Ύστερ’ από τη νομοθεσία του Σόλωνος σχηματίστηκαν τρία πολιτικά κόμματα στην Αθήνα, που είχαν κυρίως κοινωνικό χαρακτήρα: οι Πεδιείς, οι Πάραλοι και οι Διάκριοι. Στο πρώτο ανήκαν οι συντηρητικοί κτηματίες, στο δεύτερο οι προοδευτικοί έμποροι και ναυτικοί και στο τρίτο η φτωχότερη τάξη των προλεταρίων. Ο Πεισίστρατος δημιούργησε ένα τέταρτο κόμμα από εκείνους που είχαν αναγκαστεί με τη «σεισάχθεια» να επιστρέψουν τα κτήματα και από άλλους που περίμεναν να ωφεληθούν με την ανατροπή της νομοθεσίας του Σόλωνος. Συγχρόνως φρόντιζε να περιποιείται και τους Διακρίους, που ήταν οι περισσότεροι στην Εκκλησία του Δήμου και ήθελε να εμφανίζεται για προστάτης και αρχηγός τους. Ο Πεισίστρατος είχε ακόμη αποκτήσει και κάποια δημοτικότητα από τότε που ήταν πολέμαρχος στους αγώνες εναντίον των Μεγαρέων για τη Σαλαμίνα. Η πολιτική όμως δύναμη του Πεισιστράτου δεν ήταν τόση ώστε να πάρει την εξουσία με τη λαϊκή θέληση. Και χρησιμοποίησε το δόλο για να ικανοποιήσει τη φιλοδοξία και την αρχομανία του.
Μια μέρα αυτοτραυματίστηκε και παρουσιάστηκε στην Αγορά με τα αίματα φωνάζοντας ότι οι εχθροί του ήθελαν να τον δολοφονήσουν. Και έπεισε τη Βουλή και την Εκκλησία του Δήμου να του επιτρέψουν να έχη 50 σωματοφύλακες με ρόπαλα για να τον προστατεύουν. Ο Σόλων, που είχε γυρίσει από την αποδημία του, αντιτάχθηκε στο «περί ροπαλοφόρων ψήφισμα» προλέγοντας τι θα γίνει. Και όταν είδε ότι δεν τον άκουγαν και ψήφισαν τους ροπαλοφόρους του Πεισιστράτου, κρέμασε έξω από την πόρτα του σπιτιού του τα όπλα του για να τα χρησιμοποιήσουν οι νεώτεροι και να εμποδίσουν την τυραννία που ετοίμαζε ο Πεισίστρατος. «Εγώ» έγραψε κάτω από τα όπλα «έκανα ό,τι μπόρεσα για να βοηθήσω την πατρίδα και τους νόμους». Οι προβλέψεις του Σόλωνος επαλήθευσαν. Ο Πεισίστρατος χρησιμοποίησε τους ροπαλοφόρους του για να καταλάβει την Ακρόπολη και να επιβάλει τη δικτατορία του (560). Τον πρώτο χρόνο της δικτατορίας του Πεισιστράτου πέθανε και ο Σόλων από τη θλίψη του για ό,τι είχε γίνει. Λίγο πριν πεθάνει έγραψε μία ωδή σε ωραίους στίχους και ζωντανές εικόνες εναντίον της τυραννίας. Ο Πεισίστρατος δεν τόλμησε να πειράξει το μεγάλο γέροντα, παρά την κριτική και την αντίδραση που του έκανε ως το τέλος της ζωής του. Διατήρησε μάλιστα και τη νομοθεσία του Σόλωνος.
Για την τυραννία του Πεισιστράτου οι πληροφορίες στα αρχαία κείμενα είναι περιορισμένες και έχουν και αρκετές ασάφειες. Κυριότερη πηγή είναι η «Αθηναίων Πολιτεία» του Αριστοτέλη. Αναφέρουν επίσης την περίοδο εκείνη, ο Ηρόδοτος, ο Θουκυδίδης, ο Πλούταρχος στη βιογραφία «Σόλων», ο Παυσανίας και άλλοι. Με πνεύμα ανοχής και εύνοιας γράφουν για τον Πεισίστρατο και τους γιούς του ο Θουκυδίδης, που ήταν συγγενής του Πεισιστράτου, και ο Αριστοτέλης. Από τα γραφόμενα των αρχαίων κειμένων πληροφορούμεθα ότι, η δικτατορία του Πεισιστράτου διακόπηκε μετά την πρώτη αρπαγή της εξουσίας. Δύο φορές τον έδιωξαν οι Αθηναίοι πριν επικρατήσει τελικά. Μετά τη δεύτερη ανατροπή του ο Πεισίστρατος αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Αθήνα. Η περιουσία του στην Αττική δημεύτηκε. Είχε όμως κτήματα κοντά στον Ποταμό Στρυμόνα και τα χρήματα δεν του έλειψαν στο διάστημα της εξορίας του.
Από την Ερέτρια ο Πεισίστρατος έρχεται σε συνεννόηση με πολιτικούς φίλους του στην Αττική και συγχρόνως ετοιμάζει μισθοφορικό στρατό για να επιχειρήσει, με απροκάλυπτη βία, καινούργια κατάληψη της εξουσίας. Στη συγκρότηση του μισθοφορικού στρατού του τον βοήθησαν, με στρατιώτες και χρήματα, η Θήβα, το Άργος, η Νάξος και άλλες πόλεις, που περίμεναν να ωφεληθούν από την επικράτησή του. Όταν ο Πεισίστρατος ετοίμασε το στρατό του, πέρασε με πλοία από την Ερέτρια στην απέναντι παραλία του Μαραθώνος. Εκεί ενώθηκαν μαζί του οι φίλοι του της Αττικής και ο στρατός του Πεισιστράτου προχώρησε για να καταλάβει την Αθήνα. Στην κοιλάδα που σχηματίζεται μεταξύ του Πεντελικού και του Υμηττού, κοντά στο ιερό της Παλληνίδος Αθηνάς, δόθηκε η αποφασιστική μάχη των μισθοφόρων του Πεισιστράτου με τις αθηναϊκές δυνάμεις που είχαν οπλιστεί για να υπερασπίσουν την πόλη. Ο στρατός του Πεισιστράτου νίκησε τον αθηναϊκό και ο υποψήφιος δικτάτορας μπήκε θριαμβευτής στην Αθήνα. Αυτή τη φορά πήρε σκληρά μέτρα για να εξασφαλίσει τη δικτατορία του. Μη έχοντας εμπιστοσύνη στους Αθηναίους, σχημάτισε από ξένους μισθοφόρους τη σωματοφυλακή του και εγκαταστάθηκε στην Ακρόπολη. Αφόπλισε τους κατοίκους και εξόρισε τους πολιτικούς του αντιπάλους. Οι περισσότεροι είχαν φύγει πριν μπει στην πόλη. Αυτονών έπιασε για ομήρους τις οικογένειές τους και τις έστειλε εξορία στον τύραννο της Νάξου Λύγδαμη, που ήταν φίλος του. Με τα μέτρα που έλαβε ο Πεισίστρατος, μπόρεσε να στερεώσει τη δικτατορία του και να την διατηρήσει, μαζί με τη δικτατορία των γιων του, 34 χρόνια συνέχεια, ως το 511 π.Χ., που ο Κλεισθένης έδιωξε τους Πεισιστρατίδες και ελευθέρωσε τους Αθηναίους από την τυραννία.
Έργα και αδυναμίες του τυράννου. Όπως όλες οι δικτατορίες, και η διοίκηση του Πεισιστράτου και των γιων του, που κάλυψε μισόν αιώνα, παρουσίασε και μερικά έργα. Απλούστευσε τη δικαιοσύνη με περιφερόμενα στην Αττική δικαστήρια, ώστε να μην αναγκάζονται οι κάτοικοι των χωριών να κατεβαίνουν στην πόλη για να δικαστούν. Ο Πεισίστρατος με τα περιφερόμενα δικαστήρια – που είχε βάλει αφοσιωμένους του δικαστές – παρακολουθούσε την κατάσταση στην ύπαιθρο και περιόριζε και την επικοινωνία των χωριών της Αττικής με το αντιδικτατορικό κέντρο. Αναφέρεται ακόμη για τον Πεισίστρατο ότι βοήθησε την οικονομία και το εμπόριο συνάπτοντας συνθήκες με πολλές ελληνικές πόλεις και κάνοντας αρχιτεκτονικά έργα. Ενίσχυσε και τη γεωργία απαλλοτριώνοντας κτήματα και διανέμοντας αυτά στους φτωχότερους χωρικούς. Οι περισσότεροι από αυτούς τον είχαν βοηθήσει να αρπάξει την εξουσία. Συγχρόνως έβαλε και βαρύτατη φορολογία. Τα έσοδα από τη φορολογία τα διαχειριζόταν ο ίδιος και τα χρησιμοποιούσε, καθώς ισχυριζόταν, σε δημόσια έργα, χωρίς να δίνη λογαριασμό. Το βέβαιο είναι ότι ο Πεισίστρατος και οι γιοί του βρέθηκαν πλούσιοι. Θα πρέπει ακόμη να παρατηρήσουμε ότι η άνοδος που σημειώθηκε στην Αθήνα την εποχή του Πεισιστράτου οφείλεται, προ παντός, στη γενικότερη κατάσταση. Ήταν μια περίοδος ειρήνης στον ελληνικό χώρο, με οικονομική, πνευματική και καλλιτεχνική άνθιση των ελληνικών πόλεων. Η αποικιακή εξόρμηση είχε ανοίξει νέους ορίζοντες για τους κατοίκους της νοτίου Ελλάδος. Η Συκιών, η Κόρινθος, το Άργος, ήταν στην πρώτη γραμμή. Η Αθήνα εξακολουθούσε να είναι μια μικρή πολιτεία γεωργών, που δεν έπαιζε σπουδαίο ρόλο στον πολιτικό ή εμπορικό τομέα. Μόνο ύστερ’ από την εγκατάσταση της δημοκρατίας και τους Περσικούς πολέμους, η πόλη της Παλλάδος θα διεκδικήσει πρωτεύουσα θέση στην Ελλάδα.
Ο Πεισίστρατος, για προσωπική του ασφάλεια και για να φαίνεται σε διάδοχος των παλιών βασιλιάδων, εγκαταστάθηκε με τους γιούς του και τους οπλισμένους σωματοφύλακες στην Ακρόπολη. Και όπως ήταν επόμενο φρόντισε να την οχυρώσει καλύτερα και να την εξωραΐσει. Και πριν από τον Πεισίστρατο η Ακρόπολις ήταν ένα ισχυρό κάστρο. Από τις τρεις πλευρές της ήταν βράχος απότομος και μόνο στη δυτική πλευρά, όπου βρίσκεται η είσοδος (τα Προπύλαια), το έδαφος παρουσιάζεται ομαλότερο. Γι’ αυτό είχαν οχυρώσει την πλευρά αυτή με μια σειρά από τείχη. Οι αρχαίοι την οχυρωμένη αυτή είσοδο την ονόμαζαν «Εννεάπυλον». Τα οχυρωματικά έργα που έκανε ο Πεισίστρατος στην Ακρόπολη τα συνόδευσε και με καλλωπιστικά. Θέλησε να περιποιηθεί τη θεά που προστάτευε το κάστρο, που έμενε και ο ίδιος. Τον παλαιότερο ναό που υπήρχε στην Ακρόπολη και λεγόταν Εκατόμπεδος (γιατί είχε μήκος εκατό πόδια) τον αντικατάστησε με μεγαλύτερο. Στο Μουσείο της Ακροπόλεως σώζονται μερικά γλυπτά από τους δύο ναούς. Βρέθηκαν στις ανασκαφές που είχε κάνει το 1885 ο αρχαιολόγος Καββαδίας. Το ναό του Πεισιστράτου τον έκαψε ο Ξέρξης το 480. Και πριν από τον Πεισίστρατο η αττική τέχνη είχε σημειώσει προόδους, όπως μαρτυρούν τα αγγεία και τα άλλα έργα τέχνης της Γεωμετρικής περιόδου που βρέθηκαν στο Δίπυλο του Κεραμεικού. Στην Ακρόπολη έχτισε ο Πεισίστρατος και ένα ναό αφιερωμένο στη «Βραυρωνία Αρτέμιδα», για να τιμήσει την ιδιαίτερη πατρίδα του Βραυρώνα της Αττικής. Από εκεί είχε ξεκινήσει με τους οπλοφόρους του για να καταλάβει οριστικά, αυτή τη φορά, την εξουσία. Είχε μάλιστα ορίσει και γιορτή για τη Βραυρωνία Αρτέμιδα, που απήγγειλαν στίχους από τον Όμηρο που εξυμνούσαν τη θυσία της Ιφιγένειας και την … οικογένεια του Πεισιστράτου. Οι κόλακες της δικτατορίας είχαν προσθέσει στο ομηρικό κείμενο και μερικούς στίχους για την οικογένεια του δικτάτορα…
Εκτός από την Αθηνά και την Αρτέμιδα, ο δικτάτορας περιποιήθηκε και τους άλλους θεούς και ιδιαίτερα το Διόνυσο. Ήταν ο προστάτης των αγροτών που τον υποστήριζαν. Σε πολλά μέρη της Αττικής έστησε ναούς και βωμούς του Διονύσου και όρισε διάφορες γιορτές. Είναι χαρακτηριστικό των τυραννικών καθεστώτων ν’ απασχολούν το λαό με πανηγύρια. Επί των ημερών του Πεισιστράτου – γύρω στα 530 – άρχισε να χτίζεται και ο μεγάλος ναός του Ολυμπίου Διός, που μερικές κολώνες του διατηρούνται και σήμερα. Ο ναός δεν είχε τελειώσει την εποχή των Πεισιστρατιδών. Η αθηναϊκή δημοκρατία δε θέλησε να συνεχίσει το έργο που είχε αρχίσει ένας τύραννος. Έπρεπε να περάσουν πολλοί αιώνες και να υποδουλωθεί η Ελλάς στους Ρωμαίους, για να τελειώσει ο ναός από το φιλαθηναίο αυτοκράτορα Αδριανό. Έργο του Πεισιστράτου ήταν και η μεταφορά των νερών της Καλλιρόης Κρήνης και η κατασκευή μιας μαρμάρινης με 9 βρύσες (Εννεάκρουνος) στην Αγορά. Οι Αθηναίοι για την καθημερινή τους λάτρα χρησιμοποιούσαν τα πηγάδια που είχαν στα σπίτια τους. Άλλα έργα του Πεισιστράτου ήταν η Νέα Αγορά, ο Ναός του Διονύσου και το Τελεστήριο στην Ελευσίνα. Ουσιαστικά συνεχίστηκε το οικοδομικό πρόγραμμα του Σόλωνος. Όλα όμως τα έργα που έκανε ο Πεισίστρατος στη μακρόχρονη δικτατορία του και με βαρύτατη φορολογία, δεν μπορούν να συγκριθούν με όσα παρουσίασε, σε μικρότερο χρονικό διάστημα, η δημοκρατία που τον διαδέχτηκε και με απόλυτη ελευθερία.
Τα αρχαία κείμενα μας πληροφορούν ότι ο ισχυρός αυτός δικτάτορας, που τόσα χρόνια κυβερνούσε με τη βία την ανήσυχη πόλη, κατεχόταν από διάφορα πλέγματα. Ήταν φοβερά προληπτικός. Είχε ζωγραφίσει στο τείχος της Ακροπόλεως μια μεγάλη ακρίδα, για να διώχνει το «κακό μάτι». Κάθε τόσο ζητούσε από το Μαντείο των Δελφών ευνοϊκούς χρησμούς και τη βεβαίωση πως θα μείνει πολλά χρόνια στην εξουσία. Και το Μαντείο του έδινε τους «καλοπληρωμένους» χρησμούς, που τους κοινοποιούσε αμέσως στο λαό. Όταν ο Κίμων (ο πατέρας του Μιλτιάδη) νίκησε στους Ολυμπιακούς Αγώνες, πρόσφερε τη νίκη του στο δικτάτορα, μαζί με άλλους Αθηναίους Ολυμπιονίκες. Και ο Πεισίστρατος ανακήρυξε τον εαυτό του … Ολυμπιονίκη! Αργότερα οι Πεισιστρατίδες θα δολοφονήσουν τον Κίμωνα γιατί είχε αποκτήσει μεγάλη δημοτικότητα με τις πολλές νίκες του και, προπαντός, είχε παύσει να τις προσφέρει στη … δικτατορία.
ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΤΥΡΑΝΝΙΑΣ
Ο Πεισίστρατος πέθανε το 527 σε μεγάλη ηλικία. Τον διαδέχεται στην εξουσία ο μεγαλύτερος από τους τρεις γιους του Ιππίας. Ο δευτερότοκος Ίππαρχος είχε αναλάβει τον καλλιτεχνικό τομέα και την εποπτεία των έργων. Ο μικρότερος Θεσσαλός, που ήταν παιδί του Πεισιστράτου από μη νόμιμο γάμο, δεν είχε κανένα αξίωμα. Καταγινόταν σε διασκεδάσεις και σε κερδοσκοπικές επιχειρήσεις χρησιμοποιώντας την οικογενειακή του θέση. Κατά τον Αριστοτέλη, ήταν «θρασύς και φαύλος». Αλλά και ο Ίππαρχος δε φαίνεται να ήταν καλύτερος, αν κρίνουμε από όσα γράφει ο Θουκυδίδης – που ήταν και συγγενής του – για τους «αισχρούς λόγους» που προκάλεσαν τον αποκλεισμό της αδελφής του Αρμοδίου από την πομπή των Παναθηναίων. (Θουκυδίδου VI παρ. 54 κ. εφ.). ‘Υστερ’ από την προσβολή, ο Αρμόδιος με το φίλο του Αριστογείτονα αποφάσισαν ν’ απαλλάξουν την πόλη από τους τυράννους. Προφανώς, επρόκειτο για οργανωμένη πολιτική συνωμοσία από δημοκρατικά στοιχεία για την ανατροπή της δικτατορίας. Έτσι εξηγούνται και οι αθρόες εκτελέσεις που έγιναν από τον Ιππία μετά το πραξικόπημα των δύο τυραννοκτόνων. Στη γιορτή των Παναθηναίων (514) ο Αρμόδιος με τον Αριστογείτονα, περιστοιχισμένοι και από άλλους συνωμότες και κρύβοντας μικρά σπαθιά κάτω από μυρτιές, σκότωσαν τον Ίππαρχο. Ο Ιππίας σώθηκε. Οι σωματοφύλακες των τυράννων εκτελέσαν επί τόπου τον Αρμόδιο. Ο Αριστογείτων θανατώθηκε ύστερ’ από βασανιστήρια. Την ίδια τύχη είχαν και πολλοί Αθηναίοι, που η δικτατορία είχε συμφέρον να τους βγάλει από τη μέση. Αργότερα η αθηναϊκή δημοκρατία θα στήσει στην Αγορά χάλκινα αγάλματα του Αρμοδίου και του Αριστογείτονος. Ήταν η μεγαλύτερη τιμή που απονεμόταν στους επιφανέστερους Αθηναίους. Η μεγάλη δημοκρατία του 5ου π.Χ. αιώνα ζήτησε να υπογραμμίσει με την εκδήλωση αυτή, ότι η δολοφονία των τυράννων δεν είναι έγκλημα αλλά πράξη πατριωτική και ηρωική. Και οι νεώτερες γενεές ετίμησαν τους δύο τυραννοκτόνους.
Περισσότερα