκφραση της ιδεολογικής σταυροφορίας συντηρήσεως της παραδόσεως, επιστροφής στο χθες και αναστάσεως. Είναι η παρουσίαση μιας πτυχής από την ψυχήν της πόλεως της Παλλάδος. Της ψυχής που είναι αιώνια και ακατάβλητη. Αυτής που δεν χάθηκε ακόμα και στις πιο σκοτεινές ώρες της καταστροφής και της ερημώσεως.

Όταν στον Μεσαίωνα ο φιλαθηναίος Δεσπότης Ακομινάτος την αναζητούσε με το «Οικών Αθήνας ουκ Αθήνας που βλέπω». Όταν είχε κρυβεί στα μαρτυρικά χρόνια της Επαναστάσεως και την αποκάλυπταν οι ξένοι περιηγηταί στον τόπο της Δημοκρατίας όπου τότε απλωνόταν: «πενιχρόν χωρίον σιωπηλόν ως φύλαξ των νεκρών μνημείων του παρελθόντος». Είναι η ψυχή της ιοστεφούς πόλεως που και σήμερα περιρρέει την ατμόσφαιρα μέσα στη δίνη της τεχνολογικής προόδου.

Οφείλουμε χάριτες στον πιστό της Αθήνας εραστή τον Δημήτρη Σκουζέ, στον «Σύλλογο των Αθηναίων» και στο «Σώμα των Ελληνίδων Οδηγών» για την αποψινή προσφορά. Και είμαστε ευγνώμονες στον πρώτο Αθηναίο, τον ακαταπόνητο και δημιουργικό Δήμαρχο της πόλεως Γεώργιο Πλυτά και τις άλλες κρατικές Υπηρεσίες που έθεσαν υπό την προστασίαν τους την αθηναϊκή αυτή καλλιτεχνική συνάντηση.

Σ’ αυτούς όλους που έκαμαν δυνατή για πρώτη φορά την επίσημη αναγνώριση στον χώρο του Ηρωδείου, της μουσικής εκείνης που περικλείει την απαλότητα του αθηναϊκού τοπίου, το άρωμα της γαζίας και του βασιλικού, τη λευκότητα και την αγνότητα του πεντελικού μαρμάρου, την αρχοντιά και την απλότητα. Απόψε για πρώτη φορά πήραμε τους αγαπημένους ήχους που ακούγονταν έκθετοι για χρόνια στα στενά δρομάκια της πόλης και τους ντύσαμε με το επίσημο ένδυμα της παναθηναϊκής αναγνώρισης. Ο Ρόδιος, ο Κόκκινος, ο Στρουμπούλης, ο Λάβδας, ο Χατζηαποστόλου και οι άλλοι συνθέτες της αθηναϊκής γειτονιάς επιτέλους γίνονται συνθέτες του παναθήναιου.

Είθε η αποψινή Βραδυά της Αθηναϊκής Καντάδας να γίνει ετήσιος θεσμός. Των αθηναίων αισθητική απόλαυση και του επισήμου Κράτους καλλιτεχνική υπερηφάνεια. Και το αποψινό κοινό ας γίνει ο σημαιοφόρος μιας ευρύτερης σταυροφορίας. Για να μείνει η Αθήνα στο δικό της αίσθητικό περίγραμμα. Για να διατηρήσει το μέτρο και τη μοναδική της χρωματική διαφάνεια. Για να αποφύγει την εξίσωση και την εξαφάνιση από την τεχνολογική εξέλιξη. Για να κρατήσει τις αρχαϊκές και αιώνιες διαστάσεις του αττικού τοπίου. Για να συντηρήσει την αίσθηση του ωραίου που μας κληροδότησαν οι πατέρες μας.

Δήμαρχοι και Δημότες Φιλαθηναϊκές Οργανώσεις και Σωματεία πρέπει να σταθούμε στις επάλξεις. Για να μείνει η Αθήνας μας, Αθήνα.