Η ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ ΤΗΣ ΣΙΚΕΛΙΑΣ

Μαζί με την κωμωδία της εξορίας του Υπερβόλου άρχιζε για την Αθήνα η μεγάλη τραγωδία, που πέρασε στην ιστορία με το όνομα: Εκστρατεία της Σικελίας. Εμπνευστής της ήταν ο φιλόδοξος Αλκιβιάδης. Πρωταγωνιστής της όμως βρέθηκε ο άτυχος Νικίας, παρά τις αντιρρήσεις του και τον αγώνα που είχε κάνει εναντίον της εκστρατείας. Το σχέδιο του Αλκιβιάδη ήταν να εκστρατεύσουν οι Αθηναίοι με μεγάλο στρατό και στόλο και να καταλάβουν τη Σικελία. Να στραφούν έπειτα εναντίον των Καρχηδονίων και να γίνουν τελικά οι κυρίαρχοι ολόκληρης της Μεσογείου και του δυτικού κόσμου.

Το σχέδιο αυτό φαίνεται πως ήταν παλαιότερο. Είχε συζητηθή από την εποχή του Περικλή ή ακόμη και του Θεμιστοκλή. Αλλά τότε οι προϋποθέσεις ήταν εντελώς διαφορετικές. Η Αθηναϊκή Πολιτεία ήταν πανίσχυρη και δεν είχε περάσει, ούτε από το λοιμό, ούτε από τις καταστροφές του πολέμου που είχε κρατήσει δέκα χρόνια. Μάταια ο Νικίας, ο Σωκράτης, ο Μέτων και άλλοι επώνυμοι Αθηναίοι αντιτάχθηκαν στην επικίνδυνη περιπέτεια. Η Αθήνα θ’αναγκαζόταν να στείλη, σε μια μακρυνή και υπερπόντιο εκστρατεία, το μεγαλύτερο μέρος από τις στρατιωτικές και ναυτικές της δυνάμεις. Θα απογυμνωνόταν στρατιωτικώς, ενώ ήταν βέβαιο πως οι Κορίνθιοι και οι άλλοι Πελοποννήσιοι που είχαν συμφέροντα και βλέψεις στη δυτική Μεσόγειο θα της κηρύξουν τον πόλεμο. Ο Αλκιβιάδης τελικά κατόρθωσε να παρασύρη τους Αθηναίους σε μία εκστρατεία, που οι περισσότεροι, καθώς γράφει ο Θουκυδίδης, δεν ήξεραν, ούτε το μέγεθος της Σικελίας, ούτε από ποιούς κατοικείται. Πρόφαση για την εκστρατεία ήταν η βοήθεια που ζήτησαν οι Εγεσταίοι, που κατοικούσαν το δυτικό μέρος της Σικελίας και ήσαν σύμμαχοι των Αθηναίων, στον πόλεμο που είχαν με τους Σελινουντίους και τους Συρακουσίους.

Το καλοκαίρι του 415 ξεκινούσε από τον Πειραιά για τη Σικελία το εκστρατευτικό σώμα: 60 τριήρεις με πολεμικά πληρώματα και 40 μεταγωγικά με αποβατικά στρατεύματα. Στην Κέρκυρα περίμεναν τον αθηναϊκό στόλο νέες συμμαχικές δυνάμεις, ώστε τελικά η δύναμη του εκστρατευτικού σώματος έφθασε τα 134 πολεμικά πλοία και επάνω από 30.000 πληρώματα και μαχητές. Αρχηγοί της εκστρατείας (συστρατηγοί) ορίστηκαν ο Νικίας, ο Αλκιβιάδης και ο Λάμαχος. Ο Νικίας, παρά τις αντιρρήσεις του για την εκστρατεία, δέχτηκε τελικά να αρχηγεύση για να μη παρακούση την επιταγή της πολιτείας. Ωραίο δείγμα πατριωτισμού και πειθαρχίας αλλά και πολιτικής ανοησίας! Αργότερα οι Αθηναίοι (413) έστειλαν και νέες δυνάμεις στη Σικελία: 75 τριήρεις και 5.000 οπλίτες, με τους στρατηγούς Δημοσθένη και Ευρυμέδοντα. Όλες αυτές οι αθηναϊκές δυνάμεις εξολοθρεύτηκαν στην εκστρατεία της Σικελίας, που έγινε αφορμή να ξαναρχίση ο Πελοποννησιακός πόλεμος και να γενικευθή σε ολόκληρη την Ελλάδα.

Η δίκη των «Ερμοκοπηδών».

Πριν ξεκινήσουν οι αθηναϊκές δυνάμεις για τη Σικελία, άγνωστοι έκοψαν τη νύχτα κεφάλια από τις τετράγωνες μαρμάρινες στήλες που στόλιζαν τους Αθηναϊκούς δρόμους και είχαν στο επάνω μέρος το κεφάλι κάποιου θεού, συνήθως του «Ερμού πωγωνοφόρου». Οι εχθροί του Αλκιβιάδη αποδώσανε τον ακρωτηριασμό των «Ερμών» στον Αλκιβιάδη και στους φίλους του. Έλεγαν πως είχαν κάνει την ιεροσυλία μεθυσμένοι. Τους κατηγορούσαν ακόμη ότι είχαν διακωμωδήσει και τα ελευσίνια μυστήρια και είχαν αποκαλύψει μυστικά τους. Οι φίλοι του Αλκιβιάδη διαμαρτύρονται για την κατηγορία και υποστηρίζουν ότι τις «Ερμές» είχαν καταστρέψει οι εχθροί του για να τον συκοφαντήσουν. Το τελευταίο ανταποκρίνεται μάλλον στην πραγματικότητα. Επειδή η κατηγορία ήταν σοβαρή, ο Αλκιβιάδης ζήτησε να δικαστή πριν αναχωρήση για την εκστρατεία της Σικελίας. Η Εκκλησία του Δήμου αναβάλλει τη δίκη για αργότερα και ο Αλκιβιάδης φεύγει για τη Σικελία με τους άλλους στρατηγούς. Στην απουσία του όμως κινήθηκαν οι εχθροί του και έπεισαν την Εκκλησία του Δήμου να τον ανακαλέση για να δικαστή. Και έστειλαν στη Σικελία το πολεμικό «Σαλαμίνα» να τον παραλάβη. Η απόφαση του Δήμου ήταν ολέθρια. Ανακαλούσαν τον εμπνευστή της εκστρατείας που θα μπορούσε με την τόλμη και τις ικανότητές του να δώση άλλη τροπή σ’αυτή.

Ο Αλκιβιάδης φοβήθηκε πως αν δικαστή, θα καταδικαστή σε θάνατο. Ήταν φανερό, από την απόφαση που πήρε η Εκκλησία του Δήμου για την ανάκλησητ ου Αλκιβιάδη, ότι είχαν επικρατήσει στην Πνύκα οι εχθροί του. Και προτίμησε να μη γυρίσει στην Αθήνα. Στην αρχή πήγε στο Άργος και έπειτα στη Σπάρτη. Οι Αθηναίοι τον καταδίκασαν σε θάνατο. Όταν ο Αλκιβιάδης έμαθε την καταδίκη του είπε σαρκαστικά: «Εγώ θα τους αποδείξω ότι ζω». Και κατόρθωσε, ατυχώς, ν’ αποδείξει όχι μόνο ότι ζούσε, αλλά και ότι κανένας άλλος δε θα μπορούσε να κάνη τόσο κακό στην πατρίδα του, όσο εκείνος. Ο Αλκιβιάδης αναλαμβάνει να διευθύνει από τη Σπάρτη τον πόλεμο εναντίον των συμπατριωτών του. Παρακινεί τους Σπαρτιάτες να στείλουν στη Σικελία τον ικανότατο στρατηγό Γύλιππο και να καταλάβουν με το στρατό του (413) τη Δεκέλεια στην Αττική. Και ο πόλεμος ξανάρχισε…

Η καταστροφή.

Οι αθηναϊκές δυνάμεις στη Σικελία είχαν πολιορκήσει από την ξηρά και τη θάλασσα τις Συρακούσες. Η πολιορκία συνεχιζόταν με επιτυχία. Με την άφιξη όμως του Γυλίππου ο πόλεμος μεταβάλλεται εις βάρος των Αθηναίων. Οι Συρακούσιοι, ύστερ’ από την υποστήριξη της Σπάρτης, αναθάρρησαν. Και με το δραστήριο αρχηγό τους Ερμοκράτη δίνουν τα πρώτα χτυπήματα στις αθηναϊκές δυνάμεις. Ο Νικίας σε έκθεσή του προς τους Αθηναίους (414) παρουσιάζει την κρίσιμη κατάσταση του αθηναϊκού στρατού. Η ωμή έκθεση του Νικία κάνει εντύπωση στην Εκκλησία του Δήμου και αποφασίζεται η αποστολή νέων δυνάμεων (413) στη Σικελία με το στρατηγό Δημοσθένη. Αλλά και οι νέες δυνάμεις δεν μπόρεσαν να μεταβάλουν την κατάσταση. Την ίδια εποχή (413) σπαρτιατικός στρατός με το βασιλιά Άγι εισβάλλει στην Αττική, ενώ οι αθηναϊκές δυνάμεις στη Σικελία πιέζονται εντονώτερα. Η άμεση εγκατάλειψη της εκστρατείας ή τουλάχιστο της πολιορκίας των Συρακουσών ήταν η μόνη λύση που έμενε. Την πρότεινε ο Δημοσθένης. Αλλά ο Νικίας δε συμφώνησε. Και όταν τελικά δέχτηκε, ήταν πια αργά. Οι Συρακούσιοι, που στο μεταξύ είχαν ενισχύει το στόλο τους, έδωκαν την αποφασιστική ναυμαχία στο λιμένα των Συρακουσών και νίκησαν τον αθηναϊκό στόλο. Και τότε οι στρατηγοί των Αθηναίων αποφάσισαν να εγκαταλείψουν τα πλοία και να προχωρήσουν στο εσωτερικό του νησιού, δημιουργώντας ένα αμυντικό και χαρακωμένο στρατόπεδο. Αυτό υπήρξε και η αρχή της καταστροφής. Ο Ερμοκράτης με το στρατό του έπιασε τα πιο σημαντικά σημεία από όπου θα περνούσε ο στρατός του Νικία και του Δημοσθένη. Κατά τους υπολογισμούς του Θουκυδίδη η δύναμη της αθηναϊκής στρατιάς ήταν 40.000. Έπειτα από πολλές ταλαιπωρίες και συνεχείς αγώνες ο στρατός του Δημοσθένη (6.000 δύναμη) παραδόθηκε. Ο Δημοσθένης αυτοκτόνησε πριν παραδοθεί. Ο στρατός του Νικία έδωκε την αποφασιστική μάχη στον Ασσίναρο ποταμό (Οκτώβριος 413) που σήμανε και το τέλος της δραματικής εκστρατείας. Το Νικία τον σκότωσαν οι Συρακούσιοι και ένα σημαντικό μέρος του αθηναϊκού στρατού (επάνω από 7.000) αποδεκατίστηκε από τον εχθρό, τις αρρώστιες και τις κακουχίες. Ο Θουκυδίδης στην ιστορία του μας δίνει ανάγλυφη την εικόνα της τρομερής καταστροφής. Αλλά η καταστροφή των αθηναϊκών δυνάμεων στη Σικελία είχε και μια άλλη αποφασιστική συνέπεια. Φανέρωσε πως οι Αθηναίοι δεν ήταν ανίκητοι στη θάλασσα. Οι Σπαρτιάτες από τότε αποφασίζουν να κάνουν στόλο για να ανταγωνιστή τον αθηναϊκό. Και αρχίζουν με τους συμμάχους των την κατασκευή των πρώτων 100 τριήρεων.

Οι δέκα «Πρόβουλοι».

Η Αθήνα βρέθηκε σε κρίσιμη κατάσταση. Ο στόλος της και το μεγαλύτερο μέρος από τις στρατιωτικές της δυνάμεις είχαν καταστραφή στη Σικελία. Οι αποικίες της είχαν ξεσηκωθεί εναντίον της από τον Αλκιβιάδη και τους Σπαρτιάτες και έπαυσαν να πληρώνουν τους φόρους. Αλλά και η υπόλοιπη Ελλάς ετοιμαζόταν να της επιτεθεί, έχοντας σύμμαχο την Περσία και προ παντός το χρυσάφι της. Και όμως στην κρίσιμη εκείνη στιγμή, που όλοι έβλεπαν την Αθήνα να καταρρέη, η πολιτεία αυτή μπόρεσε να αντισταθή και να δείξη μεγάλες αρετές. Ο αθηναϊκός λαός κατάλαβε πως κάτι έπρεπε ν’ αλλάξη αν ήθελε να συνεχίση τον πόλεμο. Ο Παπαρρηγόπουλος αποδίδει την ανάταση αυτή των Αθηναίων στο δημοκρατικό τους πολίτευμα, που άφηνε διέξοδο σε αλλαγές. Αποφασίστηκε τότε να συγκροτηθή μια επιτροπή εθνικής σωτηρίας από δέκα Προβούλους, έναν από κάθε φυλή. Ο γέρος Σοφοκλής στα 83 του χρόνια έλαβε μέρος στην επιτροπή. Τους Προβούλους τους ψήφισε η Εκκλησία του Δήμου. Η εντολή τους ήταν για ένα χρόνο. Αυτοί αναλάβαν ουσιαστικά τη διοίκηση της πολιτείας. Καμμιά πρόταση δεν θα έφθανε στη Βουλή ή στο Δήμο αν δεν είχε εγκριθή προηγουμένως από τους Προβούλους. Συγχρόνως αποφάσισαν να χρησιμοποιήσουν και το απόθεμα από 1.000 τάλαντα που είχε αφήσει ο Περικλής για ώρα μεγάλης ανάγκης. Τα μέτρα αποδείχτηκαν σωτήρια. Μέσα σ’ ένα χρόνο οι Αθηναίοι εξοπλίζουν 130 τριήρεις και τις στέλνουν στη στρατιά της Μικράς Ασίας. Νικούν τους Σπαρτιάτες στη Μίλητο και ξαναπαίρνουν τη Λέσβο που είχε αποστατήσει. Οι άλλες σύμμαχες πόλεις φοβήθηκαν κι’ έμειναν στη συμμαχία. Η Αθήνα είχε ξαναβρή το δρόμο της…

Ο Αλκιβιάδης στην Περσία.

Στο μεταξύ οι Έφοροι της Σπάρτης αποφάσισαν να απαλλαγούν από τον Αλκιβιάδη. Είχε αποκτήσει μεγάλη δημοτικότητα στους Σπαρτιάτες και στις Σπαρτιάτισσες και το σκάνδαλο της Τιμαίας είχε γίνει κοινό μυστικό. Στην Αθήνα το διακωμωδούσαν στα θέατρα. Οι Σπαρτιάτες υποπτεύονταν ακόμη τον Αλκιβιάδη για τις σχέσεις που είχε με τον Τισσαφέρνη. Δόθηκε τότε εντολή από τους Εφόρους στις σπαρτιατικές δυνάμεις της Ιωνίας να συλλάβουν τον Αλκιβιάδη και να τον εκτελέσουν. Οι Αλκιβιάδης πληροφορήθηκε εγκαίρως την καταδίκη του, πιθανώς από την Τιμαία. Και πριν τον συλλάβουν έφυγε από το στρατόπεδο των Λακεδαιμονίων και πήγε στον Τισσαφέρνη. Ο σατράπης δέχτηκε τον επιφανή φυγάδα στην αυλή του και τον φιλοξένησε κατά την περσική παράδοση. Και τόσο κολακεύθηκε και γοητεύθηκε από τη συναναστροφή του Αλκιβιάδη, ώστε του παραχώρησε ένα ανάκτορο και άφθονα οικονομικά μέσα. Και ο Αλκιβιάδης προσαρμόστηκε αμέσως στο νέο περιβάλλον. Από λιτοδίαιτος Σπαρτιάτης, έγινε περισσότερο Ασιάτης από τον αμφιτρύονά του. Ντυνόταν με βαρύτιμα ρούχα, αλειβόταν με δυνατές μυρουδιές και έγινε φιλήδονος, φιλάρεσκος, τεμπέλης. Ζούσε σε αφάνταστη χλιδή και έδινε συμπόσια που έμειναν ιστορικά. Στο τέλος άρχισε να έχη και επιρροή στον Τισσαφέρνη, που προσπαθούσε να τον μιμηθή. Και τον έπεισε ότι συμφέρον του Μεγάλου Βασιλιά ήταν να αλληλοτρώγωνται η Αθήνα και η Σπάρτη, ώστε ν’ αφήνουν ήσυχο το Περσικό κράτος να κυριαρχή στις ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας. Αν οι Σπαρτιάτες, με τη βοήθεια του Τισσαφέρνη, νικούσαν τους Αθηναίους, έπειτα θα στρέφονταν πανίσχυροι εναντίον αυτού του ιδίου. Τα επιχειρήματα του Αλκιβιάδη έπεισαν τον Τισσαφέρνη να χαλαρώση τη βοήθεια προς τη Σπάρτη. Και ο Αλκιβιάδης άρχισε τότε αμείλικτο πόλεμο κατά των Σπαρτιατών, ώστε να διευκολύνη την προσέγγισή του με τους Αθηναίους και την επιστροφή του στην πατρίδα.